Του Δρα Αντώνη Στ. Στυλιανού - Λέκτορα Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, LL.B Law (Bristol), Ph.D in Law – International Law and Human Rights (Kent), Διευθυντής Μονάδας Νομικής Κλινικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας.
Το αποτέλεσμα των εκλογών της 21 ης Μαϊου 2023 στην Ελλάδα είναι ιστορικό και ιδιαίτερα ενδιαφέρον για τον πολιτικό αναλυτή από πολλές απόψεις, με αρκετές πρωτιές και συμβάντα πρωτοφανή. Η επική νίκη της Νέας Δημοκρατίας υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη και η τραγική πανωλεθρία του ΣΥΡΙΖΑ υπό τον Αλέξη Τσίπρα αποτελούν πρωτίστως το βασικό συμπέρασμα της 21 ης Μαϊου. Η Νέα Δημοκρατία όχι μόνο έκοψε το νήμα πρώτη αλλά κατάφερε να πάρει ένα ποσοστό με διπλάσια διαφορά από το δεύτερο ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα ελάχιστο πίσω από το ποσοστό που χρειαζόταν για να έχει αυτοδυναμία από τον πρώτο γύρο με το νέο σύστημα της απλής αναλογικής που εφαρμόστηκε στις παρούσες εκλογές. Η Βουλή που προέκυψε την 21 η Μαϊου είναι πεντακομματική, η απόλυτη εκτίμηση όμως είναι ότι σχεδόν βέβαια δεν θα υπάρξει
κυβέρνηση συνεργασίας και θα οδηγηθούμε σε νέες εκλογές το συντομότερο επιτρεπτό από το Σύνταγμα, είτε στις 25 Ιουνίου (αν μπορούν να επιταχυνθούν οι διαδικασίες τεχνικά στη βάση των συνταγματικών επιταγών) ή στις 2 Ιουλίου 2023.
Είναι ξεκάθαρο ότι το αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ δεν έπεισε καθόλου. Ξεκάθαρο, πρωτίστως, είναι το γεγονός ότι ο ελληνικός λαός επέλεξε την σταθερότητα και την συνέχεια και όχι τον λαϊκισμό. Από την άλλη, κερδισμένα φαίνονται τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης, το αφήγημα των οποίων ήταν ούτως ή άλλως η καθιέρωσή τους στην αντιπολίτευση και όχι η
διακυβέρνηση της χώρας όπως επιθυμούσε ο ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό θα είναι το στοίχημα των νέων εκλογών όσον αφορά στο ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ για παράδειγμα, ενώ ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι μικρότερα κόμματα όπως η Νίκη και η Πλεύση Ελευθερίας εξασφάλισαν ποσοστά ελάχιστο πιο κάτω (2,9%) από το εκλογικό μέτρο για είσοδο στη Βουλή που ήταν το 3,0%, με το ΜέΡΑ 25 να βρίσκεται πιο πίσω (2,6%). Η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου αύξησε τις έδρες της, με ποσοστό 4,5%.
Η Νέα Δημοκρατία επιθυμεί πλέον την αποτύπωση και αριθμητικά της ισχυρής αυτοδυναμίας στις νέες κάλπες με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής που δίνει προβάδισμα επιπρόσθετων εδρών στο πρώτο κόμμα, το οποίο θεωρείται δεδομένο ότι θα είναι η Νέα Δημοκρατία. Εν αμφιβόλω πλέον τίθεται η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ το οποίο πρέπει να διαχειριστεί την βαριά ήττα, όντας ως διαφάνηκε ένα προσωποπαγές κόμμα που δεν κατάφερε να αντιληφθεί το πολιτικό κριτήριο του εκλογικού σώματος. Το ΠΑΣΟΚ αύξησε περίπου στο 50% τα ποσοστά του από τις προηγούμενες εκλογές και επιθυμεί να καταστεί ένας σημαντικός πόλος της νέας Βουλής, ενώ τα μικρότερα κόμματα ακόμα και αν αθροίσουμε τα ποσοστά τους δεν πλησιάζουν
το τεράστιο ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας.
Το πολιτικό σύστημα γενικά φαίνεται να έχει ενηλικιωθεί, μακριά από ακρότητες και λαϊκίστικά αφηγήματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ που προέρχεται από μια ταραγμένη περίοδο της σύγχρονης ιστορίας ηττήθηκε για 2 η φορά από το 2019, έχοντας το ίδιο αφήγημα και αυτό είναι ιδιαίτερης σημασίας για τον πολιτικό αναλυτή. Το εκσυγχρονιστικό αφήγημα της Νέας Δημοκρατίας από την άλλη πέτυχε τον σκοπό του σε όλη την επικράτεια ακόμα και σε περιοχές όπου επικρατούσε παραδοσιακά η αντιπολίτευση (π.χ. στην Κρήτη, Πάτρα) πλην μιας περιφέρειας (αυτήν της Ροδόπης). Σημαντικό είναι και το συμπέρασμα ότι οι αναποφάσιστοι αλλά και οι νέοι επέλεξαν κατά πλειοψηφία τη Νέα Δημοκρατία όπως αποδεικνύει η ανάλυση των ποιοτικών χαρακτηριστικών των αποτελεσμάτων.
Το αποτέλεσμα των εκλογών της 21 ης Μάιου είναι ξεκάθαρο – ένα αποτέλεσμα για ισχυρή, αυτοδύναμη διακυβέρνηση της Ελλάδας, με σταθερό ευρωπαϊκό προσανατολισμό, που να μπορεί να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που υπάρχουν, είτε εσωτερικές είτε εξωτερικές, και να συνεχίσει σε βάθος τετραετίας την υλοποίηση του κυβερνητικού προγράμματος.