Κυρ, Νοε 24, 2024

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΕΠΤΑ

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΕΠΤΑ

Εν τέρτιν η καρκιά της νήσου

Πεζογραφήματα πρωτινά

1.Ήταν Χριστούγεννά του 1958.Μια ομάδα ανταρτών τριμελής ανέβηκε πρώί λίγο μετα την Λειτουργία των Χριστουγέννων σε ένα ξωκκλήσι της ημιορεινής Λεμεσού.Κάπου ανάμεσα Παραμύθας Φασούλλας Ακαπνους Γεράσας.Ποιος να ξέρει.Μονάχα ένας απέμεινέ εν ζωή.
Έφτασε ο ιερέας κοντινού χωρκού
Έφερε με χίλιες προφυλάξεις την Θεία Κοινωνία.Ο ομαδάρχής αφού προσκύνησαν είπε Δαπάνω πάτερ μου δύσκολόν να νηστέψουμέν σωστά.Είμαστεν όμως νηστιτζοι που εψες να κοινωνήσουμέν.Τζιαι που τόπος για να καθαριστούμεν .Μες τα βουνά αντάρτες τόσον τζιαιρόν.Εσεις τζι αν είσαστεν οδοιπορούντες γιε μου απάντησεν ο λεβέντης παπάς.Ελάτε παιθκιά μου να κοινωνήσετε να κάμετε τζι εσεις
Χριστούγεννά.
Εκοινωνήσαν ευλαβικά.Ο μεγάλός σαν καπετάνιος κλεφτών άφοβός μα έντονα προστατευτικός για του θκυο μιτσιους.Ο καθένας τους ολόκληρη σευρά παράτολμών ενεργείων για την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.Δεν ανέβαινε κάποιος στο βουνό καταζητούμενός τζιαι αντάρτης εύκολά το πενήντα οκτω.Επρεπέ να κινδυνεύει σε μέγιστο βαθμό .Οι αντάρτες πόλεων ήτουν πολλά πολύτιμοι μετά τα ανθρωπομαζώματά..Εκάτσαν ύστερα για λλίον μες την Εκκλησιάν.Χρόνια πολλά παιθκιά μου.Ο Χριστός ο εν τη φάτνει τεχθεις τωρά εσκήνωσεν μες την καρκιάν σας.
Υστ ερα επκιάσαν τα όπλα τους τζιαι επήραν το μονοπάτι των βουνών για το μυστικόν δρόμον του κρυσφηγέτού όπου επεράσαν έναν δύσκολόν τζιαι κρυόν σιειμώναν ...
Με το Χριστόν μες τη ψυσιήν τους εις νεφρούς εις καρδίας αντέξαν ως το Φεβράρήν του πενήντα εννιά .
Ήταν τρεις ένας πρωταντάρτης τζιαι θκυο αντάρτες είκοσι ετών από τα δεκαεφτά στους κινδύνους .Εκείνα τα Χριστούγεννα επαρηγορήθηκαν και εστηρίχτηκάν μετά από ένα πολύ δύσκολόν έτος .Στο βουνόν Χριστούγεννά κατάκοποι πεινασμένοι για να ζούμεν εμεις ελεύθεροί.Ο ένας των τριών πάντα θυμόταν με ευγνωμοσύνη τον λεβέντη λευίτη και τους λόγους παρηγορίας του.Τα Χριστούγεννα του 1960 υπέφερε ακόμη από τις κακουχίες της ανταρτικής ζωής μα έκαμεν Χριστούγεννα στην Εκκλησιάν του χωρκού του Στο μετα φόβου Θεού πιστεώς αθθυμήθηκέν τους θκυο αντάρτες που επολεμούσαν μαζί του για την πολλαγαπημένην τους πατρίδαν..

2.Γεύσεις πρωτινές.Μαζί με ιστορίες του παλαιού Πεδουλά με τους κουττουκούς μες την νησκιάν.Ρώτά κάποιος νεαρός τον αρχιμάειρα των πρωτινών γεύσεών.Αφτεννετε το τζάκι στον Πεδουλά μάστρε.Η απάντηση με ευγένειά.Οχι τζακι παιδίν μου νησκιές είχαμεν.Εβαλλαμεν κουττουκους μέσα εβράζαν.Σιόνιν έκαμνεν.Τους παλλιούς τζιαιρούς γιε μου έκαμνεν θκυο τρία μέτρα σιόνιν ως τζειπάνω.Εκλείαν οι πόρτες;Καλό.Εμεινίσκαμεν μέσα μα τα σπίθκια ήταν εφοδιασμένα.Ψουμίν ζυμωτόν ποξιμάθκια ελλιές κρομμύθκια πάγκαλλους φυλαμένους μες τες φίζες.Χαλλούμια μες τους
κούζους.Παστά μες την κούμναν μιτσιάν ή μεάλην.
Οι νησκιές.Καθε χωρκόν τζιαι οι νησκιές του.
Κάθε χωρκόν τζιαι οι παραβολαές τους πρωτινούς τζιαι κάτι να σσιει πας τα κάρβουνά ασσεν τζιαι ψουμίν καπήρα με το μαυρόλαον το πολλοφουμισμένον.Τον τζιαιρόν που επήαμεν εις τες μούλες επήεν τζιαι ο χωρκανός μας ο Σπύρος με τον στρατόν τον Αμερικάνικόν.Οι Δρουσιώτες επαένναν τότες εις τους πολέμους.....
Τζιαι γυρόν που την νησκιάν οι ιστορίες να μεν έχουν τέλος.....
Ο αρφός της Δεσποινούς έκαμεν δέκα χρόνια που τους βαλκανικούς ως την Μικράν Ασίαν.
Ελάλεν πως επήεν τζιαι στην Αγιάν Σοφκιάν τζιαι έμεινέν μες το νουν του τζεινός ο τόπος ο Ευλοημένος του Θεού....

3.. Ο κούτουκός μες τη νησκιά η ώρα ανάμιση που εκλείσαμεν το τραπέζιν κόμα έστεκέν τζιαι έβραζεν το οινομαγειρίον της επαρχιακής πόλεως τζιαι εζέσταινέν τις βασανισμένες ψυσιές των θαμώνων τζιαι του άρχοντος ευγενούς ταβερνιαρη με τον πάγκόν του διαλόγου τζιαι τα τραπέζια των παρέων των ποικιλων τζιαι των ομιλούντων περί θεμάτων διαφόρων εν αγάπη και ομονοία
.Μες τον καφενέν τζιαι στην τάβερνάν την λαικήν δεν εισέρχονται οι μεγάλες διαφορές.Μένουν για τις ώρες του φωτός.Τα λαικά πρωτινά βράδυα είναι ώρες παρηγορίας και συναντήσεως.Ένα βράδυ τα ήπια άχρι πρωίας με ένα ιδεολογικό μου αντιπαλό έλεγε μια παλλιά καραβάνα σε ένα πάγκο μαειρκού.Που τότες ήμουν πιο αθρώπινός μαζί μου.Ύστερά στην μεγάλη μου θλλίψη αυτός με συνέτρεξε.Με γύριζε δυο μήνες τα ταβερνεία μέχρι να βρω τα πόθκια μου.Τζιαι πάντα ελάλεν μου.Ρε εσού πας την τάβλά είσαι πρωτινός.Είσαι Μικρασιάτης.Είσαι περίτου Έλληνας χρισκιανός που μέναν .Εν άντεξα τζιαι είπα του.Έτσι εν η μάνα μου στο χωρκόν αννοίει τις εκκλησιές τζιαι ταίζει τρία χωρκά με τα Κοπιάστε της.
Ένα μεσάνυχτόν ο δάσκαλός λαλεί μου.Τούτο το μαειρκόν εν σαν τη μπακαλοταβέρναν του Καχριμάνη στας Αθήνας όπου επαρηγορήτο ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης ο Αρχηγός των Πρώτίνών .Ο Καχριμάνης ο ευγενής είσιεν το καλύτερον κρασίν της Ελλάδος το έτος 1900.Ο υιός του ο ποιητής Γεώργιος Καχριμάνης έγραψε έναν ποίημάν δια τα Χριστούγεννα του Παπαδιαμάντη .Όταν το εθκιάβασα λαλώ.Κύριε έλεησον τούτος πρέπει να εγνώρισεν τον Κυρ Αλέξσντρον.Ύστερα έμαθα πως του ετοίμαζε την τράπεζα εις το μυθικόν μαγαζίν του πατρός του
Ήτο κορυφαίος δικαστικός.Πληρωνέ εξ ιδίων τα χρέη των γιαγιάδων της ανέχειάς δια να αποτρέψει τας εξώσεις των σκληρόκαρδών νοικοκυραίων.
Ήτο ο υιός του ανθρώπου Καχριμάνη που συνέτρεχε κρυφίως τον διδάσκαλόν όλων των Ελληνών και την παρηγορίαν όλων των μοναχικών και πληγωμένων του βίου.Εσυνέγραψεν και έναν ποίημαν με τίτλόν Εξ ιδίων .Πολύ συγκινητικόν δια χειρός Γ.Καχριμάνη ποιητού εις το περιόδικόν ΑΚΤΙΝΕΣ
Ο κούττουκός ακόμα αφταίννει στην νησκιάν του έμορφού οινομαγειρίου

4.Μπήκες στο μαγαζι.Στον πάγκο σε περιμενει τριών ειδων σαλάτα με λάδι ξύδι ή λεμόνι.Λουβάνα μαρούλλι ή ρόκκα.Η καλύτερη για μένα είναι η λουβάνα όλο πράσινο.Καπίρα ζεστή στα κάρβουνά.Ψωμί άλλης έποχης.Κταπόδι σαρακοστιανο στο κάρβουνό με λάδι από βρασμένες ελλιές, μαιτανό και ρίγανη.Κρασί κυπριακό κόκκινο προς παρηγορίαν και υπερβαση των διαψεύσεων.Ελιές μαύρες νέας εσοδιας και γεύσης βασιλικής.Ελιες ,λάδι απο την Φοίτη της Πάφου.Οι ελιές βραζονται τζιαι απλώνουνται στο δώμα τζιαι ύστερα θα παν στο μύλο για λάδι , μαυρόλαδο.Πανακριβό πλέον στις μέρες μας μα στην ταβερνούαν της γειτονιάς το μαυρόλαδόν που απέρριψαν οι Εγγλέζοι χρόνια πριν είναι ζήτημα τιμής και αξιοπρεπείας πρωτινής γεύσης.
Οι διπλανοι να συζητούν για καρκαλαμιες τζιαι λαρτιν που τον Στατόν, παραγγελίαν για τις μεθεόρτιές συνάξεις της ταβέρνας της φτωχολογιάς που τρώει ακόμα καραόλους τζιαι σουπιές τζιαι οκταπόδιν που ψαρεύκει ο ταβερνιάρης μάστρος μεγάλος.Στρατηγός της γεύσης λαλεί ο συμμαθητής μου τριάντα χρόνια πλασιέ στα κοννιάκια τζιαι τα κρασιά της Λεμεσού.Έκατσε κυριολεκτικά σε μαειρκά τζιαι ταβέρνες εκατοστάες τζιαι το κριτήριον του εν αψευτόν.
Η θάλασσα εν σηκώννει ποτόν λαλεί ο διπλανός γιατι το καλαμάριν εν κοντα στους λιμενοβραχιονες, στους βράχους τζιαι μπορεί να πάθει ζήμια η βάρκα σου.

Ακόμα έναν πομηλόριν έφτασέν τραουδα ο ταβερνιάρης.Όλοι όσοι περνούν από τον μερακλήτικό πάγκο έχουν μεράκια και βάσανα.
Η ελπίδα στις φτωχογειτονιές είναι το μέλλον του ρωμέικου στην Κύπρο που έχει ακόμη ταυτότητα γεύσεις και αλήθεια.
Έναν ποτήριν κρασίν τζιερασμένονβαρεί σιλλιάες λόγια σωτήρων της πολεως και της νησου
Μπήκες στην ταβέρνα μαγέρικο με γεύσεις της Πάφου τζιαι λαλείς.Αραγεσου έφκειν που κανέναν βιβλίον παλιόν ρωμέικόν τούτος ο βαρκάρης ταβερνιάρης βουνίσιος μάειράς πρωτινός σοφός των λαχανικών των φυτών της γης μας.
Ελπίδαν έχουμεν γισ φως στες γειτονιές που μάχουνται κόμα να ζήσουν τζιαι εν επροσκυνήσαν....Αντέχουν κόμα οι ρίζες....

5.Με σέναν παλλιόν μαειρκόν μπορείς να ζήσεις .Αν είσαι που τους τελευταίους τη νύχταν την ώραν που κάθεται ο μάστρος ο μάειρας ο ιδιοκτήτης που δουλεψεν τζιαι στα πλοία τζιαι στη Λιβυη τζιαι ήτουν συμμαθητής με τα κοπέλλια της ΕΟΚΑ.Ακούεις σοφά λόγια γρουσάφιν μετρημένα λέξην λέξην.Τωρά οι νέοι Γιαννάκη δεν προτιμούν τα παλαιά φαγητά.Πηγαίνουν στα χαμπουρκερ περισσότερο.Δουλειά υπάρχει τελευταίως.Θέλει πόδια.Ευτυχώς που την κράτησα.Δουλεύει ο μικρός.Τέλειωσε το Πανεπιστήμιο.Έρχεται έξι το πρωι αννοίγει για τους πρωινούς καφέδες και τις σούππες του χαράματος.Έτσι μπορώ να ψωνίζω το πρωί.
Μιλούμε για τους παλιούς πελάτες που έφυγάν για τους ουρανούς.Ήταν το πρόσαυκον της δουλειάς Γιαννάκη μου.Ο Αστυνoμικός με το ευγενικό πρόσωπο.Και ο φίλος του αυτός που ερχόταν στις εννέα βράδυν πάντα και όταν έφευγε ο κόσμος λέγαν τα δικά τους τα χρόνια της βιοπάλης.Πάντα μιλούσε .εκτός για την ΕΟΚΑ Μέχρι που ένα πρωί Σαββάτου μπήκε μέσα ο Αντρέας του παραπάνω συλλογου και τον πήρε απο κοντα τον μάειραν ψιθυριστα και του λέει.Τιμή σου να εσιεις έτσι πελάτην.Αγωνιστής κορυφαίος.Ανάργυρός.Με τις λίρες που του δώσαν μόλις εκατέβειν που το αντάρτικον.εγέμωσεν κάδρα ηρώων τους καφενέες του χωρκου του.Ούτε μιαν πακκίραν.Εγυρεύκεν τον έναν τάγμαν κοτσινοσκουφηες μες την πόλην.Ύστερα στο βουνόν εν εβαρυγκομησεν ποττέ.Υπάκουός.Ελάλεν
μόνον .Τζιαι του χρόνου στη μάναν μας.
Μα Γιαννάκη μου ήταν αρφός μου .Τζιαι να μεν μου πει.Εμέναν που κάθε πρωίν αθθυμούμε τον Αριστείδην τον συμμαθητήν μου τον Χαραλάμπους.
Πιε το κρασίν σου Γιαννάκη μου.Τσίμπα το κρασάτον.Ωραία η καπίρα μας.Κάποτε νομίζω εν μες το μαχαζίν.Άμαν κλείω τζιαι κάμνω την προετοιμασία για αύριον.Ήταν ή ώρα που ελέαμεν τα δικά μας.Άλλες κουβέντες.Έπναζεν η ψυσιή μου.Άμαν του παραπονήθηκα με τρόπον εγύρισεν πάνω μου τζιαι είπεν μου.Μα Στέφανε εκάμαμέν τα για την πατρίδαν.Εκάμαμέν τα για να τα λαλούμεν΄΄.Συγνώμην ρε αδέρφιν συγχώρα με.Ήταν η πρώτη φορά που με είπεν αδερφόν του. Μες τα παλιά τα μαειρκά η Κύπρος εν Ελλάδα λαλεί ο μαστρε Χρίστος.Σαννα τζιαι έσιει δίτζηον.Άμαν πκιει καμμιάν παραπάνω.Λαλεί πάντα παραβολικά.
Παλληκάριν.Ο Δράκος.Μες τα σσιόνια μερόνυχτα.Οι Εγγλέζοι ενομίζαν ήτουν στραπη τζιαι εχάννετουν που μες τα σιέρκα τους.Μια φοράν επερπατήσαν ουλλον νύχτες που τα βουνα του Ολύμπου ως την Αρμίνου της Πάφου. Ούλλον σιονιά.Αμαν επροσεύχετούν δάσκαλε έφεγγεν.Ακούεις γιε μου.Άρεσκεν του το τραούδιν Όπου τζιαν στρέψω τη ματια μου παντου εσε Θεε θα ειδώ.Τη νύχτα που τον επήρεν ο Χριστός είπεν του πρωταντάρτη του να του το τραουδήσει.Επαρπάταν πρώτος.Οι συντρόφοι του εσωθήκάν τζίάί έγλύτώσαν την ενέδραν Α ο Λυκούργος ο Λυκούργός ο ΑΡΚΟΝΤΑΣ ΜΑΣ

6. Ο ΒΑΘΥΡΙΖΟΣ ΤΕΡΑΤΣΟΣ Αφιερωμένο στο Στέφανον τον μάειραν τον παλαιόν στα φώτα του Συμιλλίδη φίλον αγαπητόν του πατρός μου.
Εν κάτι μαειρκά με καρέκλες τόνενές στο μέσα μαχαζίν τζιαι βεράνταν έξω που μειρεύκουν κόμα σούππες χούμους λουβάνα χορτόσουππάν με τα κάρβουνα να αφτουν για τα κρεατικά τζιαι τις καπήρες.Άμαν βρέξει ο Πλάστης μου τζιαι σύρει ο Πλάστης μου νερά κεραυνούς στραπές τζιαι πούμπορούς τζιαι φυσά τζιαι νάκκον τζιαι κρυώσει ο αέρας.Βουττούν μες το μαχαζίν τα συνεργεία κτιστάες καλουψιήες μηχανοκοι ταχυδρόμοι βρεμένοι μαστόροι που τα δίπλα μαχαζιά τσιακκοι πρωτινοι συνταξιούχοι παλλιοι αστυνομικοι δασκάλοι θερμαστες υπαλλήλοι κόμα τζιαι γιατροί .Γένετε μια κατάνυξη παλιά αδρωπινή.Μάστρε λλίες καπηρούες πιπέρι τζιαι σκόρτον μες τους χούμους.Κύριε Στέφανε βάλε τζιαι λλίες πατάτες τηανιτές.Έφτασεν.Τζιαι μιαν πότσαν κρασίν.
Τζιαι θκυο ζιβάνες.
Ούλλοι μαζίν με κομματα με καυκάες.Κουμπάρε Γιώρκο κάτσε μαζίν μας.Ήντα πον να φάεις.Μιαν χορτόσουππάν περιποιημένην.
Εσιει που τον τζιαιρόν που μουν στη μάναν μου να φάω έτσι σούπαν λουάναν λαλεί ο παλαιότερός της παρέας.Εν που τότες που μαστεν εις το Τζοιλάνεμός.Άτε εις υγείαν κοπέλλια τζιαι του χρόνου στους τόπους μας.
Άμαν μερακλώσουν σιοτραουδούν .Με προδωσε γιατι την αγαπούσα.Τζιαι καρτζιν ο Καζανζίδης.Μαντουβάλα αγάπη γλυκειά μου.
Τζιαι σου που μέσα σου σχεδόν .Το τέρτιν της καρτούλλας μου.Τζιαι ο ομοτράπεζος Τζιερυνειώτης σαννα τζι απαντα σου .Μιάλον τέρτιν ο Άης Γιώρκης της Τζιερύνειας αδέρφιν.Το πειρακτήριν του μαχαζιού φωνάζει μετρίως .Σιγα ,σιγα τζιαι ννα μας φάτε τζιαι τους παραστατούς.Ένα γέλιο απαντά.Έσιει ρεβίθκια πολλά .Μεν φοάστε κοπέλλια Μάσρε πατατες, χαλλούμιν.

Έρκεται τζιαι το χαλλούμιν Έρκουνται τζι οι πατάτες.
Νέος όμιλός τεχνικών εισέρχετε.Μάστρε .Έναν τραπέζιν ούλλον νηστισιμά για πέντε.Χούμους σούππαν, τρεις .σαλάταν χούμους δύο για αρκήν Μετα χαράς κοπέλλια. Ό ι ρε εβράσαμεν.
Στα μαειρκά η Κύπρος ακόμα ζιει ευλοήμένα.Κρατεί ακόμα ο Βαθυριζος Τέρατσος της πρωτινής παραδόσεως. Δόξα σοι ο Θεός εφάαμεν αρκοντικά τζιαι πρωτινά τραουδά ο αρχικαλουψιης τζιαι γελά ο σειράς του ο σιεράς.
Εν κάτι μαειρκά ούλλον φως.

7.Έκαμνεν κάτι σιειμώνες εις τη Δρούσιαν

Έκαμνεν κάτι σιειμώνες εις τη Δρούσια κάτι σιειμώνες.Έναν μήνάν βροσιήν ελαλούσαν οι παππούες, οι προπαππούες μας.
Ήταν έτσι ένας σσιειμώνας τζιαι εκαθούμαστεν ούλλοι εις την νησκιάν με προεστωτες τον παππού μας το Γιαννή, τον Τύλληρόν ,ελαλούσαν τον τζιαι Γιαννήν του Δασκάλου τζιαι τη γιαγιάν τη Σοφρωνίαν του Κουππάρη ,του Στυλιανού του Κουππάρη κόρη, ,του αδρώπου του πολλά καλοσυνάτου που επέθανέν νέος που την αδικίαν τζιαι την αχαριστίαν των αθρώπων.
Γυρόν που την νησκιάν του μαειρκού εις το προτελευταίον σπίτιν τότες του χωρκού .Το τελευταίον ήταν του θείου του Αντρέα του Φέττού τζιαι της θείας της Μαρούλλας που μας αγαπούσαν τζιαι αγαπούσαμεν τους πολλά τζιαι με το χαμόγελόν τους ,τον σιαιρετισμόν τους τον γλυτζιν, μέλιν.
Ελαλούσεν ο παππούς τζιαι η γιαγιά ιστορίες παλλιές, έναν σιειμώναν πολλά βαρύν που εφκένναν που το σπίτιν μόνον για να κουτσιήσουν βίκον μες το άσιερόν των κτηνών μες τους σταύλους να τα σάσούν να τα ταράξούν νάκκον.Έβρέσιεν έναν μήναν εκατεβήκαν οι ποταμοί πέλα σέλα επέρναν ο,τι εβρίσκαν ομπρος τους.Ο κόσμός εμηνισκεν έσσω ετρωέν σούππες τραχανάν, αυκολέμονες, λουβάνες ,όρνιθες της αυλής με τα μακαρούνιά τζιαι το φιδεν του σιερκού.
Τούτα ούλλά ακούαμεν τα με τον παππού να ρέσσει πας το σουβλίν σαρτζιερα ,,λουκάνικά, λαρτίν με κρέας πάνω του τζιαι να τα ψήννει παστην νησκιάν να τα φκάλλει πας το πιάτον να κόφκουμέν ψουμίν σιταρένον, ζυμωτόν που το φούρνόν τον καλοπυρωμένον της θείας της Σαββούς.Η γιαγιά να τηανίζει μαστορικά τα αυκά της γήστης μας τζιαι εμείς ούλλοι αγγόνια ,παιθκιά, συγγενείς να
τρώμεν περιχαρείς παρέα με τις παραβολάες τζιαι τες ιστορίες τους πρωτινούς τζιαι τζιείνους που πήαν να πολεμήσούν εις τες μούλες τζιαι για το γούμενον των μοναστηρκών τζιαι τον παππούν τον Παναήν που ξενητεύτειν τζιαι ήτουν πρώτος παλιωτάρης εις την Αίγυπτόν.

Θκεια Σοβρωνία θκειε Γιαννή είσαστέν έσσω.Κοπκιάστε μάνα μου ποδά πκοιοι είστε μάνα μου.
Ελάτε μωρά μου κατσετε στην νησκειά να στεγώσετέ.
Ήταν κάτι σιειμώνές της Δρούσιας του 1979 του 1980 τζιαι ύστερίς ούλλόν φως πρωτινον τζιαι ευκαρίστησήν αδρώπινήν.Τότες που εμαχουνταν πκοιος να σου τζιεράσει πρώτός εις τους καφενέες.
Ποττέ να πκιερώσεις γιε μου.Παναία μου ο γιος του καλαερφού μου.Με τον τζιύρην σου επαένναμέν μαζίν σκολείον.Ήντα καλή ήταν η παρέα του.Η γιαγιά σου έκαμνέν κάτι χαλλούμια τζει στον Ακάμαν Όποτε επαένναμέν εφορτωνέν μας .Πο ούλλα τραχανάες ,αναραές ,χαλλόυμια φρέσκά μες τους κούζούς.Για την κουμέραν ελάλεν.Α η θκειά μου η Αννεζού .Πολλά καλή η νουννά μου.
Σιειμώνες της Δρούσιας μας ούλλον αγάπην.Αγάπήν τζιαι βράστην πολλήν τζιαι καλήν μες την καρκιάν

Έκαμνεν κάτι σιειμώνες εις τη Δρούσια

Listen Live