Λέγεται «αδελφόθεος», επειδή ήταν γιος του Ιωσήφ από γάμο του που είχε προηγηθεί της μνηστείας του με τη Θεοτόκο Μαρία.
Η μνήμη του τιμάται από τη χριστιανική εκκλησία στις 23 Οκτωβρίου και την Κυριακή μετά την Χριστού Γέννησιν. Την ημέρα αυτή γιορτάζουν όσοι φέρουν το όνομα Ιάκωβος.
Ο Ιάκωβος δεν ακολούθησε τον Χριστό κατά τη διάρκεια του δημόσιου βίου του. Μετά την Ανάσταση, όταν ο Κύριος εμφανίστηκε ενώπιόν του, πίστεψε και ανέλαβε υπεύθυνες δραστηριότητες στην πρώτη Εκκλησία.
Υπήρξε ο πρώτος επίσκοπος των Ιεροσολύμων κι έλαβε μέρος στην Αποστολική Σύνοδο των Ιεροσολύμων (49 μ.Χ.).
Παρέμεινε πάντοτε στενά συνδεδεμένος με τις ιουδαιοχριστιανικές κοινότητες και περιβαλλόταν με ιδιαίτερη τιμή από τους Ιουδαίους. Ο Ιώσηπος του αποδίδει τον χαρακτηρισμό του «Δικαίου» και αναφέρει ότι ο Ιάκωβος μαρτύρησε δια λιθοβολισμού το 62 μ.Χ.
Ο Ιάκωβος θεωρείται ο συγγραφέας της πρώτης Θείας Λειτουργίας, την οποία αργότερα, λόγω της μεγάλης της διάρκειας, έκαναν συντομότερη πρώτα ο Μέγας Βασίλειος κι ύστερα ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Στον Ιάκωβο ανήκει και η πρώτη από τις επτά καθολικές επιστολές της Καινής Διαθήκης.