Σαν Σήμερα στις 4 Φεβρουαρίου του 1843 πέθανε η μεγαλύτερη στρατιωτική και πολιτική φυσιογνωμία της Ελληνικής Επανάστασης.
Ο ΘΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ υπήρξε κυριολεκτικά ο ΣΩΤΗΡΑΣ του Έθνους, ο μέγας ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΗΣ των Ελλήνων κι ο ΠΑΤΕΡΑΣ της νεότερης Ελλάδας.
«Τον νεκρό τον έντυσαν με την στολή του Αντιστράτηγου, του έζωσαν το σπαθί, του φόρεσαν τσαρούχια, τον απίθωσαν στο φέρετρο και έβαλαν κάτω από τα πόδια του μία τουρκική σημαία»
Ο Γέρος του Μωριά με ΦΩΤΙΑ και ΤΣΕΚΟΥΡΙ πολεμά “αραπάδες” και “ΝΕΝΕΚΟΥΣ”
Το 1825 η Ελληνική Επανάσταση περνούσε την πλέον κρίσιμη φάση της. Ύστερα από τους θριάμβους των προηγουμένων ετών οι Έλληνες, χάρη στη διχόνοια τους, κατάφεραν να γκρεμίσουν όσα με κόπο και αίμα είχαν χτίσει και με τον κίνδυνο να υποδουλωθούν εκ νέου να είναι πλέον άμεσος κι ορατός.
Τον Φεβρουάριο του 1825 ο Ιμπραήμ πάτησε στον Μωριά με 35 χιλιάδες τακτικών στρατευμάτων, διοικούμενων από Γάλλους και Ιταλούς αξιωματικούς. Απέναντί του οι Έλληνες δεν είχαν τίποτα να αντιπαρατάξουν.
Ο Κολοκοτρώνης ήταν ήδη φυλακισμένος από τις 6 Φεβρουαρίου στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία, από την κυβέρνηση Κουντουριώτη στην Ύδρα συντετριμμένος από τη δολοφονία του πρωτότοκου γιου του Πάνου, από τους πολιτικούς του αντιπάλους. Άλλος να αντιμετωπίσει την απειλή αυτή και να σώσει την Επανάσταση δεν υπήρχε.
Η κυβέρνηση ύστερα από έντονη λαϊκή κατακραυγή και απαίτηση τον αποφυλάκισε.
Ο Γέρος έφτασε στο Ναύπλιο στις 30 Μαΐου του 1825.
Προς Έλληνες – 1
Μόλις κατέβηκε από το πλοίο ο ένδοξος καπετάνιος πήγε αμέσως στην πλατεία του Πλατάνου. Εκεί ανέβηκε σε μια πέτρα για να τον βλέπουν όλοι και άρχισε να μιλά στους απελπισμένους Έλληνες που μαζεύτηκαν γύρω του κατά εκατοντάδες.
«Έλληνες πριν πατήσω το πόδι μου στη στεριά έριξα στη θάλασσα τα περασμένα. Το ίδιο να κάνετε και εσείς. Ένας πρέπει τώρα να είναι ο σκοπός όλων μας. Το πώς θα διώξουμε τους αραπάδες που πλημμύρισαν τον τόπο και κοιτάνε να μας σκλαβώσουνε ξανά»
Προς Ιμπραήμ – 1
«Δεν μπορείς να κάνεις τον παλικαρά σέρνοντας μαζί σου τόσο ασκέρι και τα επιτελεία και την επιστήμη της Ευρώπης. Αν είσαι πραγματικά παλικάρι, όπως μου γράφεις, πάρε όσους ανθρώπους σου θελήσεις, να πάρω και εγώ άλλους τόσους και έλα να κάνουμε δίκαιο πόλεμο. Ή αν αγαπάς πάλι έλα μονάχος σου εσύ και μονάχος μου εγώ να μετρηθούμε»
Προς Ιμπραήμ – 2
«Όχι τα κλαριά να μας κόψεις, όχι τα δένδρα, όχι τα σπίτια που μας έκαψες, μήτε πέτρα απάνω στην πέτρα να μη μείνει, εμείς δεν προσκυνάμε. Μόνο ένας Έλληνας να μείνει, πάντα θα πολεμούμε. Και μην ελπίζεις πως τη γη μας θα την κάνεις δική σου, βγάλ’ το από το νου σου».
Προς Έλληνες – 2
«Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους» ήταν το σύνθημά του. Περιόδευε στα χωριά, μιλούσε τους Έλληνες, τους εμψύχωνε, αν χρειαζόταν τους απειλούσε και τόσον αυτός όσον και οι άνδρες του δεν δίσταζαν να εκτελούν επί τόπου όσους αρνούντο να πιάσουν τα όπλα εναντίον του Ιμπραήμ.
Είχε μάλιστα εκδώσει μια απανταχούσα με την οποίαν κάθε εχθρικό κεφάλι που θα του έφερναν θα το αγόραζε με 1 νόμισμα. Μετά δεν περνούσε μέρα που να μην έφταναν κοντά του τουλάχιστον 50 κεφάλια τουρκοαιγυπτίων. Αντάρτες, αγωνιστές, γυναίκες, αγρότες, βοσκοί ακόμα και παιδιά άρχισαν έναν ανηλεή πόλεμο φθοράς και φόβου εναντίον του Ιμπραήμ. Ο ανεφοδιασμός του Ιμπραήμ κατέστη προβληματικός. Οι μύλοι από όπου οι Αιγύπτιοι έπαιρναν αλεύρι ισοπεδώθηκαν.
Ο Ιμπραήμ όταν είδε ότι ο Κολοκοτρώνης με το σθένος του και την αποφασιστικότητά του άρχισε ξανά να παίρνει την κατάσταση στα χέρια του πλήρωσε έναν «Έλληνα» ο οποίος δέχτηκε να σκοτώσει τον Γέρο. Ο Κολοκοτρώνης όμως το έμαθε, τον έπιασε και τον κρέμασε σε ένα δέντρο, απαγορεύοντας να τον κατεβάσουν.
Στο λαιμό του, του κρέμασε πινακίδα που έγραφε: «Αυτό κερδίζει όποιος γίνεται προδότης της πατρίδος του».
«Δώστε μου τα προσκυνοχάρτια του Μπραΐμη να σας δώσω του έθνους. Όσα χωριά προσκυνήσουν από το ένα μέρος θα βγαίνουν οι αραπάδες, από το άλλο θα μπαίνω εγώ και θα ρημάζω».
Προς Έλληνες – 3
στην Εθνοσυνέλευση στο Άργος όταν με το άκουσμα της πτώσης του Μεσολογγίου, πάγωσαν οι πάντες, έχασαν τη λαλιά τους και βυθίστηκαν στην απελπισία και οι πλέον τολμηροί απλά ψέλλιζαν "και τώρα τι θα κάνουμε;"
«Τι να κάνουμε; Το Μεσολόγγι χάθηκε ένδοξα. Το παράδειγμά του θα μείνει στον αιώνα. Εμείς όμως αν τα βάψουμε μαύρα και οκνέψουμε θα πάρουμε στους ώμους μας το ανάθεμα και το κρίμα για το χαμό του λαού.
Τι να κάνουμε; Να αποφασίσουμε γρήγορα μια επιτροπή να μας κυβερνά προσωρινά και εμείς οι υπόλοιποι να γυρίσουμε στους τόπους μας και να πιάσουμε τα άρματα όπως στην αρχή. Κι αν γλιτώσουμε μαζευόμαστε πάλι και τελειώνουμε τη συνέλευση»
ΑΞΙΟΣ ΚΙ ΑΘΑΝΑΤΟΣ!