Χαιρετισμός Γενικού Εισαγγελέα κ.Γιώργου Σαββίδη στην εκδήλωση «Αμμοχώστου Ωδές» που πραγματοποιήθηκε στη Λεμεσό στις 27/5/2022
Κυρίες και κύριοι,
Για ό,τι παράνομο συντελείται στο παραλιακό μέτωπο της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου από την Τουρκία, ανέρχομαι στο βήμα απόψε έχοντας έντονα συναισθήματα. Συναισθήματα, τα οποία θεωρώ ότι δεν απέχουν καθόλου από τα δικά σας και για τούτο, παρότι το θέμα είναι κατ’ εξοχήν πολιτικό, νιώθω την ανάγκη να σας διαβεβαιώσω ότι, τόσο η Νομική Υπηρεσία όσο και εγώ ως Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, δίδουμε ιδιαίτερη σημασία στη νομική υποστήριξη του Προέδρου της Δημοκρατίας και ευρύτερα της Κυβέρνησης σε όλα τα θέματα που άπτονται των νομικών προεκτάσεων του Κυπριακού για τα οποία ζητείται η νομική καθοδήγησή μας.
Έχουμε μια ομάδα διακεκριμένων ξένων νομικών, οι οποίοι στηρίζουν την πολύ καλή ομάδα συναδέλφων μου στη Νομική Υπηρεσία που ασχολούνται με το θέμα του Κυπριακού, με ιδιαίτερη έμφαση στα θέματα της Αμμοχώστου. Δεν θα υπεισέλθω όμως σε οτιδήποτε παραπάνω αφού ως θέμα πρωτίστως πολιτικό, δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Γενικού Εισαγγελέα, πέραν βεβαίως των νομικών του προεκτάσεων.
Ταυτοχρόνως, με σεβασμό στον χρόνο σας αλλά και προτού η συγκίνησή μου με καταβάλει, θα ήθελα να μου επιτρέψετε να μοιραστώ της καρδιάς μου τα συναισθήματα για αυτήν τη γην την εναλίαν.
Όταν έλαβα την ευγενική πρόσκληση των διοργανωτών πριν από ενάμιση περίπου μήνα, δεν σας κρύβω πως προβληματίστηκα κατά πόσον ο θεσμικός ρόλος που υπηρετώ, μού επιτρέπει να θέτω υπό την αιγίδα μου μη νομικής φύσεως εκδηλώσεις. Βλέπετε, αυτά που είθισται πλέον να αποδέχομαι –κι αυτά πολύ μετρημένα λόγω μεγάλης πίεσης χρόνου- είναι προσκλήσεις για συνέδρια και εκδηλώσεις νομικού περιεχομένου, που αναπόφευκτα απέχουν από ό,τι θα ταξιδέψει την καρδιά μας απόψε. Δεν σας κρύβω, όμως, πως αυτόν τον προβληματισμό σαν αστραπή αντικατέστησε η οδός Σαλαμίνος. Η οδός Σαλαμίνος, στην Αμμόχωστο. Εκεί που ήταν το σπίτι που ζούσαν τότε οι γονείς και η γιαγιά μου. Και που, δανειζόμενος τα λόγια του μουσουργού Γιώργου Χατζημάρκου σαν έγραφε για τις «Αμμοχώστου Ωδές», έμοιαζε «ωσάν να στεκόμουν μπροστά από μια τεράστια μαγνητική πλάκα που με τραβούσε προς το μέρος της».
Γι’ αυτήν θέλω να μιλήσω απόψε.
Γι’ αυτήν τη θαλασσοφίλητη γη, που έχω την τιμή να αποκαλώ ως την πόλη μου.
Την Αμμόχωστο μου.
Την Αμμόχωστο ΜΑΣ.
Την πόλη μας.
Πολλές οι θύμισες. Ίσως κάποιες ηθελημένα και να τις καταχωνιάσαμε κάπου βαθιά στο χρονοντούλαπο της μνήμης, γιατί πληγώνουν.
Ίσως πάλι το συναπάντημά μας αυτό να είναι ένα νοερό ταξίδι επιστροφής, μόνο που οι ταξιδιώτες είναι πολύ πιο λίγοι. Διότι χάσαμε πολλούς σε αυτά τα 48 χρόνια. Συμπολίτες μας που έφυγαν με τον πόνο της προσφυγιάς, με ανεκπλήρωτο τον πόθο για την πραγματική επιστροφή.
Την επιστροφή στο σπίτι μας, στις γειτονιές μας, στη γη μας. Στη γη που αναγιωθήκαμε και που δεν έχει κρικέλια να την πάρουν στον ώμο και να φύγουν.
Στέκομαι λοιπόν στο βήμα αυτό απόψε, όντας διάχυτος από συναισθήματα και πλημμυρισμένος από μνήμες και θύμισες.
Συγχωρέστε ξανά τη συγκίνησή μου, αλλά τούτη τη στιγμή θαρρώ πως ο χρόνος σταμάτησε σε μιαν αυλή ενός σπιτιού, του δικού μου σπιτιού, με τα ασπρόρουχα της μάνας μου να ανεμίζουν απλωμένα και τ’ αγέρι να μεταφέρει το άρωμα του γιασεμιού, του βασιλικού, της μαντζουράνας που δεν έλειπαν από κανένα σπίτι. Γιατί η μνήμη είναι κινητήριος μοχλός που γεωτρίζει και ενδυναμώνει.
Θυμάμαι το σπίτι μου σε μια μικρή πάροδο της Λεωφόρου Φραγκλίνου Ρούζβελτ, το σχολείο μου, το Δημοτικό του Αγίου Ιωάννη και στη συνέχεια το Α’ Γυμνάσιο Αμμοχώστου, το άσπρο ποδήλατό μου με το οποίο αλώνιζα την πόλη, το ΓΣΕ που καθημερινά πήγαινα προπόνηση, την «Ανόρθωση» όπου έπαιζα βόλεϊ, σκάκι και ήμουν και το πιο μικρό σε ηλικία μέλος της χορωδίας, τους ποδοσφαιρικούς αγώνες όπου όλοι οι φίλαθλοι και των δυο ομάδων κάθονταν στην ίδια κερκίδα και απολάμβαναν χωρίς επεισόδια αλλά με «πειράγματα» τους αγώνες, τον Ναυτικό Όμιλο, την «Γλώσσα» και τη χρυσή
αμμουδιά της πανέμορφης παραλίας μας …
Θυμάμαι τη Γιορτή του Πορτοκαλιού και τη μεγάλη παρέλαση αρμάτων στο στάδιο ΓΣΕ, τους αθλητικούς αγώνες στίβου, το επιβλητικό κτήριο του Λυκείου Ελληνίδων στο κέντρο της πόλης και τόσα άλλα…
Και μέσα σ’ αυτές τις θύμισες, το μυαλό αδυσώπητα να επαναλαμβάνει στίχους ενός ποιήματος αγαπημένου. Ενός ποιήματος μιας δικής μας συμπολίτισσας, της Κλαίρης Αγγελίδου, που ξέρω πως αν γινόταν θα ήταν απόψε εδώ μαζί μας. Κι αυτή, μαζί με πολλούς άλλους, να απαγγέλει το ποίημά της «Στερνός λόγος» και να λέει:
«Φύλαξε το κλειδί. Είναι του σπιτιού όταν θα πας, να ανοίξεις.
Σε τόπο φύλαξε το σίγουρο και κάπου-κάπου να το καθαρίζεις.
Δεν πρέπει να σκουριάσει.
Να’ ναι έτοιμο μόλις σας πούνε να γυρίσετε...»
Αυτό «το κλειδί», όπως κι εσείς, το φυλάω κι εγώ ως κόρη οφθαλμού. Και το φυλάω σε τόπο σίγουρο. Σε τόπο που δεν δέρνεται μήτε από αγιάζι μήτε από βροχή και που εκεί, ναι, δεν μπορεί να σκουριάσει. Το φυλάω ως κόρη οφθαλμού, διότι πάνω σε τούτο το κλειδί είναι με χρυσά γράμματα πελεκημένη η Ιστορία της γλυκιάς μας χώρας, το αποτύπωμά μας στον χώρο και τον χρόνο, το κάθε λιθάρι απ'το χώμα, απ'το δέντρο, απ’ το νερό της Αμμοχώστου μας, απ’ τη χρυσοφίλητη πατρίδα μας. Και είναι έτοιμο για να μπει ξανά στην πόρτα το κλειδί, για να την ανοίξει μόλις γυρίσουμε. «Γιατί αυτοί θε να φύγουν, πες πως κιόλας κινάνε, μα όλα τ' άλλα θα μείνουν και δικά μας θε να'ναι.»
Σας ευχαριστώ ξανά για την τιμή να είμαι σήμερα μαζί σας. Σας ευχαριστώ ξανά για όλες τις θύμισες που η πρόσκλησή σας μου ζωντάνεψε. Αδημονώ να «χαθώ» στις γειτονιές της Βασιλεύουσας μέσα από το έργο του κ.Χατζημάρκου και όλων όσοι εργάστηκαν για την υλοποίηση της πρωτοβουλίας τούτης.
Συγχαρητήρια σε όλους, να’ στε καλά και με υγεία πάντοτε.