Δρόσος βραδυνή και ταξιδεύω στην ύπαιθρο του 1973.Τα νυχτερινά τραπέζια στις αυλάες για όσους εθερίζαν ή αλονέφκαν στον παππού την γιαγιά τους θείους τις θείες.Έτσι ο κάματος της ημέρας επαρηγορείτο με την ομοτράπεζη συνάντηση τις γεύσεις της Λαόνας του Ακάμα της Δρούσιας και την παγωμένη μπύρα ΚΕΟ.Στο τραπέζι τα ψητά οι πατάτες οι σαλάτες με τα πομηλόρκα τα κρομμύθκια μας.Τα αυκά τα τηάνητα με το λάδιν το καλόν.Το καππάριν το κουτρούβίν τζιαι το κίρταμα.
Ο λόγος να αρτίζει το δείπνο μαζί με το άλας του Ακάμα το συνάμενον με επιμέλεια .Να μιλούν οι γηραιότεροι πρώτα λόγον γλυτζήν έμπλεον αναμνήσεων.
Καθώς η ώρα περνούσε να εμφανίζονται από τα τζιαλλάρκα κάτι χωσμένα για ιδιαίτερον μεζεν.Τούτα τα φυλάμενα ήταν μια προσθετη παρηγορία.Μια γεύση απρόσμενη έναν κομμάτιν λουκάνικόν λλία παστά κομμένη τσαμαρέλλα.Λλίον χαλλούμιν οφτόν ή τηανητόν.
Στο τέλος προτού αναχωρήσουν για την νυχτερινήν ξεκούρασην εισέβαλλαν στο τραπέζιν τα φρούτα.Καμμια παττίχα που την Αθκιάν. Κανέναν πεπονούιν που τα ποστάννια. Λλίον σταφύλιν πρόμον....
Ήταν κόπος το θέρος το αλώνεμα μα ταν τζιαι το φαίν μια γιορτή τις νύχτες τες όμορφες τ Αούστου στα σπίθκια πρν τα Αππιούρκα τζι ο ουρανος να σιερετά με τα άστρα του παναήριν τζιαι χορός τρικούβερτος.
ΥΓ. Αφιέρωμένον στον χωρκανον μου Φίλιππον Κίτσιον με την καρκιάν την γρουσήν τζιαι στον θείον μου Αντρέαν Παπαιωάννου που μας σιερετά με αγάπην που τον μακρινόν Καναδάν.