Με επίκεντρο τις μελλοντικές προτεραιότητες της ΕΕ για την περιβαλλοντική και κλιματική πολιτική ενόψει της Διεθνούς Συνόδου COP30, ολοκληρώθηκαν οι εργασίες του Άτυπου Συμβουλίου Υπουργών Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Άλμποργκ της Δανίας. Την Κύπρο εκπροσώπησε η Υπουργός Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, δρ Μαρία Παναγιώτου.
Κατά τις παρεμβάσεις της, η Υπουργός στήριξε τις προσπάθειες της δανέζικης Προεδρίας για την επίτευξη κοινής ευρωπαϊκής θέσης για τους μελλοντικούς κλιματικούς στόχους, αναδεικνύοντας τις θέσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τόνισε πως η φιλοδοξία για κλιματική ουδετερότητα πρέπει να συνοδεύεται από ρεαλιστικά, οικονομικά και πρακτικά εργαλεία, ειδικά για μικρά και νησιωτικά κράτη, όπως η Κύπρος. «Η μετάβαση πρέπει να είναι δίκαιη, συμπεριληπτική και υλοποιήσιμη για όλους – χωρίς να μείνει κανένα κράτος πίσω», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σε σχέση με την επερχόμενη COP30, υπογράμμισε ότι η διεθνής στρατηγική της ΕΕ οφείλει να στοχεύει όχι μόνο σε υψηλές φιλοδοξίες, αλλά και σε ουσιαστική προσαρμογή, ενισχυμένη παρακολούθηση δεσμεύσεων, πρόσβαση σε χρηματοδοτήσεις και λειτουργικούς δείκτες προόδου.
Για τον σχεδιασμό της ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής πολιτικής μετά το 2030, η δρ Παναγιώτου τάχθηκε υπέρ ενός φιλόδοξου αλλά εφαρμόσιμου στόχου για το 2040, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές ιδιαιτερότητες. Επισήμανε την ανάγκη ύπαρξης προβλέψιμου ρυθμιστικού πλαισίου, ισότιμης πρόσβασης στην καινοτομία και ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, μέσω απλοποίησης των διαδικασιών εφαρμογής.
Στο πλαίσιο του Συμβουλίου, οι Υπουργοί επισκέφθηκαν την περιοχή Store Vildmose, ως πρότυπο πράσινης μετάβασης, με έμφαση στη μεταρρύθμιση της γεωργίας για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων. Η επίσκεψη ολοκληρώθηκε με συμβολική δεντροφύτευση από τους Υπουργούς, ως ένδειξη δέσμευσης στη βιώσιμη ανάπτυξη.
Τέλος, η Υπουργός πραγματοποίησε σειρά επαφών με Ευρωπαίους ομολόγους της στο πλαίσιο της προετοιμασίας της Κυπριακής Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ για το πρώτο εξάμηνο του 2026. Η Κύπρος, ως επερχόμενη Προεδρία, επιδιώκει να συμβάλει στη διαμόρφωση ισορροπημένων λύσεων και στην εφαρμογή μιας συνεκτικής, δίκαιης και αποτελεσματικής ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής πολιτικής.