Υπογραφές για την ανάδειξη της σοβαρότητας του σκανδάλου παρακολουθήσεων συγκεντρώνουν ακαδημαϊκοί, νομικοί και καθηγητές, δημοσιογράφοι.
Οι υπογράφοντες και οι υπογράφουσες τονίζουν πως «η υπόθεση των υποκλοπών δεν είναι πολιτική ρουτίνα, όπως κυνικά θέλουν κάποιοι να πιστέψουμε. Είναι θανάσιμο τραύμα στην καρδιά του πολιτεύματος καθώς πλήττει τον φιλελεύθερο χαρακτήρα του και εν τέλει υπονομεύει την ίδια τη Δημοκρατία» και καλούν τους πολιτες που συμμερίζονται την ανησυχία τους να συνυπογράψουν το κείμενο.
Αναλυτικά το κείμενο παρέμβασης:
Η υπόθεση των υποκλοπών έρχεται να συμπληρώσει και να κορυφώσει τη σταδιακή αποδυνάμωση του κράτους δικαίου στην Ελλάδα. Είναι σύμπτωμα μιας βαθιάς παθολογίας για την οποία υπάρχουν συγκεκριμένες και απτές πολιτικές ευθύνες.
Η ΕΥΠ υπάγεται απευθείας στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, με διοικητή που επελέγη αδιαφανώς και χωρίς αρχικώς να πληροί καν τα στοιχειώδη τυπικά προσόντα. Επιπλέον, ενώ τελούσε υπό την πολιτική εποπτεία του πιο στενού συνεργάτη και συγγενή του Πρωθυπουργού, Γενικού του Γραμματέα, παραβίασε το απόρρητο των συνδιαλέξεων σύμφωνα με πολλές αξιόπιστες πηγές, περίπου 15 χιλιάδων ανθρώπων μόνο εντός του 2021.
Τα τηλέφωνα των υπόπτων απλώς διαβιβάζονταν στην αρμόδια εισαγγελέα που στεγάζεται εντός υπηρεσίας και εκείνη αυτομάτως, χωρίς κανέναν έλεγχο, ενέκρινε την παρακολούθηση. Κανείς -μετά την αλλαγή του νόμου το 2021- δεν μπορεί να γνωρίζει αν το απόρρητο των τηλεπικοινωνιών του είχε κάποτε αρθεί.
Και σαν να μην έφτανε αυτή η καρικατούρα νομιμοφανούς παρακολούθησης, αποκαλύπτεται ότι οι ίδιοι άνθρωποι παρακολουθούνται παρανόμως με λογισμικά κατασκοπίας που κανείς δεν γνωρίζει σε ποιον ανήκουν, αλλά ενδεχομένως σχετίζονται με επιχειρηματικές δραστηριότητες.
Ακόμα χειρότερα, οι μετατάξεις και οι νέες συμβάσεις της ΕΥΠ, πολλώ δε μάλλον αυτές του νεοσύστατου Κέντρου Τεχνολογικής Υποστήριξης, Ανάπτυξης και Καινοτομίας εντός της ΕΥΠ, καλύπτονται από απόλυτη αδιαφάνεια. Είναι ενδεικτικό ότι το Κέντρο αυτό συστάθηκε με πρωθυπουργική απόφαση (και κονδύλια του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης) η οποία δεν δημοσιοποιήθηκε ποτέ. Ναι, απόρρητη πρωθυπουργική απόφαση! Στην Ελλάδα του 2022.
Η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας του Ελληνικού Κοινοβουλίου παρακολουθεί αμέτοχη αυτά τα πλήγματα στους θεσμούς και τη διαφάνεια. Εμβρόντητοι μαθαίνουμε πως ούτε η, κατά το Σύνταγμα αρμόδια, ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών έχει πρόσβαση στις υποθέσεις άρσης του απορρήτου. Κοινώς, κανένας έλεγχος. Κανένα αντίβαρο. Καμία συνταγματική εγγύηση στην πράξη για τους ανθρώπους οι οποίοι πέφτουν θύματα παραβίασης των επικοινωνιών τους.
Και σαν να μην έφταναν τα προηγούμενα, η κυβέρνηση έσπευσε να αποκλείσει νομοθετικά τη δυνατότητα να πληροφορηθούν ότι έπεσαν θύματα. Αυτό δεν ξέρουμε τι είναι, πάντως ούτε λειτουργούσα κοινοβουλευτική δημοκρατία είναι, ούτε κράτος δικαίου.
Από πολιτική άποψη, υπεύθυνος για όλα αυτά αντικειμενικά και αμετάθετα είναι ο πρωθυπουργός. Υπενθυμίζουμε πως η πρώτη ενέργεια μετά την εκλογή του ήταν να υπαγάγει την ΕΥΠ στον εαυτό του. Έτσι το βαθύ κράτος βρέθηκε στον πυρήνα του κατ’ επίφαση «επιτελικού κράτους». Πέρα όμως από τις πολιτικές ευθύνες, υπάρχουν πειθαρχικές και, πρωτίστως, ποινικές οι οποίες θα πρέπει να διερευνηθούν.
ΑΛΛΟ ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΙ ΑΛΛΟ ΑΝΕΛΕΓΚΤΗ ΑΥΘΑΙΡΕΣΙΑ
Aντιλαμβανόμαστε φυσικά πως, εξ ορισμού, ένα τμήμα των δραστηριοτήτων της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών οφείλει να παραμένει εκτός δημοσιότητας. Ωστόσο, η έννοια του απορρήτου έχει διαβαθμίσεις και δεν μπορεί να εκφεύγει παντελώς κάθε θεσμικού ελέγχου. Στην δημοκρατία δεν μπορεί να δικαιολογούνται κάθε λογής έκνομες πράξεις με την επίκληση της εθνικής ασφάλειας.
Η υπόθεση των υποκλοπών -«νόμιμων» και παράνομων- συνιστά κρίσιμο πλήγμα για την ελληνική πολιτική ζωή, που τραυματίζει την καρδιά του πολιτεύματος και το οποίο σιγά σιγά αποκαλύπτεται. Η εμβέλεια του προβλήματος υπερβαίνει κομματικές αντιπαλότητες και σκοπιμότητες. Αφορά την κοινωνία πολιτών και σε τελευταία ανάλυση, τον ελληνικό λαό ως θεμέλιο της συνταγματικής κυριαρχίας.
Οι υπογράφουσες και υπογράφοντες πιστεύουμε ότι η απαράδεκτη αυτή ενέργεια πρέπει να διερευνηθεί άμεσα και αποτελεσματικά για να μην επαναληφθεί. Να μην ξεχαστεί σαν κάτι που μπορεί να συμβαίνει χωρίς κόστος, ανέλεγκτα και ατιμώρητα.
Η υπόθεση των υποκλοπών δεν είναι πολιτική ρουτίνα, όπως κυνικά θέλουν κάποιοι να πιστέψουμε. Είναι θανάσιμο τραύμα στην καρδιά του πολιτεύματος καθώς πλήττει τον φιλελεύθερο χαρακτήρα του και εν τέλει υπονομεύει την ίδια τη Δημοκρατία.
Εν κατακλείδι, αν δεν αντιδράσουμε σε αυτό που συνέβη, θα είμαστε άξιοι του θλιβερού εκφυλισμού της δημοκρατίας μας. Και αυτό είναι ασυγχώρητο.
ΥΓ. Καλούμε όποια και όποιον πολίτη συμμερίζεται την ανησυχία μας να έρθει σε επαφή με την πρωτοβουλία και να προσθέσει την υπογραφή του στο κείμενο μας (Cette adresse e-mail est protégée contre les robots spammeurs. Vous devez activer le JavaScript pour la visualiser.).
ΥΠΟΓΡΑΦΟΥΝ ΟΙ:
Ιάσων Αθανασιάδης, συγγραφέας-δημοσιογράφος
Πολυμέρης Βόγλης, καθηγητής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Νίκος Γκιώνης, εκδότης, Εκδόσεις Πόλις
Στάθης Γουργουρής, καθηγητής, Columbia University
Νίκος Δεμερτζής, καθηγητής ΕΚΠΑ, Διευθυντής ΕΚΚΕ
Θανάσης Καμπαγιάννης, δικηγόρος
Στεύη Κίτσου, δικηγόρος, υπ. Δρ. Πανεπιστήμιο Μάαστριχτ
Μαριλένα Κοππά, αν. καθηγήτρια, Πάντειο Πανεπιστήμιο
Αναστασία Λαμπρία, εκδότρια-Εκδόσεις Ποταμός, δημοσιογράφος
Αντώνης Λιάκος, ιστορικός, Ομοτ. Καθηγητής ΕΚΠΑ
Νίκος Μαραντζίδης, καθηγητής, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας
Στρατής Μπουρνάζος, ιστορικός-επιμελητής βιβλίων
Νένη Πανουργιά, καθηγήτρια, Columbia University
Λευτέρης Παπαγιαννάκης, νομικός
Κωστής Παπαϊωάννου, εκπαιδευτικός, πρ. Γενικός Γραμματέας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Νάνσυ Παπαθανασίου, Δρ. ΕΚΠΑ, επ. συνυπεύθυνη Orlando LGBT+-
Αθηνά Σκουλαρίκη, επ. καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Κρήτης
Γιώργος Χ. Σωτηρέλης, καθηγητής, Πανεπιστήμιο Αθηνών
Αντρέας Τάκης, καθηγητής, ΑΠΘ
Kωνσταντίνος Τσιτσελίκης, καθηγητής, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας
Έλενα-Όλγα Χρηστίδη, υπ. Δρ. ΕΚΠΑ, επ. συνυπεύθυνη Orlando LGBT+
Νίκος Χριστοδουλάκης, ομοτ. καθηγητής Οικ. Πανεπιστημίου Αθηνών
Δημήτρης Χριστόπουλος, καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου