Του Δρα Αντώνη Στ. Στυλιανού, Λέκτορα Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, LL.B Law (Bristol), Ph.D in Law – International Law and Human Rights (Kent), Διευθυντής Μονάδας Νομικής Κλινικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας
Οι Αρχές Τοπικής Αυτοδιοίκησης αποτελούν ιδιαίτερα σημαντική συνιστώσα στις διαδικασίες που ακολουθούνται στην Ατζέντα 2030 του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και αφορούν στην επίτευξη της βιώσιμης ανάπτυξης. Ως βιώσιμη ανάπτυξη περιλαμβάνονται η οικονομική ανάπτυξη όλων, με τέτοιο τρόπο που επιτυγχάνεται η κοινωνική ευημερία και η προστασία του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων. Ο ΟΗΕ έχει εκπονήσει 17 Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης (Sustainable Development Goals – SDGs) και 169 συναφείς στόχους, ήτοι την εξάλειψη της φτώχειας, την εξάλειψη της πείνας, την καλή υγεία και ευημερία, την ποιοτική εκπαίδευση, την ισότητα των φύλων, το πόσιμο νερό και εγκαταστάσεις αποχέτευσης, την οικονομικά προσιτή και καθαρή ενέργεια, την αξιοπρεπή εργασία και οικονομική ανάπτυξη, τη βιομηχανία, καινοτομία και υποδομές, την μείωση των ανισοτήτων, τις αειφόρες πόλεις και κοινότητες, την υπεύθυνη κατανάλωση και παραγωγή, τη δράση για το κλίμα, τη ζωή κάτω από την επιφάνεια των υδάτων, τη χερσαία ζωή, την ειρήνη, δικαιοσύνη και ισχυρά θεσμικά όργανα και τις συμπράξεις για τους στόχους.
Εν πρώτοις, τονίζεται ότι οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης δεν είναι ανεξάρτητοι μεταξύ τους αλλά αλληλοεπιδρούν και πρέπει να διαβάζονται μαζί, αφού η κάθε δράση στοχεύει στη βελτίωση μιας άλλης και όλες μαζί στην επίτευξη της βιώσιμης ανάπτυξης ως ερμηνεύθηκε πιο πάνω. Δεύτερον, είναι σημαντικό να αντιληφθούμε το ρόλο και τη συμβολή των Αρχών Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην επίτευξη των Στόχων και κατ’ επέκταση στη δημιουργία εκείνων των συνθηκών που θα βελτιώνουν ολιστικά την ποιότητα ζωής των πολιτών. Τρίτον, αναφέρεται ότι ο Στόχος Βιώσιμης Ανάπτυξης 11 αφορά ειδικά τις Αρχές Τοπικής Αυτοδιοίκησης αφού τονίζει την αναγκαιότητα δημιουργίας αειφόρων πόλεων και κοινοτήτων, συμπεριληπτικών για όλους και χωρίς αποκλεισμούς, που να εγγυώνται συνθήκες ασφάλειας, ανθεκτικότητας και βιωσιμότητας.
Ειδικότερα ο ΣΒΑ 11 αναγνωρίζει τον ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο των Τοπικών Αρχόντων που έχουν μεταμορφωτική δύναμη όσον αφορά στην προώθηση της παγκόσμιας αλλαγής ακολουθώντας μια προσέγγιση από κάτω προς τα πάνω, κατευθείαν από τις τοπικές κοινωνίες, τις πόλεις και της κοινότητες, το αστικό και υπαίθριο περιβάλλον στο οποίο δραστηριοποιούνται καθημερινά.
Προφανώς, ως έχει τονιστεί πιο πάνω, ο ΣΒΑ 11 δεν είναι ο μόνος που αφορά τις Αρχές Τοπικής Αυτοδιοίκησης αφού όλοι οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης αλληλεπιδρούν και δημιουργούν το σύνολο εκείνο των παραμέτρων επίτευξης της βιώσιμης και αειφόρους ανάπτυξης, που προφανώς είναι το ιδανικό μέτρο για την αντιμετώπιση των προκλήσεων των κρατών. Είτε με άμεσο είτε με έμμεσο τρόπο, όλοι οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης είναι σχετικοί με την καθημερινή δράση των Αρχών Τοπικής
Αυτοδιοίκησης, όπως, για παράδειγμα, ζητήματα που αφορούν τη διαχείριση του πόσιμου νερού, των υδατικών πόρων, των συστημάτων αποχετεύσεων αλλά και η βιώσιμη ανάπτυξη οικισμών, η χρήση καθαρής ενέργειας και άλλα.
Καταληκτικά, τονίζεται ξανά η σημασία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην υλοποίηση των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ. Ευρισκόμενοι στην πρώτη γραμμή, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης όχι μόνο επιτελούν σημαντικό ρόλο στην μεταμόρφωση των πολιτικών σε τοπικό επίπεδο ούτως ώστε να συνάδουν με τους στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης αλλά διαμορφώνουν σε άμεσο χρόνο τις δράσεις τους προς όφελος της συμπερίληψης, της πράσινης μετάβασης και της κοινωνικής
δικαιοσύνης.