Γεννήθηκε στο χωριό Επισκοπειό, της επαρχίας Λευκωσίας, στις 24 Δεκεμβρίου 1932.
Σκοτώθηκε στις 18 Ιανουαρίου 1958 στο χωριό Άγιος Ιωάννης Μαλούντας, της επαρχίας Λευκωσίας, από έκρηξη βόμβας.
Γονείς : Θεόδουλος και Ειρήνη Κατελάρη
Αδέλφια : Θεοδώρα, Λεωνίδας, Κώστας, Νίκη, Ανδρέας, Φρόσω, Τομάζος
Ο Παντελής Κατελάρης τελείωσε το σχολείο Επισκοπειού και εργαζόταν ως ξυλουργός στο τμήμα Δημοσίων Έργων. Ήταν αθλητής του ΓΣΠ στα 800μ. και στα 1500μ.
Έγινε μέλος της ΕΟΚΑ το Σεπτέμβριο του 1955 και σύντομα ανέλαβε την αρχηγία επταμελούς ομάδας στην περιοχή του, με την οποία ανέπτυξε μεγάλη δράση στη συγκέντρωση των κυνηγετικών και άλλων όπλων από τα χωριά της Ορεινής, στην κατασκευή ναρκών, χειροβομβίδων και άλλων εκρηκτικών μηχανισμών. Διακρίθηκε επίσης σε επιθέσεις εναντίον του εχθρού και απόσπαση όπλων από Άγγλους στρατιωτικούς. Παράλληλα ήταν μέλος ομάδας κρούσεως στη Λευκωσία, με την οποία πήρε μέρος σε βομβιστικές επιθέσεις και σε απόπειρες εκτελέσεων, μια από τις οποίες ήταν και εναντίον του Άγγλου δικαστή Σιω. Ήταν σύνδεσμος στον τομέα Ορεινής Λευκωσίας. Από το Μάρτιο του 1957 ανέλαβε και ως σύνδεσμος του υποτομεάρχη της περιοχής Ορεινής, Σταύρου Στυλιανίδη, με τον τομεάρχη του τομέα Ορεινής Λευκωσίας. Τα πολλαπλά του καθήκοντα τον υποχρέωσαν να σταματήσει από τη δουλειά του και να αφοσιωθεί αποκλειστικά στον Αγώνα.
Στις 27 Οκτωβρίου 1957 συνελήφθη μαζί με τη μητέρα του και μερικά από τα αδέλφια του, ενώ προσπαθούσαν να αποκρύψουν χειροβομβίδες, τις οποίες είχαν κατασκευάσει με άλλα μέλη της ΕΟΚΑ στο χωριό του. Κατόρθωσε να δραπετεύσει και να καταφύγει στο αντάρτικο.
Στις 18 Ιανουαρίου 1958 σκοτώθηκε από έκρηξη μέσα στο κρησφύγετό του στον Άγιο Ιωάννη Μαλούντας, ενώ κατασκεύαζε βόμβες και τάφηκε μυστικά από συναγωνιστές του. Ο θάνατός του παρέμεινε μυστικός μέχρι το τέλος του αγώνα, οπότε έγινε η μετακομιδή των οστών του στη γενέτειρά του.