Κυρ, Νοε 24, 2024

Ναπολέων Α’ (1769 – 1821)

Ναπολέων Α’ (1769 – 1821)

Γάλλος στρατηγός και αυτοκράτορας, μία από τις λαμπρότερες μορφές της παγκόσμιας ιστορίας. Αποκλήθηκε «Μέγας», καθώς υπήρξε ο θεμελιωτής της σύγχρονης Γαλλίας και Ευρώπης.

Ο Ναπολέων ήταν γάλλος στρατιωτικός, αυτοκράτορας της Γαλλίας από το 1804 έως το 1814 και για μία περίοδο εκατό ημερών το 1815. Τόσο με τη στρατιωτική, όσο και με την πολιτική του δράση, αναδείχθηκε σε μία από τις λαμπρότερες μορφές της παγκόσμιας ιστορίας και ορθώς αποκαλείται Μέγας Ναπολέων. Υπήρξε ο θεμελιωτής της σύγχρονης Γαλλίας και της σύγχρονης Ευρώπης.

Ο Ναπολέων Βοναπάρτης (Ναπολεόν Μποναπάρτ στα γαλλικά και Ναπολεόνε Μπουοναπάρτε στα ιταλικά) γεννήθηκε στις 15 Αυγούστου 1769 στο Αιάκειο (Αζαξιό) της Κορσικής, που ήταν γαλλική περιοχή. Ήταν το τέταρτο παιδί του ιταλικής καταγωγής δικηγόρου Κάρλο Μπουοναπάρτε και της συζύγου του Λετίτσια Ραμολίνο.

Ο Ναπολέων από μικρός ξεχώριζε με τον ιδιόρρυθμο και εγωκεντρικό χαρακτήρα του και απέφευγε τις συναναστροφές με τους συμμαθητές του. Έλαβε στρατιωτική μόρφωση και σε ηλικία 16 χρονών έγινε ανθυπολοχαγός του πυροβολικού. Η φιλοδοξία του τον ώθησε να καταστρώσει επαναστατικό σχέδιο για την ανεξαρτησία της Κορσικής από τη Γαλλία. Όταν απέτυχε, πειθάρχησε πάλι στη γαλλική κυβέρνηση και τέθηκε επικεφαλής εκστρατείας εναντίον της πατρίδας του.

Η εξέλιξή του κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης υπήρξε ραγδαία. Σε ηλικία 24 ετών έλαβε το βαθμό του υποστρατήγου και χάρη στις ικανότητες που επέδειξε στην καταστολή της εξέγερσης των βασιλοφρόνων τον Οκτώβριο του 1795 στο Παρίσι, ανέλαβε αρχηγός της στρατιάς της Ιταλίας (1796), όπου κατανίκησε τους Αυστριακούς και απελευθέρωσε το Μιλάνο. Επέβαλε όμως βαρείς φόρους, έκανε με το στρατό του φοβερές λεηλασίες και φερόταν με περιφρόνηση προς τη γαλλική κυβέρνηση.
Συνέχισε υστέρα την καταδίωξη των Αυστριακών ως τη Βιέννη και τους υποχρέωσε να υπογράψουν τη Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο στις 17 Οκτωβρίου 1797. Σύμφωνα μ’ αυτή, η Γαλλία έθεσε υπό τον έλεγχό της τα Επτάνησα. Το γεγονός αυτό χαροποίησε τους Έλληνες, γιατί τους έδωσε την ελπίδα ότι οι αρχές της Γαλλικής Επανάστασης θα εφαρμόζονταν και για τους υπόδουλους λαούς.

Κατόπιν ο Ναπολέων εκστράτευσε κατά της Αιγύπτου, νίκησε τους Μαμελούκους και κυρίευσε το Κάιρο. Σχεδίαζε μάλιστα να κυριεύσει τη Μικρά Ασία και την Κωνσταντινούπολη και να διαλύσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία, παρά την καταστροφή του στόλου του από τον άγγλο ναύαρχο Νέλσον. Αυτό αναπτέρωσε πιο πολύ το εθνικό φρόνημα των Ελλήνων, καθώς ο Ναπολέων διέδιδε πως θα συμπράξει με τους Έλληνες. Την ιδέα αυτή άλλωστε είχε καλλιεργήσει πρωτύτερα και ο Κοραής.

Ο ίδιος ο Ναπολέων μιλούσε συχνά για την Αθήνα, τη Σπάρτη και την αρχαία Ελλάδα. Έδωσε εντολή στους Γάλλους της Επτανήσου να φέρονται φιλικά προς τους Έλληνες κι έστειλε στην Πελοπόννησο τους δύο αδελφούς Στεφανόπουλους, που κατάγονταν από τους Μανιάτες που μετανάστευσαν στην Κορσική, για να προετοιμάσουν την εξέγερση των Ελλήνων. Είχε συνεννοηθεί μάλιστα και με το Ρήγα Φεραίο και τον είχε καλέσει να συναντηθούν στη Βενετία, αλλά η συνάντηση δεν πραγματοποιήθηκε μετά τη σύλληψη του Ρήγα από τις αυστριακές αρχές.

Το 1804 αναγορεύτηκε αυτοκράτορας και το 1805 επανέλαβε τον πόλεμο κατά της Αυστρίας. Κυρίευσε τη Βιέννη, συνέτριψε στο Αούστερλιτς τον αυστροπρωσικό στρατό (2 Δεκεμβρίου 1805) και στην Ιένα τον πρωσικό στρατό (14 Οκτωβρίου 1806). Αφού κυρίευσε το Βερολίνο, συνέχισε τον πόλεμο κατά της Ρωσίας και την υποχρέωσε να υπογράψει τη συνθήκη του Τιλσίτ, στις 22 Ιουνίου 1807. Τότε η Γαλλία ξαναπήρε τα Επτάνησα, που της είχαν στο μεταξύ αφαιρέσει οι Ρώσοι.
Ο Ναπολέων είχε φθάσει τότε στο υπέρτατο σημείο της δόξας του και ήταν ο παντοδύναμος αυτοκράτορας της Γαλλίας επικεφαλής ηγεμόνων ευρωπαϊκών κρατών, που ήταν μέλη της οικογένειάς του, διορισμένοι απ’ αυτόν. Κατέλαβε επίσης την Ισπανία και την Πορτογαλία και σχεδίαζε να υποτάξει την Αγγλία.

Επειδή από την πρώτη του γυναίκα Ιωσηφίνα δεν απέκτησε τέκνο για διάδοχό του, κατόρθωσε να τη διαζευχτεί και να νυμφευτεί τη 19χρονη αρχιδούκισσα Μαρία - Λουΐζα, θυγατέρα του μεγάλου του εχθρού, του αυτοκράτορα της Αυστρίας Φραγκίσκου Α’, τον οποίο είχε συντρίψει στη Μάχη του Βάγκραμ (5 – 6 Ιουλίου 1809). Από τον δεύτερο γάμο του απέκτησε ένα γιο, που του έδωσε το όνομα Ναπολέων Β’ και τον τίτλο του βασιλιά της Ρώμης.

Το 1812, με στρατό 500.000 ανδρών από Γάλλους, Ιταλούς, Αυστριακούς, Πρώσους, Γερμανούς και Πολωνούς, επιτέθηκε στη Ρωσία. Νίκησε τον στρατηγό Κουτούζοφ και κατέλαβε τη Μόσχα. Οι Ρώσοι όμως πυρπόλησαν τη Μόσχα και η στρατιά του Ναπολέοντα, που δεν έβρισκε πουθενά εφόδια για τη συντήρησή της, αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Ο δριμύτατος ρωσικός χειμώνας αποτελείωσε την καταστροφή της ναπολεόντειας στρατιάς. Μόνο 100.000 άνδρες σώθηκαν. Το 1813 (16 – 19 Οκτωβρίου) με νέες δυνάμεις υποχρεώθηκε να δώσει τη Μάχη της Λειψίας, αντιμετωπίζοντας τους Πρώσσους και Αυστριακούς και νικήθηκε.

Ύστερα από τις συνεχείς αποτυχίες, ο Ναπολέων αναγκάστηκε να παραιτηθεί στις 6 Απριλίου 1814 και με τη Συνθήκη του Φοντενεμπλό (30 Μαΐου 1814), που υπαγόρευσαν οι σύμμαχοι (Μεγάλη Βρετανία, Πρωσία, Ρωσία, Αυστρία) να εγκατασταθεί στη νήσο Έλβα της Ιταλίας.
Η παλινόρθωση των Βουρβώνων με τον Λουδοβίκο ΙΗ’ ήταν η αφορμή για να ξαναγυρίσει στη Γαλλία στις αρχές του 1815 και με μεγαλύτερο πείσμα και φιλοδοξίες ν’ αναλάβει και πάλι την εξουσία. Δύο στρατιές κινήθηκαν τότε εναντίον του: η μία αγγλική με τον Ουέλιγκτον και η δεύτερη πρωσική με τον Μπλίχερ. Στις 16 Ιουνίου 1815 νίκησε τη στρατιά του Μπλίχερ, χωρίς όμως να την καταστρέψει. Όταν ο Ναπολέων συναντήθηκε με τον αγγλικό στρατό στο Βατερλό, κατέφθασε και ο Μπλίχερ και η ναπολέοντεια στρατιά έπαθε φοβερή καταστροφή στις 18 Ιουνίου 1815.

Ο Ναπολέων συντετριμμένος αναγκάστηκε και πάλι να παραιτηθεί και να παραδοθεί στον βρετανό ναύαρχο Μέτλαντ. Η βρετανική κυβέρνηση τον εξόρισε στη νήσο της Αγίας Ελένης στον Βόρειο Ατλαντικό, όπου πέθανε στις 5 Μαΐου 1821, σε ηλικία 51 ετών.

 

Listen Live