Ο ύμνος του ποταμού ορθρινα περιπατωντας για τη δουλειά πριν ακομη χαραξει το φως. τον ταξιδέψε.
Στις εποχές που φερναν οι ποταμοί πραματειες πολλές. Σαν κατεβαινε η σταθμη των νερων μικροι αναζητουσαν την εύρετη. Ενας παλιος καρκαντας,ένας καλοπογιατισμενος σκελετος ποδήλατου,μια μάππα ξυφουσκωτη.
Με την Άνοιξη ο ποταμός ρυακι πλέον εξεταζοταν που γωνιάν ως ακρυαν για μικρούς και μεγάλους θυσαυρους που θα μεταφέροντο στες αυλαδες της γειτονιάς δια εξετασην,αξιολογησην και μεταποιησην η ανταλλαγή δια αποκτησην άλλης τιμαλφους ευρετης....
2. Εκατεβην ο ποταμός. Στεκει πάνω από το γεφυρουιν της Οδου Αγιας Σοφίας και ακούει των νερων το τραγούδι.Οπως τότε που το ακουγαν ορμητικοτερον μερακλην απ' τις βροχες να τραουδά βουνισια,χωρκατικα.Τοτε που δεν υπήρχεν άλλος τρόπος απέναντι στους συγγενείς και φίλους.
Στην πάνω γειτονιά εφτιαξε υστεροτερα μια αυτοσχεδια γεφυρουα με ποττηες ξυλενους τζιαι σιδερενια ροθεσια ο κύριος Σταυρός. Έτσι εγλυτωνναν οι πανωγειτονητες το μεγάλο πογυριν. Δεκαετιες μετά κτιστηκε το μεγάλο γεφυρι της Προοδου.
3.Εβρεσιεν ούλλη νύχτα. Διπλα που το δωμάτιο του εν ένας τσιγκος παλλιος υποστεγου. Ουλλη νύχτα η βροσσιή ετραουδαν μιτα του. Οπως τότε που τζοιματουν μικρός και κατόπιν εφηβος στην καμαρουαν του σπιθκιού την μόνη με τσιγκινην οροφην και το μόνον δωμάτιο της οικιας με υποκρουσεις μουσικές της φυσεως όταν εκατεφθανναν τα πρωτοβροχια και λιαν συντομως οι ευτυχεστατες μπόρες και οι πλούσιες καταιγίδες που τοτες τες ελεγαν χαλασμος Κυριου μα ήτουν η χαρά των ρεσπερηων και η ευτυχης μεθυσμένη νησκιά των βοσκων και των ορεινων και ημιορεινων χωριων..