Σαβ, Νοε 16, 2024

Επ. Διοικήσεως: Ξεπέρασε τα όρια της ελευθερίας έκφρασης ο καθηγητής

Επ. Διοικήσεως: Ξεπέρασε τα όρια της ελευθερίας έκφρασης ο καθηγητής

Ξεπέρασε τα όρια στα οποία υπόκειται η άσκηση της ελευθερίας της έκφρασης, με βάση τον Νόμο, και προσέβαλε τα δικαιώματα τρίτων ο καθηγητής Τέχνης μέσα από τα έργα του, στα οποία παρουσίασε, μεταξύ άλλων, Τον Χριστό γυμνό, με κασκόλ ποδοσφαιρικής ομάδας και πάνω σε μοτοσυκλέτα, αναφέρει σε τοποθέτησή της η Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Μαρία Στυλιανού – Λοττίδη.
 
Η κ. Στυλιανού – Λοττίδη λέει ότι υποβάλλει την τοποθέτησή της υπό την ιδιότητά της ως Εθνική Ανεξάρτητη Αρχή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με σκοπό, όπως αναφέρει, τον προβληματισμό ως προς την προστασία όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων συμπεριλαμβανομένου και του «δικαιώματος» της τέχνης και του εκφραστή της να κρατείται  μακριά από την απειλή οποιασδήποτε προσωπικής δίωξης.

«Στην προκειμένη περίπτωση του προσώπου, με την ταυτόχρονη ιδιότητα του εκπαιδευτικού και του καλλιτέχνη, διαφαίνεται ότι ο τρόπος άσκησης της ελευθερίας της έκφρασης του μέσα από την τέχνη, χρησιμοποιώντας το πρόσωπο Του Χριστού αναμφίβολα σόκαρε, αναμφίβολα προκάλεσε και ενόχλησε μερίδα του πληθυσμού, μα δεν σταμάτησε» συμπληρώνει.
 
Συνεχίζει, λέγοντας ότι προσπέρασε τα θεμιτά όρια της αποδοχής της όποιας πρόκλησης και άγγιξε τα θεία, αγγίζοντας συνάμα τα θρησκευτικά αισθήματα των πιστών και προσέβαλε με το τρόπο αυτό δικαιώματα τρίτων προσώπων που συνδέονται με την θρησκευτική ελευθερία. «Ξεπέρασε δηλαδή τα όρια στα οποία υπόκειται η άσκηση της ελευθερίας της έκφρασης, με βάση τον Νόμο, και προσέβαλε  τα δικαιώματα τρίτων» αναφέρει.
 
Η Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων παραθέτει ως παράδειγμα την υπόθεση «Otto-Preminger-Institute v. Austria» όπου, σύμφωνα με το ΕΔΑΔ, ο σεβασμός των θρησκευτικών αισθημάτων των πιστών αποτελεί νόμιμο σκοπό που δύναται να περιορίσει την άσκηση της ελευθερίας της έκφρασης και είναι επιτρεπτό σε μια δημοκρατική κοινωνία όπου τα δημόσια ήθη ή αλλιώς η κοινωνική ηθική το καθιστά αναγκαίο.
 
«Αναμφίβολα με τη χωρίς όρια τέχνη του καθηγητή, τα δικαιώματα τρίτων όπως εκφράζονται μέσα από τα θρησκευτικά τους αισθήματα, έχουν πληγεί, όπως ταυτόχρονα έχει πληγεί και η ελευθερία της έκφρασης με την κατάχρηση της» συμπληρώνει η κ. Στυλιανού – Λοττίδη. Παρατηρεί εξάλλου ότι «όσο παραβιάζουμε τα όρια στην άσκηση των δικαιωμάτων μας, τόσο δημιουργούμε ευκαιρίες στο κράτος για παρέμβαση και συρρίκνωση τους» ενώ σημειώνει ότι «η ελευθερία δεν θέλει μόνο ‘αρετή και τόλμη’, προϋποθέτει σεβασμό των δικαιωμάτων όλων των συνανθρώπων μας».
 
Στην τοποθέτησή της, η Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων λέει ότι από τις πράξεις και τις δηλώσεις του καθηγητή Τέχνης αναφύεται η σύγκρουση δύο μεγάλων αγαθών και θεμελιωδών δικαιωμάτων, της ελευθερίας της έκφρασης και της θρησκευτικής ελευθερίας, όπως αυτά έχουν ερμηνευθεί κατά καιρούς από την νομολογία και αδιαμφισβήτητα συνδέονται με τα δημόσια/χρηστά ήθη ή αλλιώς την κοινωνική ηθική σε ένα δεδομένο τόπο και χρόνο.

Κάνει ακολούθως εκτενή αναφορά στα σχετικά άρθρα του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας για την ελευθερία της έκφρασης και την θρησκευτική ελευθερία, καθώς και στα σχετικά άρθρα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), ενώ σημειώνει σχετικά παραδείγματα από τη νομολογία.

Ενδεικτικά, αναφέρεται στην απόφαση «Otto-Preminger-Institute v. Austria» όπου το Δικαστήριο πραγματεύθηκε το δικαίωμα της ελευθερίας στην έκφραση και την συστοιχία του με την θρησκευτική ελευθερία, ενώ τόσο το εθνικό δικαστήριο όσο και το ΕΔΑΔ  έκρινε νόμιμη  τη προληπτική παρέμβαση του κράτους για κατάσχεση και δήμευση ταινίας που ενέπλεκε σε ερωτικές και άλλες αναφορές κληρικούς, Τον Θεό, Τον Ιησού, Την Παναγία.
 
Στη συνέχεια, λέει, το ΕΔΑΔ αφού πείσθηκε μεν ότι υπήρχε παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης με την δήμευση και κατάσχεση της ταινίας, αναρωτήθηκε αν η παρέμβαση προβλεπόταν από το νόμο, αν προβλεπόταν στο εθνικό δίκαιο το αδίκημα προσβολής της θρησκείας και στη συνέχεια  εξέτασε αν η παρέμβαση είχε ‘νόμιμο σκοπό’. Προσμετρώντας όλα τα πιο πάνω στοιχεία έκρινε ότι ο νόμιμος σκοπός ήταν ο σεβασμός των θρησκευτικών αισθημάτων των πιστών που εξασφαλίζεται στο άρθρο 9 της ΕΣΔΑ (θρησκευτική ελευθερία), συμπληρώνει.
 
Τέλος διερωτούμενη αν η παρέμβαση του κράτους με την κατάσχεση ήταν αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία, λέει ότι το Δικαστήριο υπενθύμισε την πάγια θέση του όπως διαμορφώθηκε στην υπόθεση Muller  v. Switzerland, 1988, ότι η έννοια της ηθικής ποικίλει στην Ευρώπη από χώρα σε χώρα,καταλήγοντας ότι η κατάσχεση και παρεμπόδιση προβολής της ταινίας η οποία  προσέβαλλε την θρησκευτική ελευθερία, δεν παραβίασε το δικαίωμα της έκφρασης όπως προστατεύεται στο άρθρο 10 της Σύμβασης.
 
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ

Listen Live