Στα νιάτα μου διάβαζα για κοινωνία προσώπων για χαρά και έρωτα ζωής για την ελευερία και την αγάπη για το ήθος της ελληνικής Ανατολης για τους πρωτινούς Μικρασιάτες και τους Κυπριώτες που ζούσν σε έναν τόπο που ακόμα λειτουργούσε το θαύμα.
Τώρα που ασπρίσαν ολίγον τα μαλλιά μου και πιότερο ο μύστακας και τα γένια ημών λέω μπας και μικροι όλα αυτα τα είχαμε έστω και εν μέρει κτήμα μας και δεν το είχαμε πάρει είδηση οι πτωχοι εμεις πάροικοι της Αμαθούντος;Τον θησαυρό μας αγνοούσαμε.
Όταν έφτασα σε μια από τις ακραιες μυστήριες μεταθέσεις μου στην Τυλληρία κτύπησε το τηλέφωνό .Με γυρευε επειγόντως ο Σίμος ο ντράμερ εναγωνίως ανησυχών δια την όλην μου ακεραιότητα και με ένα ερωτήμα .Πως και εστειλαν εκει πάνω τον φίλο του ηχολήπτη.Δεν με πήραν τα κλάματα τοτε.Δεκαετίες όμως η αγάπη αυτου του συμμαθητή μου δεν έπαψε να μου τηλεφωνεί.
Τις επόμενες μέρες έφτασε εκει ψηλά ο Ρίκκος ο ακριβος μου φιλός στη γειτονιά και στα χωράφια της βιοπάλης.Δεκαετίες τώρα να μας έχει στην έγνοια του.Ήρθε εκατοντάδες χιλιομετρα να δει αν είμαι καλά
Η ακολουθία δεν έχει τέλος.Στο οδόφραγμα με συντροφευε στις εκδόσεις ο Ορέστης Μηχανικός ο άδρωπος της Κύπρου.Έγραφε ωραιότερα από όλους τη λεξη ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ στους τοιχους της Λευκωσίας και στις καρδιές μας.Πόσες νύχτες με φιλοξένησε στο σπιτικό του στη Χώρα.Στις δύσκολες καμπες του νησιου και της ζωής πάντα τηλεφωνούσε.
Θα χρειαστούν χιλιάδες σελίδες να ιστορήσω τα δωρήματα της αγάπης.
Οι δικές σας λέξεις οι υπερβολικοί έπαινοι οι απροσδοκητες συναντήσεις κι επιστροφες αισθημάτων .
Στα σχολειά μας γέμισα το δισακι μου χαρά και αγάπη και κτυποκάρδια βέβαια ποικίλων ειδών και ποιοτήτων.Τα πιο τακτικά όταν οι φιλτάτοι συμμαθητες εκρυβαν το απουσιολόγιο και είχα μπλεξιματα με τον φιλτστον κον Νικολαίδην
Στη γειτονιά μου δεν έμεινεν πλούτος βιωμάτων που δεν τον γευτηκα δωρεαν και εναρέτως και εν ευθυμία
Ρε μπας και είχαμεν τον θυσαυρόν παραμάσκαλα υζιαι εγυρευκαμεν τον αλλού;
Άτε καληνύχτα τζιαι επιαμε τα σοβαρά μου τζιαι εννα με φηκετε απροβιβαστον στις εξετάσεις καλοκαιρινής ευωχίας