Ο Ρωμύλος και ο Ρώμος ή Ρέμος ήταν δίδυμα αδέρφια και θεότητες της ρωμαϊκής μυθολογίας. Ήταν οι ιδρυτές και πρώτοι βασιλιάδες της Ρώμης. Γονείς τους ήταν ο θεός Άρης και η Ρέα Συλβία, η οποία ήταν ιέρεια της θεάς Εστίας και κόρη του βασιλιά της Άλβας, Νουμίτορα.
Ο Αμούλιος, που είχε σφετεριστεί το θρόνο του Νουμίτορα, έβαλε τα παιδιά μέσα σε ένα καλάθι και άφησε να το παρασύρουν τα νερά του ποταμού Τίβερη, θέλοντας έτσι να προστατεύσει το θρόνο του από μελλοντικούς διεκδικητές.
Για καλή τους τύχη ο θεός του ποταμού τα λυπήθηκε και τα προστάτευσε. Όταν τα νερά αποσύρθηκαν το καλάθι επικάθησε στη ρίζα μιας συκιάς. Εκεί τα πήραν υπό την προστασία τους τα ιερά ζώα του θεού Άρη, η λύκαινα Λούπα (Lupa) κι ένας δρυοκολάπτης. Η λύκαινα τα θήλαζε σε μια σπηλιά, που ονομάστηκε Λύκαιον, ενώ ο δρυοκολάπτης τους πήγαινε τροφή. Εκεί τα βρήκε ο βοσκός Φαυστύλος και τα πήρε στην καλύβα του όπου τα μεγάλωσαν μαζί με τη γυναίκα του, Άκκα Λαρεντία.
Τα δύο παιδιά μεγάλωσαν σαν βοσκοί στην καλύβα του Φαυστύλου. Έγιναν γενναίοι και πολεμοχαρείς νέοι, έπαιρναν δε μέρος στους μεταξύ των βοσκών καυγάδες παίζοντας ρόλο συμβιβαστικό. Γνώρισαν έτσι τους βοσκούς του έκπτωτου παππού τους Νουμίτορα κι έμαθαν τι είχε συμβεί με τον Αμούλιο, τον οποίο και εκθρόνισαν, επαναφέροντας στο θρόνο της Άλβας τον Νουμίτορα.
Ο Νουμίτωρ τους παραχώρησε το μέρος όπου τους βρήκε ο Φαυστύλος και τους μεγάλωσε, για να χτίσουν εκεί μια πόλη. Τα δύο αδέλφια διαφώνησαν για το πού ακριβώς έπρεπε να χτιστεί η πόλη. Επικαλέστηκαν τότε τους οιωνούς, ο μεν Ρωμύλος πάνω στον Παλατίνο Λόφο, ο δε Ρέμος στον Ρεμώριο, που είναι η βορειοδυτική άκρη του Αβεντίνου Λόφου. Στον Ρωμύλο παρουσιάστηκαν 12 γύπες ενώ στον Ρώμο 6. Η Ρώμη λοιπόν θεμελιώθηκε πάνω στον Παλατίνο Λόφο. Όταν χτιζόταν η πόλη, το 754 π.Χ., μάλωσαν και πάλι τα δύο αδέλφια και ο Ρωμύλος σκότωσε τον Ρέμο κι έμεινε μοναδικός βασιλιάς της πόλης την οποία ονόμασε Ρώμη.