الأحد, تشرين2 24, 2024

Το καφενείον του Σπυρη του Καννίδη ήτο εν παλάτιον εις την περιλάλητην κόμην της Δρούσιας

Το καφενείον του Σπυρη του Καννίδη ήτο εν παλάτιον εις την περιλάλητην κόμην της Δρούσιας

Η αμφιθεατρική του διάταξις ήτο πρωτογνωρος για κάθε επισκέπτην.Είχεν βεράνταν υψηλήν παραδείσιαν και εις το βάθος της άλλην δροσερότατην άνευ κυκλιδώματος ακμάζουσης το Θέρος ιδιαιτέρως τον Αύγουστον.Από της βεράντας με τα ωραια πράσινα κάγκελλα εισερχόσουν εις το κυρίως καφενείον με την σόπαν του τον Χειμώναν και το ωραίον ακραιον ουτσάκκιν στην αρίστερην γωνίαν.

Μία ωραία πόρτα ανοικτη σε ανέβαζεν εις το δευτερον επίπεδον προθάλαμον του πλουσίου εμπορικού καταστήματος του Καννίδη.Δεξιά υπήρχε εξοδος που έβγαζεν εις τον ωραίον ανηφορικόν δρομίσκον.Το δωμάτιον αυτον είχε πολλαπλες χρήσεις ήτο δε και χωρος συνάντησης του γυναικείου πελατειακού πληθυσμού με αυτονομίαν από το πλήθος των θαμώνων του μεγάλου καφενείου του πάνω μέρους της Κεντρικής Δρούσιας

Εις το εμπορικόν κατάστημαν έβρισκες όλα τα αναγκαια και κυρίως παγωτόν.Ένα μεγάλον ψυγείον της bravo όπου με τον αγαπητόν Σπύρον εις την εποπτείαν εμπαιναμεν σχεδον μέσα δια να ανακαλύψουμε τα τελευταία χωνακια παγωτά βανίλιας κουκκουλλους με επιστροσην λεπτης σοκολάτας γάλακτος.Το ψυγείον είχεν βάθος μα τα παγωτά στην Δρουσιαν ήταν αναρπαστα.Ξυλάκια τκυ πάγου φρούτου της μπανάνας της σοκολάτας .Κουππούθκια πολυποίκιλα.Με την κατανάλωσην έμεναν ολίγα στον πάτο τζιαι άτε να τα πκιάεις. Εβάλλαμεν καρέκλαν ή σκαμνίν όσπου τζιαι εμεγαλώσαμεν .Εδώ εγνώρισα και την λίαν αγαπητήν Άλκηστην .Για το ποδοσφαιράκι της άνω αυλής θα συγγράψω την αναγκαιαν αναλυτικήν γραφήν.

Μορφές του καφενείου ευγενικες ο παππους και η γιαγιά Καννίδη.Αγάπη χιούμορ υπομονή.
Άρχοντας τα καλοκαίρια ο κύριος Ρίκκός ένας των ευγενεστέρων ανθρώπων που γνωρισα εις τον βίον μου.Ιατρός μου στα παιδικα επεισόδια αμυγδαλών φίλος και ακριβός χωριανός του πατέρα μου.Και πως τον αγαπούσε όλο το χωριό.Γέλια και χαρές όταν έφταννε.

Αχ εκείνα τα χαμόγελα.

Θκειε Σπυρη πέντε κουκκουλλους φώναζε ο Πανάος.

Ο Σπύρος άννοιγε το άσπρο ψυγείο να πάρουμε.Αχ καλοκαίρια του εβδομήντα και του ογδόντα Δρουσιώτικα δροσερά και στην καρδίαν. Άτε τζιαι εννα με πιαν οι νοσταλγίες οι μεγάλες.

Listen Live