Γεννήθηκε στην κωμόπολη Λύση, της επαρχίας Αμμοχώστου, στις 2 Μαρτίου 1932.
Σκοτώθηκε από Άγγλους στις 2 Αυγούστου 1958, στα περιβόλια της Λύσης.
Γονείς : Μιχαήλ και Μαρία Σουρουλλά
Αδέλφια : Καλλής, Παναγιώτα, Δημήτρης
Ο Αναστάσης Σουρουλλάς ή Τάσος, όπως τον φώναζαν, τελείωσε το δημοτικό σχολείο Λύσης και ήταν εργάτης-γεωργός. Δραστηριοποιήθηκε περισσότερο στην ΕΟΚΑ, μετά τις 6 Αυγούστου 1956, όταν βγήκε αντάρτης ο μικρότερός του αδελφός, ο Δήμος, οπότε ο Τάσος ανέλαβε την τροφοδοσία της ανταρτικής ομάδας του αδελφού του και ενεργούσε ως ένας από τους συνδέσμους των δυο ανταρτικών ομάδων της Λύσης. Μετά τις 10 Φεβρουαρίου 1957, όταν ο αδελφός του συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο μαζί με τους συντρόφους του, σε μια μετακίνησή τους, κατά την οποία έπεσε ο ήρωας Πάτροκλος Κόκκινος, ο Τάσος δραστηριοποιήθηκε ακόμα περισσότερο, αναλαμβάνοντας ευθύνες και στις ομάδες πολιτοφυλακής που οργάνωσε η ΕΟΚΑ.
Την 1η Αυγούστου 1958 οι αντάρτες της Λύσης, ενισχυμένοι και από αγωνιστές του χωριού, έστησαν ενέδρα κοντά στη Λύση κατά την οποία κτυπήθηκαν τρία στρατιωτικά αυτοκίνητα γεμάτα από στρατιώτες, με αποτέλεσμα το θάνατο δυο στρατιωτών και τον τραυματισμό πολλών άλλων. Την επομένη οι Άγγλοι επέβαλαν δεκαπενθήμερο κατ’ οίκον περιορισμό και επιδόθηκαν σε έρευνες. Κατά τη διάρκεια του περιορισμού οι Αναστάσης Σουρουλλάς, Γεώργιος Χατζηιωνά και Χριστοφής Παναγίδης διέσπασαν τον κλοιό του χωριού και κατέληξαν στους αγρούς κατευθυνόμενοι προς το χωριό Τρεμετουσιά. Εντοπίστηκαν όμως από Άγγλους που τους επισήμαναν με ελικόπτερο, το οποίο ενίσχυε τις έρευνες. Σύμφωνα με μαρτυρία βοσκού που παρακολουθούσε, ο Τούρκος λοχίας του αστυνομικού σταθμού Αθιένου, επικεφαλής Επικουρικών, με άλλους Τούρκους από το χωριό Άρσος, τους έστησαν ενέδρα και, βοηθούμενοι και από τους Άγγλους, τους σκότωσαν. Από τη νεκροψία διαπιστώθηκε ότι οι τρεις νέοι κτυπήθηκαν με σφαίρες αυτομάτου όπλου στο κεφάλι και με λόγχη στην κοιλιά και σε άλλα μέρη του σώματος.