Του Χρ. Χριστοδούλου-Βόλου, Αναπληρωτή Καθηγητή Οικονομικών και Χρηματοοικονομικών και Προέδρου του Τμήματος Οικονομικών και Διοίκησης του Πανεπιστήμιου Νεάπολις Πάφος
Η απόφαση του Ντόναλντ Τράμπ να επεκτείνει τους δασμούς σε εισαγόμενα αγαθά αποτελεί μια τολμηρή οικονομική επιλογή, με στόχο την αναζωογόνηση της εγχώριας παραγωγής και την αντιμετώπιση της αυξανόμενης κρίσης χρέους της Αμερικής. Επιβάλλοντας υψηλότερους εισαγωγικούς δασμούς, ο Τράμπ επιδιώκει να περιορίσει την εξάρτηση από την ξένη μεταποίηση, να τονώσει την εγχώρια βιομηχανία και να δημιουργήσει θέσεις εργασίας. Ωστόσο, αυτή η στρατηγική θα λειτουργήσει μόνο εάν ευθυγραμμιστούν προς όφελός του συγκεκριμένες οικονομικές συνθήκες.
Η Κρίση Χρέους και ο Ρόλος των Δασμών
Το εθνικό χρέος των ΗΠΑ έχει εκτιναχθεί στα 34 τρισεκατομμύρια δολάρια, με τις συνεχιζόμενες δαπάνες για την εξυπηρέτηση του να προκαλούν ανησυχίες για τη μακροπρόθεσμη οικονομική σταθερότητα της χώρας. Οι δασμοί μπορούν να ενισχύσουν τα κρατικά έσοδα και να μειώσουν τα εμπορικά ελλείμματα, αλλά, για να αποδώσουν ουσιαστικά, θα πρέπει να συνοδευτούν από πραγματική αύξηση της εγχώριας παραγωγής και όχι απλώς από άνοδο του κόστους για τους καταναλωτές.
Για να λειτουργήσουν ευνοϊκά οι δασμοί, πρέπει να ικανοποιούνται ορισμένες βασικές προϋποθέσεις:
1. Ισχυρή μεταποιητική βάση: Οι δασμοί έχουν προστατευτικό χαρακτήρα, αλλά μόνο υπό την προϋπόθεση ότι η εγχώρια βιομηχανία έχει την ικανότητα να ανταποκριθεί στην αυξημένη ζήτηση. Ωστόσο, δεκαετίες εξωτερικής ανάθεσης (outsourcing) έχουν αποδυναμώσει τη κατασκευαστική υποδομή των ΗΠΑ. Για να αξιοποιηθούν τα προστατευτικά μέτρα, οι επιχειρήσεις πρέπει να επεκτείνουν γρήγορα τις εγκαταστάσεις, να υιοθετήσουν προηγμένες τεχνολογίες και να καλύψουν κρίσιμα κενά εργατικού δυναμικού.
2. Διαθεσιμότητα και δεξιότητες εργατικού δυναμικού: Η αναζωογόνηση του μεταποιητικού τομέα εξαρτάται από την ύπαρξη εργατικού δυναμικού επαρκώς ικανού για να στηρίξει τη ανάπτυξη. Δυστυχώς, μεγάλο μέρος του σημερινού εργατικού
δυναμικού δεν διαθέτει την απαραίτητη κατάρτιση για ρόλους υψηλής τεχνολογίας και προηγμένης κατασκευής. Χωρίς στοχευμένες επενδύσεις στην επαγγελματική εκπαίδευση και αναβάθμιση δεξιοτήτων, η αντικατάσταση των εισαγόμενων προϊόντων με εγχώρια θα αποδειχθεί δύσκολη.
3. Ανθεκτικότητα της εφοδιαστικής αλυσίδας: Μια σημαντική πρόκληση για την εγχώρια παραγωγή είναι η τρέχουσα εξάρτηση από τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Κρίσιμα εξαρτήματα, όπως οι ημιαγωγοί και οι πρώτες ύλες, συνεχίζουν να εισάγονται. Οι δασμοί ενδέχεται να αυξήσουν το κόστος παραγωγής, εκτός εάν ενισχυθούν οι εγχώριες αλυσίδες εφοδιασμού ώστε να διασφαλιστεί η επάρκεια αυτών των υλικών.
4. Επιχειρηματική εμπιστοσύνη και επενδύσεις: Για να αποδώσει η στρατηγική των δασμών, οι Αμερικάνικες επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι πρόθυμες να επενδύσουν στην εγχώρια παραγωγή αντί να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους σε χώρες χαμηλού κόστους. Τα κυβερνητικά κίνητρα, όπως οι φορολογικές ελαφρύνσεις και οι επιδοτήσεις, θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν τις εταιρείες να κατασκευάζουν και να λειτουργούν εργοστάσια στις ΗΠΑ αντί να αναζητούν φθηνότερες αγορές εργασίας.
5. Καταναλωτική ζήτηση και έλεγχος πληθωρισμού: Ενώ οι δασμοί προστατεύουν τις τοπικές βιομηχανίες, μπορούν επίσης να οδηγήσουν σε υψηλότερες τιμές για τους καταναλωτές. Αν δεν υπάρξει ανάλογη αύξηση των μισθών, η εγχώρια ζήτηση θα
μπορούσε να αποδυναμωθεί, αντισταθμίζοντας τα δυνητικά οφέλη της αύξησης της παραγωγής. Οι πολιτικές που εξισορροπούν την αύξηση των μισθών με τον ελεγχόμενο πληθωρισμό είναι ζωτικής σημασίας.
6. Αντίποινα στο παγκόσμιο εμπόριο: Ένας άλλος βασικός κίνδυνος είναι ο τρόπος με τον οποίο θα αντιδράσουν οι άλλες χώρες. Εάν οι μεγάλοι εμπορικοί εταίροι αντεπιτεθούν με τους δικούς τους δασμούς, οι Αμερικάνικες εξαγωγές θα μπορούσαν να υποφέρουν, οδηγώντας σε απώλειες θέσεων εργασίας στις επηρεαζόμενες βιομηχανίες. Η μακροπρόθεσμη επιτυχία μιας προσέγγισης με υψηλούς δασμούς εξαρτάται από στρατηγικές διαπραγματεύσεις για την αποφυγή εμπορικών πολέμων πλήρους κλίμακας.
Μπορεί η Δασμολογική Στρατηγική του Τράμπ να Πετύχει;
Για να μπορέσει ο Τράμπ να επιτύχει, η δασμολογική στρατηγική πρέπει να προσφέρει μια βιώσιμη πορεία οικονομικής ανάκαμψης. Για να επιτευχθεί αυτό απαιτείται συνδυασμός φιλικών προς τις επιχειρήσεις πολιτικών, ανάπτυξης εργατικού δυναμικού και στοχευμένων κινήτρων. Η κυβέρνηση οφείλει να προωθήσει ενεργά τη βιομηχανική ανάπτυξη, να επενδύσει σε υποδομέ ζωτικής σημασίας και να δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για τις εταιρείες ώστε να ανανεώσουν την παραγωγή.
Ωστόσο, εάν η εγχώρια παραγωγή αποτύχει να ανταποκριθεί στη ζήτηση, οι δασμοί θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε μπούμερανγκ – οδηγώντας σε υψηλότερες τιμές, χαμηλότερες καταναλωτικές δαπάνες και χαμηλότερη οικονομική ανάπτυξη. Σε ένα τέτοιο σενάριο, ο αντίκτυπος των δασμών θα έπεφτε δυσανάλογα στους Αμερικανούς αντί να ωφελήσει τις
βιομηχανίες μακροπρόθεσμα.
Συμπέρασμα
Η επέκταση των δασμών αποτελεί ένα στοίχημα υψηλού ρίσκου. Η επιτυχία εξαρτάται από μια συντονισμένη προσπάθεια για την ανοικοδόμηση της αμερικάνικης παραγωγής, τη διασφάλιση της σταθερότητας της εφοδιαστικής αλυσίδας και τη διατήρηση της οικονομικής σταθερότητας εν μέσω αυξανόμενου κόστους. Μόνο όταν ικανοποιούνται αυτές οι βασικές προϋποθέσεις, οι δασμοί θα μπορούσαν να βοηθήσουν την αμερικανική οικονομία να ανακάμψει από το χείλος της καταστροφής του χρέους. Διαφορετικά, κινδυνεύουν να επιδεινώσουν τον πληθωρισμό, να βλάψουν τις επιχειρήσεις και να αποξενώσουν τους εμπορικούς εταίρους. Τα επόμενα χρόνια θα αποδείξουν αν ο οικονομικός προστατευτισμός αποτελεί λύση ή απλώς αναβολή του αναπόφευκτου.