Lun, Nov 25, 2024

Η επιστροφή του Αγίου στην Αμαθούντα και η κοίμησις του Αγίου Ιωάννη του Ελεήμονος

Η επιστροφή του Αγίου στην Αμαθούντα και η κοίμησις του Αγίου Ιωάννη του Ελεήμονος

Τα θαυμαστά σημεία

Όταν ο Θεός οικονόμησεν την κατάληψιν της Αλεξάνδρειας υπό των Περσών ο Άγιος εποιούσεν όλες τις αναγκαίες ετοιμασίες για να ταξιδεύσει εις την πατρίδα του κύπρον. Ο Πατρίκιος Νικήτας , φίλος του καλός, μόλις το έμαθεν έσπευσε και τον παρεκάλεσεν να απέλθουν μαζί εις την Κωνσταντινούπολινμε σκοπόν να ευλογήσει τον αυτοκράτοραν και την οικογένειαν του. ο άγιος υπεχώρησεν δια την αγάπην του πατρικίου και την πίστιν του και άνοιξαν πανιά για την πόλιν, την πολυπλούμιστην, την πολλαγαπημένην Κωνσταντινούπολιν.

Κατ’ αρχάς εκινδύνευσαν και ο πλους ήτο τρικιμιώδης. Τότες εκείνον το βράδυ είδεν ο Πατρίκιον έναν όραμαν. Ο Πατριάρχης με πτωχούς πολλούς πέριξ αυτού. Πότε το πλοίον εκύκλωνεν και επαρετήρη τας ανάγκας του εάν εχρειάζετο συνδρομήν και βοήθειαν το πλήρωμα. Πότε ικέτης εις τον ουρανόν με τας χείρας υψωμένας ωσάν τον προφήτην Μωυσήν εζήταν του κυρίου τη θάλασσαν να γαληνέψη. Ο Θεός καταπού εσυγκατένευσε και η θάλασσα εγαλήνευσε και εμπόρεσαν και έφθασαν με το καράβι εις την Ρόδο, εις το λιμάνιν. Εκεί ο Πατριάρχης είδεν όραμαν αποκαλυπτικόν. Άγγελος εξ ουρανού έχων σκήπτρον τιμής και χρυσίου εις τας χείρας του είπεν: « Ο Βασιλεύς των βασιλευόντων σε προσκαλεί να έλθεις εις την μακαρίαν και άλυπον πόλιν, δια να συναγαλλόμεθα πάντοτε». Ο Πατριάρχης μετά ταύτα εδόξασεν τον Κύριον δια το σημείον και την απόφασιν να τον καλέσει πλησίον του εις την αιώνιον χαράν και ανάπαυσιν. Εκάλεσεν τον Πατρίκιον και του ανήγγειλε
τους παρακάτω λόγους: «Εσύ , φίλε μου, αγαπητέ και τιμημένε άρχοντα επάσκιζες να υπάγωμεν εις την πόλιν την Βασίλισσαν, την Κωνσταντίνου πόλιν, να συναντήσωμεν τον βασιλέα της Ρωμανίας, εμέ άλλος με επροσκάλεσε, ο των Ουρανών και της γης Βασιλέας ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός». Ο Πατρίκιος πολύ ελυπήθηκεν δια την μελλοντικήν αποδημίαν του Πατριάρχου κι αγαπητού πνευματικού πατρός και φίλου του. Έτσι , αφού έλαβε τις ευλογίες του Αγίου Ιωάννη, απήλθεν με το καράβιν του
για την Κωνσταντινούπολιν , ενώ ο Αγιος με τους οικονόμους του εκάλαρεν το καράβιν για την πολλοξάκουστην πατρίδα του, την Αμαθούντα της Κύπρου.

Η κοίμησις του Αγίου και τα θαυμαστά σημεία
Όταν έφτασε με το καράβιν εις την πατρίδα του ο Πατριάρχης εζήτησεν από άνθρωπον έμπιστον του υπογραφέα τω διακονήματι να συγγράψει καθ’ υπαγόρευσιν τη διαθήκην του: « Ο δούλος του Χριστού Ιώννης, αδύναμος και του Κυρίου υπηρέτης ατελής, ηξιώθηκε το της αρχιερωσύνης διακόνημα και χάριτι του Κυρίου ημών ηργάσθη εις την εκκλησίαν της Αλεξάνδρειας. Ευχαριστώ σοι , Κύριε, δια τας ευλογίας και τις παροχές. Ευχαριστώ και δοξάζω σε δια τα χαρίσματα και τα πολύτιμα νομίσματα και άλλα που μου απέστειλες κατά τους χρόνους της αρχιερατείας. Όταν , Κύριε, με αξίωσες Επισκόπου, εύρον οκτώ χιλιάδας λίτρας χρυσού, τας οποίας με αξίωσες να χορηγήσω εις τους πτωχούς, τας χήρας και τα ορφανά. Και από τότε όλα όσα μου χορηγούσες έσπευδα να τα δώσω εις τους πένητας, τας χήρας και τα ορφανά.Διότι εγίνωσκα παιδιόθεν ότι άπαντα τα κτίσματα και τα κεκτημέναχρυσία είναι ιδική σου περιουσία. Δέξαι, Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, Δέσποτα της ζωής μου, δέξαι την ψυχήν μου.»

Μετά τους παραπάνω λόγους ανεπαύθη εν Κυρίω ο ξακουστός Δεσπότης της Αλεξάνδρειας ο Ιωάννης. Ούτω εν έτει χιθ (619), εννέα χρόνια από την ενθρόνισιν εις την ποίμνην την ξακουστήν του Αγίου Μάρκου. Ο Όσιος του Χριστού ηξιώθη
μεγίστων αρετών εν ζωή και σημείων θαυμασίων μετά θάνατον. Αδύνατον να αναφερθώσι όλα τα θαύματα και τα υπερφυσικά των ημερών εκείνων.

Πρώτον των σημείων είδεν εν εκστάσει ο ενάρετος νηστευτής μοναχός Σαβίνος, όστις ήτο κάτοικος Αλεξάνδρειας. Είδεν ο ενάρετος τον Πατριάρχην εξερχόμενον του Πατριαρχείου, μετά των κληρικών βασταζόντων λαμπάδας , ενώ νεανίας λαμπροφόρος εκάλει αυτόν να προσέλθει εις τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν , τον πάντων βασιλέα. Κόρη απαραμίλλου κάλλουςεξερχομένη του Πατριαρχείου, στέφανον εναπόθεσεν στην κεφαλήν , ελαίας καμωμένον και τον άγιον οδήγησεν εις τας μονάς Κυρίου.

Ο Σαβίνος όταν ήλθεν εις εαυτόν, θυαυμάσας το σημείον εκατέγραψεν την ώραν και την ημέραν της εκστάσεως ταύτης. Υποπτεύθη και εσκέφθη πως απεδήμησεν εις Κύριον ο ποιμένας του, ο Πατριάρχης ο καλός. Μετά δε ημέρας πολλάς όταν αφίχθησαν εις Αλεξάνδρειαν Κύπριοι ευσεβείς προσκυνητές επερώτησεν. αυτούς περί της καλής υγείας του Πατριάρχου. Τότε επληροφορήθη την ακριβήν ημέρανκαι ώραν της αποδημίας του Αγίου και ηννόησε πλήρως και το θαυμαστόν σημείον. Η κόρη ήτις εστεφάνωσε τον άγιον ήταν η ελεημοσύνη, η οποία και πρότερον ενεφανίσθη εις τον Άγιον και εβεβαίωσεν αυτόν δια την δόξαν και χάριν που τον ανέμενε εάν εσυνέχιζεν να την ακολουθεί.

Κατά δε την ώραν της νεκρωσίμου ακολουθίας και της ταφής επεσυνέβησαν θαυμαστά σημεία. Όταν εξήλθον του λαμπροτάτου ναού του Αγίου και θαυματουργού Τύχωνος και πλήθος πιστών και του ιερατείου της Αμαθούντος
επροσήλθαν εις το κοιμήτηριον , δια να τον ενταφιάσουν εις τίμιον τινά τιμητικόν δυο παλαιών επισκόπων, εσυνέβη το παρακάτω σημείον: καθώς εναποόθεταν το σκήνωμα του Οσίου εμετακινήθηκαν τα δυο λείψανα το εν προς τα αριστερά και το έτερον επλεύρισε προς τα δεξιά, δια να παραμείνει χώρος ικανός και άνετος δια τον Άγιον.

Άλλον όντως παράδοξον και θαυμαστόν σημείον εσυνέβη εις την πόλιν της Αμαθούντος. Μια γυναίκα , όταν πληροφορήθηκε την άφιξη και το σύντομον της αποδημίας του, εντός ολίγων ημερών επεσκέφθη το Άγιον Όρος και κλαίουσα γονατιστή τον επαρακάλει: « Δεσπότη μου, φιλεύσπλαχνε, ελεήμονα, πολυπλούμιστε του Θεού ακόλουθε, εγώ η αμαρτωλή έπραξα αμαρτίαν μεγίστην και φοβερήν.

Ουδέποτε ετόλμησα να την ειπώ εις πνευματικόν. Νομίζω πως κανείς του Θεού άνθρωπος δεν μπορεί να την αντέξει και μόνον εις τα αυτιά του να περιγράφεται.Ελπίδαν τρέφω μοναδικήν πως ως φιλόκαλος μπορείς να μεσιτεύσεις εις τον Κύριον». Ο Άγιος την παρεκάλεσε να το ομολογήσει και να συγχωρηθεί και καμιάν ενόχλησιν ναμην έχει πλέον. Εκείν η αντιστέκετο και δεν εταπεινώνετο όσον εχρειάζετο( έπρεπεν) και έλεγεν πως αισχύνετο πολύ και δεν ημπορούσε να ψιθυρίσει την πράξιν της. Τότες ο Άγιος την πρόσταξε για να την απελευθερώσει από το βάρος και την δουλείαν της αισχύνης: «Κόρη μου πήγαινε εις τον οίκον σου και γράψε την επαίσχυντην πράξιν σου εις ένα κομμάτιν χαρτίν και σπαύσε κατόπιν να το φέρεις σφραγισμένον εις φάκελλον τινά και υπόσχεσιν σου δίδω πως ουδείς άνθρωπος θα το αναγινώσκει.»Εκείνη με την σκέψιν και βίαν πολλήν το εδέχθη.

Την επαύριον έφερεν εσφραγισμένην την ομολογία και παρεκάλεσε τον Άγιον να το έχη στην φύλαξιν του. Ο Άγιος υπόσχεσιν έδωκεν να το φυλάττη μακράν των ανθρώπων και της αμαρτωλής περιέργειας των. Η γυναίκα μετά ταύτα ανεχώρησεν έξωθεν της Αμαθούντος προς συμπλήρωσιν ημιτελών εργασιών. Όταν ο Άγιος εκοιμήθη η γυναίκα έμπλεως θλίψεως και φόβου έρχετο σχεδόν απελπισμένη εις τον τάφον κλαίουσα και παρακαλούσα τον κοιμηθέντα Άγιον Ιωάννη: «Ω, δούλε

Κυρίου, αδυνατούσα να ομολογήσω την αμαρτίαν μου και ενέγραψα αυτήν και εσφραγισμένη σου την επαρέδωκα. Ω, σεβαστέ και ελεήμονα Ιωάννη εις ποίας χείρας ευρίσκεται άραγε η γραφή και ομολογία μου; Εις ποίαν αγοράν θέλη ανακοινωθεί η
πτώσις μου και η Κύπρος άπασα θα με κατηγορεί την αμαρτωλήν. Αισχύνη μεγίστημε καταλαμβάνει και φόβος.Διατί σου παρέδωκα το γράμμα; Ω, διατί………….. δε γινωσκω τώρα.Αλλά ελπίζω και ώδε μένουσα θα κλαίωαχρι της ώρας που θα μου
αποκαλύψης την κρύπτην της εσφραγισμένης γραφής. Πιατεύω και ομολογώ πως ζων, ως τους ουρανούς θα μου αποκριθείς.» Θρηνούσα και νηστεύουσα τρία ημερονύκτια αξιώθη να ιδεί τον Πατριάρχην και τους ετέρους δυο Επισκόπους να της λέγει: «Ω τέκνον, μέχρι πότε θα προξενείς οχληρίαν και ενόχλησινμε τους αλλεπαλλήλους θρήνους σου και καμμίαν ησυχίαν δεν μας επιτρέπεις και τας στολάς ημών έμπλεες δακρύων άφηκες με τους θρήνους και κοπετούς σου».Μετά δε ταύτα επαρέδωκεν εις αυτήν το εσφραγισμένον και επρόσταξεν αυτήν: «Λάβε την γραφήν σου και εξέτασε αν είναι το παραδιδόμενον και δόξαν ανάπεμψε τω Κυρίω, τον θαυμαστά ποιούντα.»

Η γυναίκα επαρέμεινε εκστατική και επαρακολούθει τους τρεις επισκόπους να εισέρχονται εις το μνήμα. Κατόπιν ανοίξασα το γράμμαν είδε τα παρακάτω γεγραμμένα: Δια τον δούλον μου Ιωάννην και τας προσευχάς και παρακλήσεις του εσυγχώρησα το μέγα ανομημα σου.» Τέλος αναφέρω και έτερον σημείον γενόμενον εις Αλεξάνδρειαν. Ανήρ ενάρετος και ευσεβής επαρακολούθει την νύκτα της κοιμήσεως του Οσίου πλήθη χηρών, πτωχών και ορφανών με τας πολλών κλάδων ελαίας. Άλλοι ηκολούθουν και πλήθος μέγα επροπορεύετο του Αγίου , καθώς επορεύετο εις την Εκκλησίαν.

Listen Live