Το Σάββατο 22 Δεκεμβρίου 2007, κοιμήθηκε εν Κυρίω ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος Α΄.
ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
῾Η Α.Μ. ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ.κ. Χρυσόστομος γεννήθηκε στό χωριό Στατός τῆς ᾿Επαρχίας Πάφου στίς 27 Σεπτεμβρίου 1927. Γονεῖς του ἦταν ὁ ᾿Αριστόδημος καί ἡ ῾Ελένη, οἱ ὁποῖοι ἐκτός ἀπό τόν ἴδιο ἀπέκτησαν ἄλλα δώδεκα παιδιά. Δύο ἀπό αὐτά πέθαναν σέ μικρή ἡλικία. Τό κοσμικό του ὄνομα ἦταν Χριστόφορος.
῞Οταν τελείωσε τό Δημοτικό Σχολεῖο τοῦ χωριοῦ του, ἔγινε δεκτός ὡς δόκιμος στήν ῾Ιερά Μονή Κύκκου (1940). Στά ἕξι χρόνια, κατά τά ὁποῖα ὑπηρέτησε ὡς δόκιμος, παρακολούθησε μαθήματα γυμνασιακοῦ κύκλου στή Σχολή, τήν ὁποία ἡ ῾Ιερά Μονή Κύκκου συντηροῦσε τότε γιά τούς δοκίμους της. ᾿Ακολούθως (1946) στάληκε ὡς ὑπότροφος τῆς Μονῆς στό Παγκύπριο Γυμνάσιο, στή Λευκωσία, γιά νά συμπληρώσει τίς γυμνασιακές του σπουδές.
᾿Από τό Γυμνάσιο ἀποφοίτησε το 1950 καί στίς 18 Φεβρουαρίου 1951 χειροτονήθηκε Διάκονος ἀπό τόν ἀείμνηστο ᾿Αρχιεπίσκοπο καί ᾿Εθνάρχη Μακάριο Γ´ καί μετονομάστηκε σέ Χρυσόστομο. Τόν ἑπόμενο χρόνο (1952) μέ ὑποτροφία τῆς ῾Ιερᾶς Μονῆς πῆγε στήν ᾿Αθήνα καί γράφτηκε στό Πανεπιστήμιο ᾿Αθηνῶν, ἀπ’ ὅπου καί πῆρε τά πτυχία τῆς Φιλοσοφικῆς καί τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς.
Κατά τή διάρκεια τῶν σπουδῶν του στήν ᾿Αθήνα καί ὕστερα ἀπό ἐντολή τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ´, πού παρέμενε στήν ᾿Αθήνα μετά τήν ἐπιστροφή του ἀπό τήν ἐξορία τῶν Σεϋχελλῶν, ἀνέλαβε τή διεύθυνση τοῦ Γραφείου ᾿Εθναρχίας στήν ἑλληνική πρωτεύουσα. Πολλοί ἦταν τότε οἱ ἐκεῖ ῾Ελληνοκύπριοι -φοιτητές καί ἄλλοι- πού εὐεργετήθηκαν ἀπό αὐτόν στίς διάφορες ἀνάγκες τους (σπουδές στό Πανεπιστήμιο, ἔξοδα νοσηλείας κ.λ.π.).
Μετά τή συμπλήρωση τῶν πανεπιστημιακῶν σπουδῶν του (1952- 1961) ἐπέστρεψε στήν Κύπρο καί στίς 29 ᾿Οκτωβρίου 1961 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καί προχειρίσθηκε εἰς ᾿Αρχιμανδρίτη ἀπό τόν ᾿Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Γ´. Στά χρόνια ἀπό τό 1961 μέχρι τό 1966 ἐργάστηκε ὡς Καθηγητής στό Γυμνάσιο ᾿Αρρένων Κύκκου καί στήν ῾Ιερατική Σχολή «ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ». ᾿Εκπροσώπησε, ἐπίσης, τήν ᾿Εκκλησία τῆς Κύπρου σέ διάφορα διεκκλησιαστικά συνέδρια. Τό 1966 πῆγε στήν ᾿Αγγλία γιά εὐρύτερες σπουδές καί γιά ἐκμάθηση τῆς ἀγγλικῆς γλώσσας.
Στίς 28 Μαρτίου 1968, καί ὕστερα ἀπό πρόταση τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ´, ἡ ῾Ιερά Σύνοδος τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς Κύπρου τόν ἐξέλεξε ὁμόφωνα Χωρεπίσκοπο τῆς ῾Ιερᾶς ᾿Αρχιεπισκοπῆς Κύπρου μέ τόν τίτλο τοῦ ᾿Επισκόπου τῆς πάλαι ποτέ διαλαμψάσης ᾿Επισκοπῆς Κωνσταντίας. ῾Η χειροτονία του εἰς ᾿Επίσκοπο ἔγινε στίς 14 ᾿Απριλίου 1968.
῾Ως Χωρεπίσκοπος Κωνσταντίας ἐργάσθηκε ἄοκνα γιά τήν προώθηση καί ἐπιτέλεση τοῦ πνευματικοῦ ἔργου τῆς ᾿Εκκλησίας. Βοήθησε, ἀκόμη, μέ περισσό ζῆλο τόν ἀείμνηστο ᾿Αρχιεπίσκοπο καί ᾿Εθνάρχη Μακάριο Γ´ στήν ἀντιμετώπιση καί ἐπίλυση τῶν διαφόρων ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων, ἰδιαίτερα δέ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ζητήματος, πού προέκυψε ἀπό τίς ἐνέργειες τῶν τότε τριῶν Κυπρίων Μητροπολιτῶν Πάφου Γενναδίου, Κιτίου ᾿Ανθίμου καί Κυρηνείας Κυπριανοῦ. Πρόσφερε, τέλος, στόν ᾿Εθνάρχη Μακάριο Γ´ μέ εἰλικρίνεια καί συνέπεια ὅλη του τή συμπαράσταση καί στήριξη στήν προώθηση τοῦ ἐθνικοῦ μας προβλήματος πρός τήν ὀρθή του λύση.
Στίς 28 ᾿Ιουλίου 1973 ἐξελέγη Μητροπολίτης Πάφου. Σημειώνεται ὅτι ἡ ῾Ιερά Μητρόπολη Πάφου εὑρίσκετο τότε σέ ἐμπερίστατη κατάσταση, λόγῳ τῆς ἀπουσίας ἀπό τήν ἕδρα του τοῦ καθαιρεθέντος ἀπό τή Μείζονα ῾Ιερά Σύνοδο (1973) Μητροπολίτη Γενναδίου. ᾿Εν πάση περιπτώσει, ἀπό τό Θρόνο τῆς ῾Ιερᾶς Μητρόπολης Πάφου καί μέσα στίς τραγικές γιά τήν Κύπρο μέρες πού ἀκολούθησαν, λόγῳ τοῦ χουντικοῦ πραξικοπήματος καί τῆς τουρκικῆς εἰσβολῆς (1974), στάθηκε μέ συνέπεια στό πλευρό τοῦ ἀείμνηστου ᾿Αρχιεπισκόπου καί ᾿Εθνάρχη Μακαρίου Γ´ καί ἐργάστηκε σκληρά καί ἐπίπονα γιά τή στήριξη καί ἐνίσχυση τόσο τοῦ χειμαζόμενου ποιμνίου του, ὅσο γενικότερα καί ὁλόκληρου τοῦ Κυπριακοῦ λαοῦ. ῾Ολόψυχη, εἰδικότερα, ἦταν ἡ βοήθεια καί ἡ συμπαράστασή του πρός ὅλους ἐκείνους τούς πρόσφυγες, οἱ ὁποῖοι, ἐκδιωγμένοι ἀπό τίς πατρογονικές τους ἑστίες, κατέφυγαν στήν Πάφο, ὅπως ἐπίσης καί πρός ἄλλους ἄπορους καί δυσπραγοῦντες συνανθρώπους μας. Χαρακτηριστικά, σέ μιά τηλεοπτική συνέντευξή του πρός τό Ρ.Ι.Κ., τό Δεκέμβριο τοῦ 1977, τόνισε ὅτι «ἡ Μητρόπολη Πάφου, παρά τό γεγονός ὅτι στερεῖται πόρων καί ἀναγκάζεται νά συνάπτει κάθε χρόνο δάνειο πέραν τῶν 15.000 λ.Κ., γιά νά μπορέσει νά ἀντιμετωπίσει τίς ἄμεσες ἀνάγκες της, ἐντούτοις ἀπό τόν ᾿Οκτώβριο τοῦ 1974 μέχρι τό Δεκέμβριο τοῦ 1976 πρόσφερε γιά φιλανθρωπία, γιά ἀνακούφιση τῶν πασχόντων καί γιά βοηθήματα στά σχολεῖα καί στίς ἐκκλησίες τῶν ἐκτοπισθέντων ποσό πέραν τῶν 25.000 λ.Κ.», πού ἦταν ἕνα πολύ σημαντικό ποσό, μέ τά δεδομένα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, γιά τήν ῾Ιερά Μητρόπολη Πάφου.
῞Οσον ἀφορᾶ τόν πνευματικό τομέα, στή διάρκεια τῶν τεσσάρων ἐτῶν τῆς διαποίμανσης τῆς ῾Ιερᾶς Μητρόπολης Πάφου, ἔστρεψε μέ πατρική ἀγάπη καί ἐνδιαφέρον τή φροντίδα καί προσοχή του στήν καλλιέργεια καί τόνωση τοῦ θρησκευτικοῦ φρονήματος τοῦ ποιμνίου του. Πρός τό σκοπό αὐτό ἐνίσχυσε καί στήριξε μέ θέρμη τή λειτουργία τῶν Κατηχητικῶν Σχολείων καί τῶν Χριστιανικῶν Μαθητικῶν ῾Ομάδων (Χ.Μ.Ο.). Μέ τίς δικές του, ἀκόμη, εὐλογίες ἱδρύθηκαν τόσο στήν Πάφο, ὅσο καί στίς διάφορες κοινότητες, τά ᾿Ορθόδοξα Χριστιανικά Κέντρα, μέ πλούσια ἐκκλησιαστική, πνευματική, ἐθνική, κοινωνική, πολιτιστική κ.λ.π. δράση καί προσφορά. ᾿Αποκορύφωμα τῶν δραστηριοτήτων τους ἐκείνων ἦταν τά διήμερα Φεστιβάλ, πού κατέστησαν ἐτήσιος θεσμός καί γίνονταν τό Μάϊο στην πόλη τῆς Πάφου ἀπό ὅλα μαζί τά ᾿Ορθόδοξα Χριστιανικά Κέντρα, μέ τή συμμετοχή πάντοτε καί πλήθους κόσμου.
Μέ τίς δικές του, ἀκόμη, εὐλογίες ἡ ῾Ιερά Μητρόπολη Πάφου, πρωτοπορώντας, ἐξέδιδε τό μηνιαῖο νεανικό περιοδικό «Νέοι ῎Ανθρωποι», πού κυκλοφοροῦσε μέ μεγάλη ἐπιτυχία σέ ὅλα τά σχολεῖα Μέσης ᾿Εκπαίδευσης τῆς Μητροπολιτικῆς Περιφέρειας Πάφου, στά Κατηχητικά Σχολεῖα, στά Κέντρα Νεότητας, στά ᾿Ορθόδοξα Χριστιανικά Κέντρα κ.λ.π.
Πρόσφερε, ἀκόμη, ὅλη του τή βοήθεια καί ἐνίσχυση πρός τή Φιλόπτωχο ᾿Αδελφότητα καί τήν Κοινωνική Πρόνοια καί στήριξε μέ ἀνυπόκριτη ἀγάπη τήν ὅλη Πνευματική-Κατηχητική Κίνηση καί τούς Χριστιανικούς Φιλικούς Κύκλους. ῾Υπογραμμίζουμε, ἐπίσης, ὅτι συμπαραστάθηκε ὁλόψυχα τόσο πρός τούς Συνδέσμους ᾿Αγωνιστῶν, ὅσο καί πρός τά ἄλλα πνευματικά καί ἐπιστημονικά – πολιτιστικά Σωματεῖα καί φορεῖς τῆς Πάφου. Μέ δική του μέριμνα λειτούργησε στήν Πάφο καί Σχολή Βυζαντινῆς Μουσικῆς, στήν ὁποία τά μαθήματα προσφέρονταν δωρεάν.
᾿Αλλά καί στόν οἰκονομικό τομέα, καί σέ μιά προσπάθεια νά ἀντιμετωπισθεῖ ἀποτελεσματικά ἡ ἀνεργία τῶν κατοίκων, καί γενικότερα νά ξεπερασθεῖ ὁ οἰκονομικός μαρασμός τῆς πόλης καί ἐπαρχίας Πάφου, ἵδρυσε πρῶτα τό ἐργοστάσιο πλαστικῶν εἰδῶν ΚΟΣΜΟΠΛΑΣΤ, στή Γεροσκήπου, καί ὕστερα τό ἐργοστάσιο Μεταλλικῶν Σωλήνων, στό ᾿Ανατολικό. ῾Ο ἴδιος, σέ μιά παλαιότερη δήλωσή του (1979), τόνισε ὅτι πραγματοποίησε ὅλα αὐτά «σέ μιά ἐποχή, πού ὄχι λίγοι ἔβλεπαν μάταιη κάθε ἐπένδυση στήν Κύπρο καί ζητοῦσαν νά φύγουν, ἀλλά καί μέ σκοπό αὐτά νά ἐμπνεύσουν ἐμπιστοσύνη στό λαό γιά τήν ἐπιβίωσή μας στόν τόπο μας»!
Σκληρές καί ἐπίπονες ἦταν οἱ προσπάθειές του, ὡς Μητροπολίτη Πάφου, καί γιά τή δημιουργία μεγάλου λιμανιοῦ καί ἀεροδρομίου. Τίς προσπάθειές του αὐτές συνέχισε καί ἀργότερα, μετά τήν ἐκλογή του στόν ᾿Αρχιεπισκοπικό Θρόνο. Τελικά, αὐτές τελεσφόρησαν μέ τή δημιουργία τοῦ ἀεροδρομίου Πάφου.
Γιά ὅλους αὐτούς τούς λόγους κέρδισε τήν ὁλόψυχη ἀγάπη, τήν ἐκτίμηση καί τό σεβασμό τοῦ παφιακοῦ λαοῦ καί καθιερώθηκε στή συνείδηση ὅλων ὡς ὁ καταξιωμένος πνευματικός ἡγέτης τους. Κοντά σέ ὅλα αὐτά, ὑπῆρξε ἀναμφίβολα, ὅπως ἤδη σημειώθηκε, ὁ στενότερος συνεργάτης τοῦ ἀείμνηστου ᾿Αρχιεπισκόπου καί ᾿Εθνάρχη Μακαρίου Γ´.
῾Ως Χωρεπίσκοπος καί ὡς Μητροπολίτης ἐκπροσώπησε πολλές φορές τήν ᾿Εκκλησία τῆς Κύπρου σέ ᾿Ορθόδοξα καί ἄλλα διεκκλησιαστικά συνέδρια καί συναντήσεις, σέ ἑορτασμούς ἐπετείων καί σέ ἐνθρονίσεις νέων Προκαθημένων τῶν ἐπί μέρους ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν.
Γενικά, μέ τήν πλούσια αὐτή δράση καί προσφορά του σέ ὅλους τούς τομεῖς τοῦ ἔργου καί τῶν δραστηριοτήτων του ὡς Μητροπολίτη Πάφου -ἐκκλησιαστικό, πνευματικό, ἐθνικό, πολιτιστικό, φιλανθρωπικό, κοινωνικό κ.λπ., ἀλλά καί μέ τό καθολικά ἀναγνωρισμένο κῦρος τῆς χαρισματικῆς ἡγετικῆς προσωπικότητάς του, κέρδισε δικαιολογημένα τήν ἀγάπη, τήν ἐκτίμηση καί τό σεβασμό τοῦ ποιμνίου του, καί γενικότερα ὁλόκληρου τοῦ λαοῦ μας. Εἶναι γι’ αὐτόν, ἀκριβῶς, τό λόγο, πού μετά τό θάνατο τοῦ ἀείμνηστου ᾿Αρχιεπισκόπου καί ᾿Εθνάρχη Μακαρίου τοῦ Γ´, ὁ Κυπριακός ῾Ελληνισμός στράφηκε μαζικά πρός αὐτόν, βλέποντας στό πρόσωπο τοῦ τότε Μητροπολίτη Πάφου τό νέο ἄξιο Προκαθήμενο τῆς ᾿Εκκλησίας μας.
῾Ιστορικός ὑπῆρξε ὁ ἐπικήδειος λόγος του κατά τήν κηδεία τοῦ ἀείμνηστου προκατόχου του ᾿Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ´. Μέ τόν ἐπικήδειο ἐκεῖνο λόγο του ἐνίσχυσε καί τόνωσε τό ἀγωνιστικό φρόνημα τοῦ Κυπριακοῦ ῾Ελληνισμοῦ, ὥστε, μπροστά στό βαρύτατο πένθος ἀπό τό χαμό τοῦ ᾿Εθνάρχη, νά μή λυγίσει, ἀλλά νά σταθεῖ ὄρθιος καί ἀσυμβίβαστος στίς ἀγωνιστικές ἐπάλξεις τοῦ καθήκοντος ἐνάντια στόν Τοῦρκο εἰσβολέα μέχρι τήν ἅγια ἡμέρα τῆς ἀπελευθέρωσης καί τῆς δικαίωσης.
Μετά τό θάνατο τοῦ ἀείμνηστου ᾿Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ´ (3 Αὐγούστου 1977) ἀνέλαβε, σύμφωνα μέ τό Καταστατικό τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς Κύπρου, τήν Τοποτηρητεία τοῦ ᾿Αρχιεπισκοπικοῦ Θρόνου καί διοργάνωσε ἀπρόσκοπτα τή διεξαγωγή τῶν ἐκλογῶν γιά τήν ἀνάδειξη τῶν ἐκπροσώπων κλήρου καί λαοῦ, οἱ ὁποῖοι θά λάμβαναν μέρος στήν ἐκλογική Συνέλευση, πού θά ἀναδείκνυε τό νέο ᾿Αρχιεπίσκοπο Κύπρου. ῾Η Συνέλευση αὐτή συνῆλθε στίς 12 Νοεμβρίου 1977 καί «διά βοῆς», ἤτοι ὁμόφωνα, τόν ἐξέλεξε ὡς ᾿Αρχιεπίσκοπο Νέας ᾿Ιουστινιανῆς καί πάσης Κύπρου. ῾Η ἐγκαθίδρυσή του στόν ᾿Αρχιεπισκοπικό Θρόνο ἔγινε τήν ἑπόμενη, 13η Νοεμβρίου 1977, ἡμέρα τῆς ὀνομαστικῆς του ἑορτῆς.
῾Ο λαός καί ὁ τόπος μας ἀντιμετώπιζαν τότε τίς πιό τραγικές μέρες τῆς νεώτερης ἱστορίας μας. Νωπά ἦταν τά φοβερά γεγονότα, πού ἔπληξαν τόν Κυπριακό ῾Ελληνισμό, ὡς ἀποτέλεσμα τῆς συμφορᾶς ἀπό τό προδοτικό πραξικόπημα καί τή βάρβαρη τουρκική εἰσβολή. Τά τουρκικά στρατεύματα εἰσβολῆς κατέλαβαν τό 40% τῶν ἐδαφῶν μας στό βόρειο τμῆμα τῆς νήσου μας, ἔδιωξαν μέ τή βία ἀπό τά σπίτια, τά ὅσια καί τά ἱερά τους 200.000 συμπατριῶτές μας, μετατρέποντάς τους σέ πρόσφυγες στήν ἴδιά τους τήν πατρίδα, καί σκόρπισαν ἀλύπητα παντοῦ τό θάνατο, τόν ὄλεθρο καί τή συμφορά.
Στόν τιτάνιο ἐκεῖνο ἀγῶνα, ὕστερα ἀπό τήν τουρκική εἰσβολή τοῦ 1974, καί εἰδικότερα στή μεγάλη προσπάθεια γιά οἰκονομική ἀνάκαμψη τοῦ λαοῦ καί τῆς πατρίδας μας, ἐργάσθηκε σκληρά καί ἡ ᾿Εκκλησία μας, κάτω ἀπό τήν καθοδήγηση πρῶτα τοῦ ἀείμνηστου ᾿Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ´, καί ὕστερα τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου. Μεγάλες ὑπῆρξαν, σχετικά, οἱ οἰκονομικές θυσίες καί τά οἰκονομικά βάρη, πού πρόθυμα καί ἀγόγγυστα σήκωσε στούς ὤμους της ἡ ῾Ιερά ᾿Αρχιεπισκοπή Κύπρου. Εἰδικότερα, στό διάστημα 1974-1977, ἡ ῾Ιερά ᾿Αρχιεπισκοπή Κύπρου κατέβαλε τό ὑπέρογκο, γιά τά τότε δεδομένα, ποσό τῶν 700.000 λ.Κ. Καί αὐτό σέ μιά ὕστατη προσπάθεια νά προσφέρει κάθε δυνατή βοήθεια στούς πρόσφυγές μας, νά ἐνισχύσει τούς συγγενεῖς τῶν ἀγνοουμένων μας, νά ἐμψυχώσει τούς ἐγκλωβισμένους μας, νά στηρίξει τούς ἀγωνιστές μας, καί γενικότερα νά τονώσει τό φρόνημα τοῦ ἀγωνιζόμενου γιά ἐθνικοθρησκευτική ἐπιβίωση λαοῦ μας. Τονίζεται, χαρακτηριστικά, ὅτι τόσες πολλές ἦταν οἱ τότε ἀνάγκες καί τόσο μεγάλη ἦταν ἡ προσφερθεῖσα ἀπό τήν ῾Ιερά ᾿Αρχιεπισκοπή Κύπρου βοήθεια, ὥστε κατά τόν πρῶτο καιρό τῆς ᾿Αρχιεπισκοπείας του ὑπῆρξαν περιπτώσεις, κατά τίς ὁποῖες οἱ ἐπιταγές τῆς ῾Ιερᾶς ᾿Αρχιεπισκοπῆς δέν ἐξαργυρώνονταν ἀπό τίς Τράπεζες, γιατί ἀκριβῶς δέν ὑπῆρχε ἡ ἀναγκαία οἰκονομική κάλυψη! Καί βεβαίως, ὁ ἀείμνηστος ῾Ηγούμενος Χρυσόστομος καί ἡ φιλόστοργος ῾Ιερά Μονή Κύκκου προσέτρεξαν νά προσφέρουν τή βοήθεια καί τή στήριξή τους προς τό Μακαριώτατο καί πρός τήν ῾Ιερά ᾿Αρχιεπισκοπή Κύπρου, μέχρι νά περάσουν οἱ δύσκολες ἐκεῖνες μέρες.
Μπροστά σέ ὅλη ἐκείνη τήν οἰκονομική ἐξάντληση τῆς ῾Ιερᾶς ᾿Αρχεπισκοπῆς, ὡς ἀποτέλεσμα, τονίζουμε καί πάλι, τῆς συμφορᾶς ἀπό τήν τουρκική εἰσβολή, ἀλλά καί τῆς προσφορᾶς κάθε δυνατῆς στήριξης καί βοήθειας πρός τό λαό στά δύσκολα τότε πρῶτα χρόνια τοῦ πόνου καί τῆς προσφυγιᾶς, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος ἐργάσθηκε σκληρά, μέ ὑπομονή καί ἐπιμονή, γιά τήν οἰκονομική ἀνάκαμψη. Καί ὄντως, γιά λόγους ἱστορικῆς ἀλήθειας θά πρέπει νά καταγραφεῖ, ὅτι στή διάρκεια τῆς ᾿Αρχιεπισκοπείας του ἡ ῾Ιερά ᾿Αρχιεπισκοπή Κύπρου μπόρεσε νά ἀνορθώσει τά οἰκονομικά της, νά καταστεῖ αὐτάρκης, νά ἀποκτήσει οἰκονομική εὐρωστία καί νά πραγματοποιήσει, ἔτσι, ἕνα μικρό οἰκονομικό θαῦμα!
Πηγή: Εκκλησία Κύπρου