Τετ, Μάι 15, 2024

Παλληκαρίδης Ευαγόρας- O 18χρονος που περιφρόνησε την αγχόνη των Άγγλων

Παλληκαρίδης Ευαγόρας- O 18χρονος που περιφρόνησε την αγχόνη των Άγγλων

Ετών 18 εκ Τσάδας Πάφου. Απηγχονίσθη την 14.3.1957, κατηγορηθείς επί μεταφορά οπλισμού εις το δάσος Πάφου.

Ευαγόρας Παλλικαρίδης, ο αιώνιος Έλληνας, η αδούλωτη ψυχή που θυσιάστηκε για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Ο 18χρόνος με την ελληνική ψυχή που στάθηκε αγέρωχος μπροστά στον κατακτητή παρά τα σκληρά βασανιστήρια που υπέστει. Ο νεαρός που μόλις είχε περάσει τα 18 χρόνια της ηλικίας του, ο ρομαντικός ποιητής, ο αθλητής. Ο νεαρός που τον έχει  πλάσει ο λαός στη φαντασία του, σαν ένα φυλακισμένο λιοντάρι που δεν λύγισε ούτε για μια στιγμή.

«Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα, το έκαμα ως Έλλην Κύπριος, που αγωνίζεται για την ελευθερία του.»  Έτσι απάντησε ο Ευαγόρας στον Άγγλο δικαστή όταν εκείνος τον ρώτησε αν έχει τίποτε να πει προτού του επιβάλει την ποινή.

«Οι δικηγόροι του έστειλαν αίτηση στη Βασίλισσα και ζήτησαν χάρη. Η Βασίλισσα πράγματι έστειλε χάρη, όμως εδώ τον κρέμασεν ο Κυβερνήτης πριν την ώρα του. Τον είχαν διαλύσει στα βασανιστήρια και δεν ήθελαν να γλυτώσει και να φανούν οι κακώσεις στη σπονδυλική του στήλη, που ήταν σπασμένη, και τα μάτια του, που ήταν τυφλωμένα με τα φώτα τους.» - Νεφέλη Γεωργίου, θεία του Παλληκαρίδη

Μεσάνυχτα 13ης Μαρτίου 1957, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης, το αμούστακο παλικάρι από την Τσάδα, οδηγείται στην αγχόνη και "παίρνει μιαν ανηφοριά" για το Πάνθεον των Ηρώων. "Χαίρε ω χαίρε Ελευθεριά" ψάλλει απέναντι στην αγχόνη και δύο λεπτά αργότερα, 14η πλέον Μαρτίου, ο Βαγορής, σε ηλικία 19 μόλις ετών γίνεται ο νεαρότερος αλλά και ο τελευταίος αγωνιστής που απαγχονίστηκε από τους Άγγλους.
Χρειάστηκαν 9 δευτερόλεπτα από τη στιγμή που άνοιξε η ξύλινη καταπακτή για να "σβήσει" ο Βαγορής, αλλά φρόντισε να αφήσει πίσω του γερή παρακαταθήκη τη θυσία, τα λόγια και τους στίχους του...

Στο τελευταίο του γράμμα ο Βαγορής έγραψε:

"Θ΄ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί."

Ο απαγχονισμός

Για τον επικείμενο απαγχονισμό του Ευαγόρα Παλληκαρίδη ενημέρωσε τον Παπαντώνη ο διοργανωτής των εκτελέσεων, ο Άκερ, στις 12 Μαρτίου 1957, Τετάρτη απόγευμα.

Δέκα η ώρα, νύχτα, πήραν τον ιερέα στο κελλί του μελλοθάνατου παλληκαριού. Ήταν απόλυτα ήρεμος ο νέος: Χωρίς , την παραμικρή εκδήλωση ταραχής ή λιποψυχίας. Τα λόγια του ήταν κοφτά. Τον είχαν στο κελί του Ανδρέα Δημητρίου, δίπλα από την αγχόνη. Καθόταν στο κρεββάτι του, που άγγιζε σχεδόν το δάπεδο. Ρώτησε ο παπάς:

- Γιατί και εσύ δεν έτρεξες να φύγεις, όπως έκαναν και οι άλλοι;

Ο ήρωας σήκωσε το πρόσωπο του, γιατί ήταν σκυφτός, κοίταξε στα μάτια τον παπά, μειδίασε ελαφρά, απάντησε:

- Δεν το σήκωνε η καρδιά μου να φανώ δειλός!

Ο ιερέας του ζήτησε για ενθύμιο το σταυρό. Ο Ευαγόρας αρνήθηκε. "Όχι, πάτερ μου, θέλω να τον πάρω μαζί μου".(Μετά την εκτέλεση φορούσε στο λαιμό του το σταυρό).

- Να έχεις θάρρος, παιδί μου...

- Έχω θάρρος και δεν θα δειλιάσω. Εύχομαι να είμαι ο τελευταίος. Τους χαιρετισμούς μου σ'όλους κι εύχομαι σύντομα την ελευθερία στην Κύπρο μας".

Εξομολογήθηκε. Ο παπάς στεκόταν κοντά στο παράθυρο κι άκουε τους θορύβους της φυλακής. Μια στιγμή άκουσε ένα δυνατό κτύπο. Τρόμαξε. Ήξερε εκείνο τον κρότο ο Παπαντώνης. Τον ίδιο κρότο είχε ακούσει στις προηγούμενες εκτελέσεις. Ήταν ο κρότος της καταπακτής...

Κοίταξε το ρολόι του. Εντεκάμιση ακριβώς. Μισή ώρα πριν τα μεσάνυκτα...

Μια ώρα μετά τα μεσάνυκτα ο παπάς κλήθηκε για την κηδεία. Δήλωσε:

- Το φέρετρο του ήταν ακριβώς στο ίδιο μέρος που ήταν και των άλλων. Έξω από την κλειστή είσοδο του Φυλακισμένου Κοιμητηρίου.

"Το λιγοστό φως του αναμμένου κεριού, που κρατούσα, φώτισε το μελαχρινό πρόσωπο του ήρωα παιδιού. Η θωρία του δεν άλλαξε καθόλου και νόμιζες ότι κοιμάται"... 

Το «εγερτήριο σάλπισμα» του Βαγορή...

Την ίδια μέρα, στις 4 το απόγευμα, ο Ευαγόρας περνά από το Ελληνικό Γυμνάσιο Πάφου και αφήνει πάνω στην διδασκαλική έδρα ένα γράμμα προς όλους τους φίλους και τους συμμαθητές του. Να τι έγραφε:

«Παλιοί συμμαθηταί !

Αυτή την ώρα κάποιος λείπει ανάμεσά σας, κάποιος που φεύγει αναζητώντας λίγο ελεύθερο αέρα, κάποιος που μπορεί να μη τον ξαναδείτε παρά μόνο νεκρό. Μην κλάψετε στον τάφο του. Δεν κάνει να τον κλαίτε. Λίγα λουλούδια του Μαγιού σκορπάτε του στον τάφο. Του φτάνει αυτό ΜΟΝΑΧΑ.

Θα πάρω μιαν ανηφοριά,

θα πάρω μονοπάτια

να βρω τα σκαλοπάτια

που παν στη Λευτεριά....

Γειά σας παλιοί συμμαθηταί. Τα τελευταία λόγια γράφω σήμερα για σας. Κι όποιος θελήσει για να βρη ένα "χαμένο αδελφό" ένα παλιό του φίλο, 

Ας πάρη μιαν ανηφοριά

ας πάρη μονοπάτια

που παν στη Λευτεριά.

Με την ελευθερία μαζί

μπορεί να βρη και μένα.

Αν ζω θα μ'εύρη εκεί."

Ευαγόρας Παλληκαρίδης 

15.12.1955

Listen Live