Διακεκριμένος αμερικανός πολιτικός, που διετέλεσε πρόεδρος των ΗΠΑ από το 1861 έως τη δολοφονία του το 1865. Στα επιτεύγματά του συμπεριλαμβάνονται η διάσωση της ένωσης των βορειοαμερικανικών πολιτειών κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο (1861-1865), η υπεράσπιση της δημοκρατίας και η κατάργηση της δουλείας, που αφορούσε τον μαύρο πληθυσμό της χώρας.
Ο Αβραάμ Λίνκολν (Abraham Lincoln) γεννήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1809 σε μια καλύβα, μερικά χιλιόμετρα στα νότια του χωριού Χότζεβιλ της πολιτείας Κεντάκι, και ήταν γιος ενός φτωχού χωρικού. Μικρός, έμεινε ορφανός από μητέρα, αλλά η μητριά του ήταν πολύ καλή μαζί του, ώστε την ανέφερε μ’ ευγνωμοσύνη σ’ όλη του τη ζωή. Η φτώχεια και η δουλειά του κοντά στον πατέρα του δεν του έδωσαν τον καιρό να πάει στο σχολείο, παρά μονάχα έξι μήνες. Δεν έχανε, όμως, την ευκαιρία να διαβάζει και να μορφώνεται μόνος του, με την ενθάρρυνση και της μητριάς του, την «αγγελική μητέρα», όπως την ονόμασε.
Αργότερα, για να κερδίζει το ψωμί του, έκαμε μεταφορές μ’ ένα μικρό ποταμόπλοιο στο Μισσισιπή. Στα ταξίδια του αυτά γνώρισε τη φρικτή ζωή που βίωναν οι μαύροι των Νοτίων Πολιτειών, που ήταν σκλάβοι των λευκών και τους συμπόνεσε πολύ. Κατόπιν έγινε υπάλληλος σε μία εμπορική επιχείρηση, εθελοντής στο στρατό, μικρέμπορος και διευθυντής ταχυδρομείου.
Απελπισμένος απ’ όλες αυτές τις εργασίες, άρχισε να μελετά νομικά και το 1836, σε ηλικία 26 χρόνων, πέρασε τις εξετάσεις για την άδεια επαγγέλματος και άρχισε να δικηγορεί στην πολιτεία του Ιλινόις. Οι συμπολίτες του, που αναγνώριζαν τις ικανότητές του, την αταλάντευτη ειλικρίνεια και την απόλυτη εντιμότητά του, τον εξέλεξαν ομοσπονδιακό βουλευτή το 1846, με τη σημαία του Κόμματος των Ουίγων (Φιλελευθέρων). Νωρίτερα είχε διατελέσει μέλος της τοπικής βουλής του Ιλινόις (1834-1842). Μία από τις πρώτες του ενέργειες στο Κογκρέσο ήταν να ταχθεί υπέρ της κατάργησης της δουλείας των μαύρων.
Το 1854 συμμετείχε στην ίδρυση του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και στις 6 Νοεμβρίου 1861 εξελέγη πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Την εποχή αυτή ξέσπασε ο εμφύλιος πόλεμος, με κυρίαρχο ζήτημα την κατάργηση της δουλείας και την απελευθέρωση των σκλάβων. Οι Νότιες Πολιτείες ήθελαν να διατηρηθεί η σκλαβιά των μαύρων και απειλούσαν με αποχώρηση από την Ένωση.
Ο Λίνκολν, αφού μάταια προσπάθησε να συμβιβάσει τα πράγματα, αντιμετώπισε την κατάσταση δυναμικά, με πόλεμο και ταυτόχρονα κήρυξε την κατάργηση τής δουλείας (1 Ιανουαρίου 1863). Στις 8 Νοεμβρίου 1864 επανεξελέγη πρόεδρος, νίκησε τους Νότιους κι έφερε την τάξη, την ελευθερία και τη δημοκρατία στις ΗΠΑ. Μία από τις πρώτες του ενέργειες ήταν η ψήφιση της 13ης τροπολογίας του Αμερικανικού Συντάγματος (1 Φεβρουαρίου 1865), με την οποία καταργήθηκε και επίσημα η δουλεία.
Η δολοφονία του Λίνκολν
Η δεύτερη προεδρία του, όμως, κράτησε μόνο λίγες μέρες, γιατί το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής, 14 Απριλίου 1865, την ώρα που παρακολουθούσε μία θεατρική παράσταση στην Ουάσιγκτον, πυροβολήθηκε στο θεωρείο του από τον ηθοποιό Τζον Μπουθ, που ήταν κατάσκοπος των Νοτίων. Απομακρυνόμενος από το θέατρο, ο δράστης ακούστηκε να λέει στα λατινικά: «Sic semper tyrannis» (σε ελεύθερη μετάφραση «Ο θάνατος αρμόζει στους τυράννους»). Νωρίς το πρωί της επομένης, ο Λίνκολν άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 56 ετών. Ενταφιάστηκε με μεγάλες τιμές στο Σπρίνγκφιλντ του Ιλινόις, όπου υψώνεται μεγαλόπρεπο μνημείο του.
Ο Αβραάμ Λίνκολν υπήρξε μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών. Η μεταθανάτια μεγέθυνση της φήμης του επηρεάστηκε και από τη χρονική στιγμή (Μεγάλη Παρασκευή) και τις περιστάσεις του θανάτου του, που του προσέδωσαν το «φωτοστέφανο του μάρτυρα» κι ένα είδος αγιότητας. «Ο Ιησούς Χριστός πέθανε για τον κόσμο. Ο Αβραάμ Λίνκολν πέθανε για τη χώρα του» δήλωσε ένας σύγχρονός του...