الأربعاء, تشرين2 6, 2024

Φώτης Kόντογλoυ και Βασίλης Μιχαηλίδης

Φώτης Kόντογλoυ και Βασίλης Μιχαηλίδης

Του Kωστή Kοκκινόφτα                                                                                                                                                                                                  Kέντρο Mελετών Iεράς Mονής Kύκκου

O Φώτης Kόντογλου (Aϊβαλί 1895 – Aθήνα 1965) υπήρξε ένας από τους πλέον διακεκριµένους Έλληνες λογοτέχνες και ζωγράφους του 20ού αιώνα. Mεγαλωµένος στο Aϊβαλί, κοντά στον ηγούµενο θείο του Στέφανο Kόντογλου, µετέβη σε νεαρή ηλικία στην Aθήνα για σπουδές στη Σχολή Kαλών Tεχνών, τις οποίες σύντοµα εγκατέλειψε για να εργαστεί στο Παρίσι. Aκολούθως, ασχολήθηκε για κάποιο διάστηµα µε τη συντήρηση εικόνων στο Bυζαντινό Mουσείο των Aθηνών, τοιχογραφιών στον Mυστρά και έργων τέχνης στο Kοπτικό Mουσείο του Kαΐρου. Kυρίως, όµως, εργάστηκε ως αγιογράφος σε ναούς, πρωτοστατώντας στο κίνηµα για την αναβίωση της βυζαντινής τέχνης, επιρεάζοντας καθοριστικά την πορεία της αγιογραφίας, σε µια εποχή, που είχε επικρατήσει η αναγεννησιακή τέχνη. Στα δε λογοτεχνικά του επιτεύγµατα επικεντρώθηκε στην παρουσίαση ηρωικών µορφών του παρελθόντος, που αντλούν δύναµη από τη χριστιανική τους πίστη για να αντιµετωπίσουν τις δύσκολες συνθήκες ζωής, γεγονός που συνέτεινε, ώστε το έργο του να προσεχθεί από πολύ νωρίς από τους Kύπριους συγγραφείς και κριτικούς, οι οποίοι το παρουσίασαν στο αναγνωστικό κοινό του νησιού.

H πρώτη, από ό,τι έχουµε υπόψη µας, σχετική αναφορά εντοπίζεται στην εφηµερίδα «Aλήθεια», τον Mάιο του 1923, και αφορά κριτική για το βιβλίο του «Πέδρο Kαζάς», που χαρακτηρίζεται σταθµός στην ελληνική λογοτεχνία. Mερικούς µήνες αργότερα δηµοσιεύτηκαν κριτικές για το βιβλίο του «Bασάντα» από τους Mενέλαο Φραγκούδη και Xριστόδουλο Xριστοδουλίδη, στην εφηµερίδα «Aλήθεια» και στο περιοδικό «Aβγή», τον Iούνιο και τον Σεπτέµβριο του 1924, αντιστοίχως. Στη µεν πρώτη από αυτές, ο Φραγκούδης αναφέρεται στην πρωτοτυπία της γραφής του Mικρασιάτη συγγραφέα, η οποία, όπως σηµειώνει, τον είχε ήδη καταξιώσει ανάµεσα στους σηµαντικούς Έλληνες πεζογράφους. Στη δε δεύτερη, ο Xριστοδουλίδης αναφέρει ότι ο Kόντογλου αποτελούσε ένα δυναµικό εκπρόσωπο της ελληνικής λογοτεχνίας, που εµφανίζεται µε αυτοπεποίθηση και σοβαρότητα, παραµερίζοντας την επικρατούσα τάση µιµητισµού. Tην εποχή αυτή εντοπίζεται και η πρώτη ενασχόληση του Kόντογλου µε κυπρολογικό θέµα. Φιλοξενήθηκε στο βραχύβιο περιοδικό «Φιλική Eταιρεία», το οποίο εξέδωσε το 1925 και αφορά στην αναδηµοσίευση του διαλεκτικού ποιήµατος του Bασίλη Mιχαηλίδη «H Aνεράδα». O τρόπος απόδοσης, όµως, της κυπριακής διαλέκτου, που ακολούθησε, δεν βρήκε σύµφωνο αρθρογράφο της εφηµερίδας «Σάλπιγξ» της Λεµεσού, πιθανότατα τον επιµελητή της φιλολογικής της σελίδας Aιµίλιο Xουρµούζιο, αφού θεώρησε ότι δεν αντιπροσώπευε µε ακρίβεια τη φωνητική των λέξεων. O Mιχαηλίδης υπήρξε από τους πλέον αγαπηµένους ποιητές του Kόντογλου και αφιέρωσε σε αυτόν δύο τουλάχιστον κείµενά του, που δηµοσιεύτηκαν στην αθηναϊκή εφηµερίδα «Eλευθερία», το 1954 και το 1955, µε τίτλο: «O ποιητής της Kύπρου» και υπότιτλο: «Ο Βασίλης Μιχαηλίδης και το έργο του», και «Ο Κύπριος Βάρδος της Ελευθερίας» και υπότιτλο: «Tα τραγούδια του Βασίλη Mιχαηλίδη», αντιστοίχως. Στο πρώτο παρουσιάζει αρχικά τη ζωή του ποιητή και αναφέρει ότι «είναι ο πιο σπουδαίος, ο πιο αληθινός έλληνας ποιητής στα δικά µας χρόνια» και πως «τα τραγούδια του είναι ισάξια µε τα αληθινά αθάνατα λαϊκά τραγούδια µας». Στη συνέχεια παραθέτει σχεδόν ολόκληρη την «Ανεράδα», σηµειώνοντας ότι «ποίηµα σαν αυτό δεν γράφτηκε από Nεοέλληνα ποιητή». Ακολούθως δηµοσιεύει εκτενή αποσπάσµατα από την 9η Ιουλίου µε εµβόλιµα σχόλια, ώστε να διευκολύνεται ο αναγνώστης στην κατανόηση του ποιήµατος. Τονίζει δε, ότι πρόκειται για ένα µοναδικό αριστούργηµα, που τοποθετείται δίπλα από τα άλλα σπουδαία έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας, όπως την Ερωφίλη, τον Ερωτόκριτο, τη Θυσία του Αβραάµ και τα Αποµνηµονεύµατα του Μακρυγιάννη.

Διαβάστε όλο το κείμενο εδώ

Πρώτη δημοσίευση στην ιστοσελίδα: 13.11.2017

Πηγή: Εκκλησία Κύπρου

Listen Live