ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΝΕΟΣ ΔΡΟΜΟΣ…
ΓΡΑΦΗ ΠΟΛΛΑ ΑΣΩΤΟΥ
Παράκαιρη μνήμη του Ασώτου υιού και αφήνεις τα προσωπεία κατα μέρος. Πολλά ασωτεύσας μετράς τα χρόνια που πέρασαν και νοσταλγεις τα χρόνια που πολλοι σιγοψιθύριζαν πως ασωτεύεις. Δεν είχες πλέον την έξωθεν καλήν μαρτυρίαν και μόνος τα βράδυα στο εργενικό σου φτωχικό, τζιαμέ στον Άην Δεμέτην, γονάτιζες ευκολότερα στον Παντοκράτορά που σου δώρισε ο Μόδεστος στην Σταυρονικήτα όταν θα έφευγες μέρες της Διακαινησίμου του 1990.
Και συχνά επιστρέφεις στον πατέρα Αλεξανδρο Σμέμαν τον ανθρωπο που με τα γραπτά και τα τόσο αληθινά τόσο σύγχρονα ημερολογειακα του κείμενα σου
εδειξε δρόμους συγχρονης περπατησιας του εν μετανοιά χριστιανού΄. Σημειώνει ο μεγάλος χριστιανος εμιγκρες στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ΄΄Ο άσωτος
γιος, λέει το Ευαγγέλιο, πήγε σε μια μακρινή χώρα και κει σπατάλησε ότι είχε και δεν είχε.
Μια μακρινή χώρα! Είναι ο μοναδικός ορισμός της ανθρώπινης κατάστασης που θα πρέπει να αποδεχτούμε και να τον οικειοποιηθούμε καθώς αρχίζουμε την
προσέγγιση μας στο Θεό. Ένας άνθρωπος που ποτέ δεν είχε αυτή την εμπειρία, έστω και για λίγο, που ποτέ δεν αισθάνθηκε ότι είναι εξόριστος από το Θεό και
από την αληθινή ζωή, αυτός ποτέ δε θα καταλάβει τι ακριβώς είναι ο Χριστιανισμός. Και αυτός που νιώθει «σαν στο σπίτι του» σʹ αυτόν τον κόσμο και στη ζωή του κόσμου τούτου, που έμεινε άτρωτος από τη νοσταλγία για μια άλλη πραγματικότητα, αυτός δε θα καταλάβει τι είναι μετάνοια.’’
Και πάντα αγωνιάς τα βράδυα αν θα προλάβεις να στραφεις ασσεν τζιαι στα πενήντα σου στον οίκον του Πατρός.Να πνάσει η ψυσιή που τα κεράτια τζιαι τις
θητείες εις τη χοιροβοσκήν.Και επιμένει ο πατήρ Αλεξανδρος να σου θυμ’ιζει τι έλαβες και ποια η υπομνηση της Εκκλησίας για τα οσα εγκατέλειψες και οσα
εχασες ..
΄΄Έλαβα από το Θεό θαυμαστά πλούτη: πρώτα απ’ όλα τη ζωή και τη δυνατότητα να τη χαίρομαι, να την ομορφαίνω με νόημα, αγάπη και γνώση: ύστερα — με το
Βάπτισμα — έλαβα τη νέα ζωή από τον ίδιο το Χριστό, τα δώρα του Αγίου Πνεύματος, την ειρήνη και τη χαρά της ουράνιας Βασιλείας. Έλαβα τη γνώση του
Θεού και μέσα απ’ αυτή, τη δυνατότητα να γνωρίσω καθετί και τη δύναμη να είμαι «τέκνον Θεού». Και όλα αυτά τα έχασα, τα χάνω καθημερινά, όχι μόνο με τις
«συγκεκριμένες αμαρτίες» και τις «παραβάσεις» αλλά με την αμαρτία όλων των αμαρτιών: την απομάκρυνση της αγάπης μου από το Θεό, προτιμώντας την
«μακρινή χώρα» από το όμορφο σπίτι του Πατέρα.
Η Εκκλησία όμως είναι εδώ παρούσα για να μου θυμίζει τι έχω εγκαταλείψει, τι έχω χάσει. Και καθώς μου τα υπενθυμίζει με το Κοντάκιο της ημέρας αυτής,
αναλογίζομαι ότι: «Της πατρώας δόξης σου, αποσκιρτήσας αφρόνως εν κακοίς εσκόρπισα, όν μοι παρέδωκας πλούτον όθεν σοι την του Ασώτου φωνήν
κραυγάζω. Ήμαρτον ενώπιον σου Πάτερ οικτίρμον δέξαι με μετανοούντα και ποίησαν με, ως ένα των μισθίων σου».
Ήταν κάτι τζιαιροι πόξω που τον Αήν Νικόλαν της Έγκωμής που πάεννες ως άσωτος τζιαι εκαθεσούν τα δειλινά ωστη να ρτει η σειρά σου να εξομολογηθεις τα
επαναλαμβανόμενα λάθη σου τζιαι ελάλεν σου ο αεικίνητός Καντηλανάφτης κάτι πρωτινα τζιαι όμορφα για το παλλιον το καλλος για την απλήν ζωήν τζιαι ένωθες
τον πατρικά να σου μιλά σε εσεν το χωρκατούιν της Λεμεσού τζιαι της Δρούσιας πο κόψεν έναν τζιαιρόν στη Χώραν τζιαι εν ευρισκεν τις στράτες .....
Εμίλαν σου ωσαν βετεράνος άσωτός, νοσταλγος των παλαιών καιρών της αληθείας, εις άσωτον νέον στο τάγμάν των πολλά ασωτευσάντων.
Ενας Πατέρας μας περιμένει μα αραγέ σου ενναν η επιστροφή μας ποτζεινή που ελευθερώνει καθώς έγραψεν εγκαίρως ο Αρχιμανδρίτης Βασίλειος Γοντικάκης....
Γράφει για μας ο πατήρ Βασίλειος’’Χωρίς την αγάπη του Θεού Πατρός και την παρουσία των Αγίων, που κάνουν αισθητή τη στοργή και το φως Του, η ζωή στη γη σκοτεινιάζει και κρυώνει σαν κόλασι. Οι πολίτες της «μακρινής χώρας» σε καταστρέφουν στέλνοντάς σε να βόσκης χοίρους, πάθη σαρκός. Και οι «δίκαιοι» -τύπου πρεσβύτερου υιού- σε καταδικάζουν δεν δέχονται τη μετάνοιά σου.
Υπάρχει όμως πάντοτε ο Πατέρας που σε γέννησε, σε πονά και σε σώζει.
Το σύμπαν είναι κατοικήσιμο, εφ’ όσον έχομε τον Θεό πατέρα και τον συνάνθρωπο αδελφό μας.΄΄
Και αναζητώντας τώρα ένα νέο δρόμο προσωπικο και συλλογικο ψελλιζεις τα σοφά λόγια που τα ακουσα από τον ιδιο τον συγγραφέα και φωτιστη των Ελληνων στον Κήπο της Σταυρονικήτα εκείνο το Πάσχα’’’Μπορεί να τα έχασα όλα. Μπορεί να χάθηκα και εγώ ο ίδιος -«απολωλώς ην»-, κυριολεκτικά να πέθανα -«νεκρός ην»-, αλλά κάτι υπάρχει που δεν χάνεται, δεν πεθαίνει· είναι ο Πατέρας μου και η αγάπη Του. Αυτός είναι «δυνατός εν ελέει και αγαθός εν ισχύϊ» (α’ ευχή του Εσπερινού). Το ξέρω, το ζω.
Δεν σκέφτομαι τα παιδιά του -είμαι ανάξιος για κάτι τέτοιο- σκέφτομαι τους μισθωτούς του, πώς τους φέρεται, πώς τους χορταίνει. Είμαι μισθωτός χωρίς μισθό· δούλος χωρίς ψωμί.
Θα σηκωθώ και θα γυρίσω πίσω και θα πω στον πατέρα μου: Αμάρτησα στον ουρανό και σε σένα. Σε σένα που είσαι πατέρας επουράνιος. Σε σένα που έχεις τέτοια αγάπη, που γεμίζει ουρανό και γη. Σε σένα που ακόμη εδώ, στη μακρινή χώρα της στερήσεως, της ασωτείας, της κολάσεως, με παρακολουθείς, με συνοδεύεις.’’
Να γυρίσουμε πίσω στον Πατέρα μας στην Εκκλησία του Χριστού ως ασωτοι ως . εσχατοι.Ο Χριστός μας περιμένει και ημας τους πεφορτισμένους.Αυτός είναι ο νέος
δρόμος που χρόνια γυρεύουμε στα σκοτεινά και τα αδιέξοδα.Ο δρόμος της επιστροφής εν μετανοία…