Κυρ, Νοε 24, 2024

Ο ΣΕΙΡΑΣ ΜΟΥ ΜΕΣ ΤΟΥΣ ΤΕΛΕΥΤΑΊΟΥΣ ΤΩΝ ΑΔΑΝΩΝ

Ο ΣΕΙΡΑΣ ΜΟΥ ΜΕΣ ΤΟΥΣ ΤΕΛΕΥΤΑΊΟΥΣ ΤΩΝ ΑΔΑΝΩΝ

Eφέραν μας στο Λήδρα Πάλας την τελευταίαν ημέραν ανταλλαγης αιχμαλώτων.Ήμουν αιχμάλωτος ξυπόλητος ρακένδυτος.Παρά τα πολλά βάσανα ενοιώθα πολλά καλά πόμεινα τελευταίος.Εκάλυψα τους να υποχωρήσουν να ζήσουν.Τωρά πως τα έφερεν ο Θεός να τραυματιστώ, να μεν πεθάνω όπως εθκιάλεξα. Πάντα εννα το σκέφτομαι.Άμαν εποφύρτηκα τζιαι αρκεψα να περπατώ μες το δάσος εν επίστευκα πως έζιουν. Τα υπόλοιπα ήτουν μεάλη ιστορία.Ήνταλος μας ήβραν τέσσερα αγρίμια το Σεττέβρην μες τον σπήλιον...
Τζιαμε στο Φιλοξένια έπρεπεν λαλεί κάποιος να μας παραλάβει.Εμέναν πκοιος να με παραλάβει.Είχα μόνον την μάναν μου στο χωρκόν.,,
Άξηππα θωρώ τον Χρυσοχούν να φωνάζει κλάμοντα.Σειιιιρά ....
Εφέραμεν το λαντρόβερ μας να σε παραλάβουμεν με τον Δόκιμον τον Πολλύν.Εμάθαμεν που τον Ερυθρον Σταυρόν πως ήσουν αιχμάλωτος πως ήσουν με τους ζωντανούς...
Υπογράξαν πως ήτουν να με παραλάβουν.Εδωκεν μου η κυβέρνηση τζιαι θκυο λίρες για τα αγώγια.
Εμπ'εημαν μες το λαντρόβερ.Εκλαίαμεν τζιαι οι τρεις.Εφτάσαμεν εις το στρατόπεδον.όσοι εγλυτώσαν αγκαλιάζαν με.Εσάσαν μου ρούχα.Έκαμα μπάνιον.Ο μάειρας έσασεν μου κοτόπουλλονν βραστον έφαα...
Το δείλις επήρεν με εις το χωρκόν ο Χρυσοχούς ο Γιώρκος. με το φιαττούιν μας .Εφτάσαμεν νύχταν .Η μάνα μου εγονάτισεν σαν με εφίλαν.Κλάμοντα ελάλεν.Ευκαριστώ σε Πανα ί α μου που μου τον έφερες.
εκλαιεν τζιαι ο Γιώρκος.
Κατα τα μεσάνυχτα που ταν να φύει ο σειράς για το χωρκόν του λαλεί μου.Αμάν έμαθα πως έμεινες για τους άλλους έκλαια θκυο μέρες .Συγχωρα μου που σε περίπαιζα για φτανόκαρτον άμαν εν έθελες τα καψόνια στους νέους.
Ελάλουν τους .Έβαλεν μας ούλλους γυαλιά ο Σειράς μου .Λεβέντης....
Λαλω του.Είχα την ένοιαν σου πάντα. Αλλά νάρτεις με βάρκαν που τες θάλασσες ούλλον γυρόν τ Αποστόλου Αντρέα τζιαι να φέρεις τζιαι πέντε.
Εκαμα το μα μέσα μου ελάλουν .Να στραφώ τζιαι εννάρτει τζιαι ο σειράς μου .Να μεν ενεν μόνος του.
Εποσιερέτησα τον γελόντα λλίον.ήταν ο αρφ'ός μου πον είχα.
Μιαν φοράν εις το ΚΕΝ είπεν τους.όποιος τζίσει του Ακαμιώτη εννα το σάσει ο Χρυσοχούς.Που τοτες εχώρισεν μας μόνον ο πόλεμος.
Όσα χρόνια τζιαι αν περάσουν .Π'αντα κράει με τζείνον το Σειιιιιρά μου τζιαι οι ευτζιες οι προσευχες της μάνας μου..

Listen Live