Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, με απόφασή της στις 17 Δεκεμβρίου 1999, ανακήρυξε την 25η Νοεμβρίου ως Διεθνή Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών για να αναδείξει ένα σημαντικό πρόβλημα με παγκόσμια διάσταση.
Η Ημέρα αυτή είχε καθιερωθεί ήδη από το 1981 από γυναικείες οργανώσεις, σε ανάμνηση της φρικτής δολοφονίας των τριών αδελφών Μιραμπάλ, πολιτικών αγωνιστριών από την Δομινικανή Δημοκρατία, με διαταγή του δικτάτορα Τρουχίλο στις 25 Νοεμβρίου 1960.
Η βία κατά των γυναικών και των κοριτσιών αποτελεί σοβαρή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και συνιστά εκδήλωση των ιστορικά άνισων σχέσεων ισχύος μεταξύ των γυναικών και των ανδρών, οι οποίες έχουν οδηγήσει σε επικυριαρχία και διακρίσεις κατά των γυναικών από τους άνδρες και στην παρακώλυση της πλήρους προόδου των γυναικών . Αποτελεί επίσης έναν από τους ζωτικής σημασίας κοινωνικούς μηχανισμούς μέσω των οποίων οι γυναίκες εξαναγκάζονται σε υποδεέστερη θέση σε σύγκριση με τους άνδρες.
Σύμφωνα με την έρευνα που διεξήχθη από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (FRA,2014), περίπου 13 εκατομμύρια γυναίκες στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) έχουν πέσει θύματα σωματικής βίας, ήτοι ποσοστό 7 % των γυναικών ηλικίας 18–74 ετών, 3,7 περίπου εκατομμύρια γυναίκες έχουν υποστεί σεξουαλική βία ήτοι ποσοστό 2 % των γυναικών ηλικίας 18–74 ετών. Μία στις 20 γυναίκες (5 %) έχει πέσει θύμα βιασμού από την ηλικία των 15 ετών και άνω και 18 % των γυναικών έχουν πέσει θύματα εξακολουθητικής παρενόχλησης από την ηλικία των 15 ετών και άνω. Επίσης, περίπου το 12 % των γυναικών έχουν βιώσει κάποια μορφή σεξουαλικής κακοποίησης ή κάποιο συναφές περιστατικό από κάποιον ενήλικα πριν από την ηλικία των 15 ετών. Και τέλος, το ήμισυ όλων των γυναικών στην ΕΕ (53 %) αυ-τοπεριορίζουν τις μετακινήσεις τους στον δημόσιο χώρο από φόβο μήπως υποστούν σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση.
Την πρώτη περίοδο της πανδημίας του Covid-19, η βία κατά των γυναικών χαρακτηρίστηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης ως η «σκιώδης πανδημία». Η πρόεδρος της GREVIO 3 , Marceline Naudi σε ανακοίνωσή της ανέφερε ότι «για πολλές γυναίκες και παιδιά, το σπίτι δεν είναι ένα ασφαλές μέρος», δεδομένου ότι οι πολιτικές απομόνωσης και περιορισμού που εφαρμόστηκαν από τα κράτη προκειμένου να αντιμετωπιστεί η διάδοση του κορωνοϊού, για τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας είχε ως συνέπεια την περαιτέρω αύξηση του κινδύνου και την έκθεσή τους σε όλες τις μορφές έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας λόγω του περιορισμού της μετακίνησής τους και της συγκατοίκησης συνεχώς με τον κακοποιητή τους. Ο κίνδυνος αυτός υπήρξε ακόμη μεγαλύτερος για γυναίκες και κορίτσια ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, όπως για παράδειγμα οι γυναίκες προσφύγες και αιτούσες άσυλο, μετανάστριες, γυναίκες με αναπηρία, ηλικιωμένες γυναίκες κ.α.
Για πρώτη φορά καθολικός ορισμός και συστάσεις για τη διαδικτυακή βία κατά των γυναικών από το Συμβούλιο της Ευρώπης Body shaming, doxing, cyber flashing.
Μια σειρά από νέοι όροι έχουν κάνει την εμφάνισή τους στις ζωές μας καταδεικνύοντας μορφές βίας, συχνότερα κατά των γυναικών, που τελούνται διαδικτυακά. Η έμφυλη βία που ασκείται με τη χρήση της τεχνολογίας ή μέσω διαδικτύου είναι ένα ολοένα συχνότερο φαινόμενο, για το οποίο απουσιάζει ωστόσο ένας καθολικά αποδεκτός ορισμός. Το κενό αυτό έρχεται να καλύψει ο όρος «ψηφιακή διάσταση της βίας κατά των γυναικών», τον οποίο εισάγει για πρώτη φορά το Συμβούλιο της Ευρώπης απευθύνοντας παράλληλα συστάσεις στα κράτη μέλη του.
Στον ορισμό, που παρουσιάστηκε χθες (24 Νοεμβρίου 2021) με την ευκαιρία της σημερινής Παγκόσμιας Ημέρας για την εξάλειψη της βίας κατά των Γυναικών και Κοριτσιών, συνδέονται όλες οι μορφές βίας κατά των γυναικών που γίνονται διαδικτυακά, από τα κοροϊδευτικά σχόλια για το σώμα ή την εμφάνιση (body shaming), την αποστολή ανεπιθύμητων σεξουαλικών εικόνων σε απευθείας σύνδεση (cyber flashing), την κοινοποίηση προσωπικών πληροφοριών ενός ατόμου χωρίς συγκατάθεση (doxing), τη διαδικτυακή παρακολούθηση (online stalking) και την ανάρτηση προσβλητικών ή εχθρικών μηνυμάτων σε κοινωνικά δίκτυα ή φόρουμ (flaming).
Η ομάδα εμπειρογνωμόνων του Συμβουλίου της Ευρώπης για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας (GREVIO) εντόπισε κατά την παρακολούθηση της εφαρμογής της Συνθήκης της Κωνσταντινούπολης ότι υπάρχουν μεγάλα κενά στους εθνικούς νόμους σχετικά με τη βία κατά των γυναικών μέσω της τεχνολογίας, την ώρα που η ταχεία ανάπτυξη των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνίας ανοίγει νέους δρόμους για τη βία κατά των γυναικών και κοριτσιών, εκθέτοντάς τις σε μεγαλύτερους κινδύνους.
Μάλιστα, εταιρείες ασφάλειας του Διαδικτύου προσδιορίζουν λογισμικά παρακολούθησης προσωπικών δεδομένων (stalkerwares και spousewares), μέσα από τα οποία είναι πιθανή η παρακολούθηση της ιδιωτικής ζωής ενός ατόμου χωρίς τη γνώση ή τη συναίνεσή του, αποκτώντας πρόσβαση σε προσωπικές πληροφορίες όπως επαφές, αρχεία καταγραφής κλήσεων, φωτογραφίες, βίντεο, sms και τοποθεσία.
Οι συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης περιλαμβάνουν συγκεκριμένες ενέργειες που πρέπει να αναλάβουν οι κυβερνήσεις, όπως την αναθεώρηση της σχετικής νομοθεσίας σύμφωνα με την ψηφιακή διάσταση της βίας κατά των γυναικών, την ανάληψη πρωτοβουλιών για την εξάλειψη των στερεοτύπων και των διακρίσεων γύρω από το φύλο, την προώθηση της ένταξης του ψηφιακού γραμματισμού και της διαδικτυακής ασφάλειας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, την παροχή υπηρεσιών υποστήριξης και συμβουλευτικής σε όλα τα θύματα και την παροχή κινήτρων στους διαμεσολαβητές του διαδικτύου για τη διασφάλιση της εποπτείας του περιεχομένου. Επίσης, τη δημιουργία συστήματος συλλογής δεδομένων για την ψηφιακή βία κατά των γυναικών και τη συμπερίληψη της ψηφιακής διάστασης της βίας κατά των γυναικών στις εθνικές στρατηγικές και σχέδια δράσης.
Πηγή:sansimera.gr