Μονόδρομος και χρέος της Ελλάδας να παλέψει για τη διεθνή αναγνώριση – Οι ψυχές των 353.000 νεκρών μας πρέπει να ησυχάσουν
Από τη σειρά «Εκτέλεση» της συλλογής «Ποντιακή Γενοκτονία» (φωτ.: Gjergj Kola)
103 χρόνια μετά και ο πόνος δεν έχει καταλαγιάσει. Μοιάζει να κάνει τη δική του πορεία από τη μια γενιά Ποντίων στην άλλη. Τι κι αν έχουν φύγει από τη ζωή οι περισσότεροι μάρτυρες της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου και της βίαιης αλλαγής της ανθρωπογεωγραφίας της περιοχής, τίποτα δεν μπορεί να ξεχαστεί. Ο ίδιος ο γενετικός κώδικας των Ποντίων μεταφέρει την αλήθεια που είναι μία και μοναδική: Οι Οθωμανοί Τούρκοι και οι συνεργοί τους υλοποίησαν με χειρουργική ακρίβεια το σχέδιο εξόντωσης των Ελλήνων του Πόντου, βάζοντας στο στόχαστρό τους, όχι μία αλλά πολλές γενιές!
Η 19η Μαΐου 1919 αποτελεί ημερομηνία-εφιάλτη για εκατομμύρια Πόντιους του χθες, του σήμερα και του αύριο, καθώς οι ξεριζωμένες οικογένειές τους κουβαλούν πολλές ματωμένες ιστορίες.
Ταυτόχρονα αποτελεί και ημερομηνία-ντροπής για όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις που έχουν αποτύχει να διεθνοποιήσουν το ειδεχθές έγκλημα, έχοντας επιλέξει να κλείσουν τα αυτιά σε αυτό το «διπλωματικό εμπόδιο». Η λέξη γενοκτονία αποτελεί κόκκινο πανί για την Τουρκία και αρκεί για να κάνει την ηγεσία της να χάσει τον έλεγχο. Πόσο μάλλον να συμφιλιωθεί με το ιστορικό παρελθόν της και να αναλάβει τις ευθύνες της. Και εκεί κάπου βρίσκεται το εμπόδιο για τις ελληνικές κυβερνήσεις, που ακολουθώντας τη διπλωματική οδό –αν όχι κατευθυντήριες γραμμές ευρωπαίων εταίρων μας– δεν θέτουν ξεκάθαρα το θέμα της αναγνώρισης της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Ανατολής.
Η πληθώρα των ιστορικών πηγών, τουρκικών και διεθνών, που μιλούν ξεκάθαρα για Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και της καθ’ ημάς Ανατολής, δεν φαίνεται να είναι αρκετές για να γίνει το επόμενο βήμα, αυτό της αναγνώρισης του εγκλήματος. Όμως ο καιρός περνάει και η ανάγκη είναι μεγαλύτερη παρά ποτέ γιατί όσο περπατάμε πάνω στην ουδέτερη γραμμή, ο θύτης σπρώχνει για να κερδίσει περισσότερο χώρο από το σήμερα των παιδιών μας.
Πρόσφυγες από τη Σαμψούντα σε βαγόνια τρένου στην Πάτρα, με προορισμό άλλες πόλεις στην Ελλάδα. Η φωτογραφία δημοσιεύθηκε στο National Geographic τον Νοέμβριο του 1925, σε άρθρο με τίτλο «Το μεγαλύτερο ταξίδι της Ιστορίας» (τ. 48, σ. 568). Πηγή: Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου / George Grantham Bain Collection
Οι ψύχραιμες φωνές υποστηρίζουν ότι μπορούμε να ζήσουμε αρμονικά με τους γείτονές μας. Αλήθεια, μπορούμε; Όποια οικογένεια θρήνησε, πώς μπορεί να αφήσει τον πόνο πίσω της; Είναι εύκολο να ξεχαστούν οι αναγκαστικοί εκτοπισμοί των Ελλήνων από τα παράλια προς την ενδοχώρα της Ανατολίας; Εκείνες οι ατελείωτες πορείες θανάτου και οι επιθέσεις στα ελληνικά χωριά του Πόντου; Ή μήπως τα τάγματα καταναγκαστικής εργασίας που εξαφάνισαν γενιές Ποντίων;
Τίποτα δεν μπορεί να ξεχαστεί και κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει! Όχι, όσο ο θύτης υποδύεται τον Πόντιο Πιλάτο και νίπτει τας χείρας του για τις εκατοντάδες χιλιάδες των νεκρών μας!
Το προσχεδιασμένο έγκλημα των Νεότουρκων και των κεμαλικών απέδωσε καρπούς, αφού από την έναρξη της Γενοκτονίας μέχρι τον Μάρτιο του 1924, 353.000 Έλληνες του Πόντου έχασαν τη ζωή τους και άλλοι τόσοι εκτοπίστηκαν. Το μαχαίρι δεν έκανε διακρίσεις: Άνδρες, γυναίκες, παιδιά, νέοι και ηλικιωμένοι σφαγιάζονταν. Οι Οθωμανοί Τούρκοι εκτέλεσαν, κρέμασαν, βίασαν, βασάνισαν και απήγαγαν. Όσο πιο πολλά τα θύματα, τόσο μεγαλύτερα τα ανταλλάγματα. Οι Τούρκοι εξαργύρωσαν τα εγκλήματά τους με χρήματα, αξιώματα, και τις περιουσίες των Ελλήνων χριστιανών.
Θάλαμος προσωρινής διαμονής στα Απολυμαντήρια Καλαμαριάς, το 1923 (πηγή: ΙΑΠΕ, Συλλογή Οδυσσέα Λαμψίδη)
Οι τελευταίοι, όσοι έζησαν, πήραν το δρόμο προς τη μητέρα πατρίδα. Άλλος πόνος και τούτος. Μετά την Ανταλλαγή των πληθυσμών, έφθασαν στην Ελλάδα 190.000 Πόντιοι, εξαθλιωμένοι με κάθε έννοια. Και ενώ αγωνιούσαν να πατήσουν τα ελληνικά χώματα, οι ντόπιοι τους απέρριψαν ως «τουρκόσπορους». Οι Πόντιοι βίωσαν τη φρίκη των λοιμοκαθαρτηρίων που είχαν στηθεί πρόχειρα και βρέθηκαν αντιμέτωποι με σοβαρές ασθένειες και πείνα. Όσοι είχαν καταφέρει να φέρουν λίγο από το βιός τους μαζί, το ξεπουλούσαν όσο-όσο για ένα κομμάτι ψωμί που θα έθρεφε την οικογένειά τους. Κι όλα αυτά, στην ιστορική πατρίδα…
Αγνοήθηκαν, λοιδορήθηκαν και μπήκαν στο περιθώριο. Οι ντόπιοι άργησαν να συνειδητοποιήσουν πως όλοι αυτοί είχαν αφήσει για λίπασμα τους νεκρούς τους, είχαν υποχρεωθεί να κρύβουν την ορθόδοξη πίστη τους και να μιλούν περιορισμένα τη διάλεκτό τους. Τους αντιμετώπιζαν ως μιάσματα, ζητιάνους γεμάτους αρρώστιες. Κι ας ήταν αυτοί που παρήγαγαν πολιτισμό και παιδεία στον Πόντο και τη Μικρά Ασία.
Όμως το ίδιο DNA που μεταφέρει τον πόνο από τη μία γενιά στην άλλη, μεταφέρει και εκείνα τα γονίδια που πεισματικά υποχρεώνουν κάθε πρόσφυγα να πετύχει. Αυτό συνέβη με τους Έλληνες του Πόντου, οι οποίοι όπου κι αν βρέθηκαν μετά τον Ξεριζωμό, τα κατάφεραν. Λάθος. Όχι, δεν τα κατάφεραν απλά. Πέτυχαν να ξεχωρίσουν και να κάνουν τη διαφορά. Αυτοί οι ρακένδυτοι που έφθασαν από την Ανατολία με τους χειρότερους οιωνούς. Και είναι τόσα πολλά τα παραδείγματα από τα οποία μπορούμε να διδαχθούμε και να βρούμε το δρόμο που θα οδηγήσει στη διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας.
Οι Πόντιοι οφείλουν ενωμένοι να πορεύονται, για να ακούγεται δυνατά ότι απαιτούν τη δικαίωση των προγόνων τους. Οι διχαστικές συμπεριφορές δεν έχουν και δεν πρέπει να έχουν θέση στην Ελλάδα του 2022. Η διεθνής αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου είναι εθνική υπόθεση και καθένας από εμάς οφείλει να παλέψει για την επίτευξη του ύψιστου στόχου.
Της Πόπη Παπαγεωργίου