Ο τέως Γραμματέας του Συνδέσμου Σκοπευτών Ολυμπιακού Τραπ και σκοπευτής Μάριος Αριστοδήμου μιλά για στοχοποίηση και συντεταγμένη προσπάθεια φίμωσης – Στο Δικαστήριο οι υποθέσεις
Η σκοποβολή στην Κύπρο βρίσκεται στο επίκεντρο καταγγελιών και δικαστικών διενέξεων, με πρωταγωνιστή τον σκοπευτή Μάριο Αριστοδήμου. Ο αθλητής καταγγέλλει ότι βρίσκεται στο στόχαστρο της Σκοπευτικής Ομοσπονδίας Κύπρου (ΣΚΟΚ) και της Σκοπευτικής Οργάνωσης Λάρνακας (ΣΚΟΛΑΡ), οι οποίες – όπως υποστηρίζει – προχώρησαν σε αποφάσεις αποκλεισμού και διαγραφής του με παράτυπες και αντικαταστατικές διαδικασίες. Οι ενέργειες αυτές, όπως ο ίδιος καταγγέλλει γραπτώς προς τη Επιτροπή Δεοντολογίας και Προστασίας Αθλητισμού, «στόχο έχουν τη φίμωση και τον εκφοβισμό όσων στάθηκαν ενάντια στο κατεστημένο».
Ο αποκλεισμός από τη ΣΚΟΚ
Τον Οκτώβριο του 2024, η ΣΚΟΚ αποφάσισε τον αποκλεισμό του Μάριου Αριστοδήμου από έξι πρωταθληματικούς αγώνες. Η απόφαση βασίστηκε σε σχόλια του στα κοινωνικά δίκτυα, τα οποία θεωρήθηκαν «προσβλητικά» για την Ομοσπονδία και τους αξιωματούχους της.
Ο αθλητής υποστηρίζει ότι η ποινή επιβλήθηκε χωρίς να του δοθεί δικαίωμα υπεράσπισης και χαρακτηρίζει την απόφαση παράτυπη και αντικαταστατική, όπως προβλέπουν οι κανονισμοί. Για τον λόγο αυτό κατέφυγε στην ΑΔΕΑ, η οποία με απόφασή της δήλωσε αναρμόδια να δικάσει. Έκτοτε ο αθλητής έχει καταχωρήσει προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, όπου η υπόθεση εκκρεμεί.
Η διαγραφή από τη ΣΚΟΛΑΡ
Η αντιπαράθεση συνεχίστηκε το 2025, όταν η Σκοπευτική Οργάνωση Λάρνακας, λίγο πριν τη λήξη της τιμωρίας του Αριστοδήμου, προχώρησε μονομερώς, μέσω του Διοικητικού της Συμβουλίου, στην πλήρη διαγραφή του από τα μητρώα της. Η απόφαση αυτή λήφθηκε επικαλούμενη τις έξι αγωνιστικές τιμωρίας που είχε επιβληθεί από την Ομοσπονδία τέσσερις μήνες νωρίτερα. Απόφαση, η οποία, σύμφωνα με τον αθλητή, παραβιάζει κατάφορα το καταστατικό, αφού μόνο η Δικαστική του Σωματείου έχει την εξουσία να αποφασίσει για διαγραφή μέλους εντός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου.
Ο Αριστοδήμου, ακολουθώντας τις νενομισμένες διαδικασίες, αποτάθηκε στη Δικαστική του Σωματείου για να διεκδικήσει το δίκαιο του, αλλά και εκεί συνάντησε άρνηση εκδίκασης με αιτιολογία «αναρμοδιότητας». Το αποτέλεσμα ήταν να αποκλειστεί από το Παγκύπριο Πρωτάθλημα, παρότι ήταν αθλητής της Α’ κατηγορίας. Προσφυγή για το πιο πάνω κατατέθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας.
Οι καταγγελίες για ασυμβίβαστα
Παράλληλα με τα πιο πάνω, ο Αριστοδήμου σε ξεχωριστή καταγγελία προς την ΕΔΠΑ, αναδεικνύει ζητήματα ασυμβίβαστου και σύγκρουσης συμφερόντων στο Διοικητικό Συμβούλιο της Σκοπευτικής Οργάνωσης Λάρνακας:
• Ο Αντιπρόεδρος του Σωματείου είναι ταυτόχρονα και ο μεγαλύτερος προμηθευτής του σκοπευτηρίου.
• Πατέρας και υιός συμμετέχουν στο ίδιο Δ.Σ., πρακτική που αντίκειται στον Κώδικα Χρηστής Διακυβέρνησης Αθλητικών Ομοσπονδιών και στον Νόμο 11(Ι)/2017.
Όπως υποστηρίζει ο καταγγέλλων, τέτοιες καταστάσεις «υπονομεύουν την αμεροληψία και την ορθή διαχείριση ενός κρατικού σκοπευτηρίου».
Η στάση της ΕΔΠΑ
Σε επιστολή του προς την Επιτροπή Δεοντολογίας και Προστασίας του Αθλητισμού (ΕΔΠΑ), ο Μάριος Αριστοδήμου αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Έχω καταστεί το εξιλαστήριο θύμα, παράδειγμα προς αποφυγή για όποιον τολμήσει να υψώσει φωνή απέναντι στο κατεστημένο».
Καλεί την Επιτροπή να τοποθετηθεί δημόσια απέναντι στις πρακτικές εκφοβισμού και φίμωσης, ώστε – όπως λέει – να σταλεί το μήνυμα ότι η αυθαιρεσία δεν μπορεί να γίνει ανεκτή στον χώρο του αθλητισμού.
Στις αίθουσες των Δικαστηρίων
Η υπόθεση έχει ήδη πάρει τον δρόμο της Δικαιοσύνης, με δύο προσφυγές να εκκρεμούν. Η τελική κρίση αναμένεται να δοθεί από τα Διοικητικά και Επαρχιακά Δικαστήρια.
Ωστόσο, το ζήτημα δεν περιορίζεται μόνο στη δικαστική διάσταση. Αφορά το κατά πόσο οι αθλητικές αρχές λειτουργούν με σεβασμό στη νομιμότητα και τη δεοντολογία, ή αν επιτρέπουν φαινόμενα εκφοβισμού και εσωτερικής εξόντωσης αθλητών.
Το ευρύτερο μήνυμα
Η περίπτωση Αριστοδήμου δεν είναι μεμονωμένο περιστατικό. Αναδεικνύει ένα ευρύτερο πρόβλημα διαφάνειας και χρηστής διακυβέρνησης στον κυπριακό αθλητισμό.
Ο ίδιος συνδέει ευθέως την πολεμική που δέχτηκε με τη δράση του ως τέως Γραμματέας του Συνδέσμου Σκοπευτών Ολυμπιακού Τραπ, θέση από την οποία είχε προχωρήσει σε δημόσιες παρεμβάσεις και καταγγελίες για φαινόμενα κακοδιαχείρισης και διαφθοράς στον χώρο. Όπως τονίζει, «η στοχοποίησή μου δεν είναι τυχαία· αποτελεί το τίμημα της επιλογής μου να σταθώ απέναντι στο σαθρό κατεστημένο».
Η υπόθεση όμως εγείρει και ένα μεγαλύτερο ερώτημα: ποια είναι η στάση της Πολιτείας και του ΚΟΑ απέναντι σε αυτές τις πρακτικές; Οργανισμοί που θεσμικά έχουν την ευθύνη για την εποπτεία και τη διασφάλιση της χρηστής διακυβέρνησης στον αθλητισμό, εμφανίζονται – σύμφωνα με τους επικριτές – να κάνουν «πλάτες» ή να κλείνουν τα μάτια σε φαινόμενα που πλήττουν το άθλημα. Η παρουσία προσώπων με δεσμούς προς την Ομοσπονδία σε θέσεις-κλειδιά εντός του Οργανισμού ενισχύει την αίσθηση ότι οι δομές ελέγχου έχουν μετατραπεί σε «Δούρειους Ίππους», επιτρέποντας στο κατεστημένο να συντηρείται.
Η εξέλιξη της υπόθεσης θα δείξει αν θα αποτελέσει αφορμή για κάθαρση και αλλαγή νοοτροπίας ή αν θα παραμείνει ακόμη μια ιστορία «θαμμένη στα συρτάρια» με την Πολιτεία να φέρει ευθύνη για την αδράνειά της.