ΟΙΚΟΝΟΜΟΣ ΣΟΛΟΜΩΝ ΠΑΝΑΓΙΔΗΣ
Έζησε σ’αυτή την πόλη ένας άνθρωπος του Θεού, ένας αγωνιστής του Χριστού ηλιόφωτος. Στις απαρχές του εικοστού αιώνα μια μορφή ευγενική, χαριτωμένη και πλουμισμένη με
τάλαντα ζηλευτά περιπατεί στη Λεμεσό και την Κύπρο. Δρομέας οκύπους θα εργαστεί προνοητικά, με ελπίδα χριστιανική ετοιμάζοντας υποδομές και πλάθοντας ανθρώπους και
χαρακτήρες φωτεινούς για τις καταιγίδες και τις δοκιμασίες που θα ‘ρχονταν.
Οι μαθητές των μαθητών του γνωρίζουν χρόνια τώρα πως ο σεβάσμιος εκείνος λευίτης, ο μπροστάρης των Οκτωβριανών φώτισε εν Κυρίω τη Λεμεσό, και τας οδούς της επαρχίας στα χρόνια του Μεγάλου Πολέμου. Αφουγκράστηκε τις προκλήσεις των καιρών και προσευχόμενος αναζητώντας από τον Κύριο τις αποκρίσεις και μιαν οδόν απάγουσαν εις την
παρηγορίαν του Χριστού και στην ασκητική κλίμακα των αρετών και του αγώνα.
Απέναντι σε μια πραγματικότητα απαιτητική σε ένα περιβάλλον κοινωνικών, υπαρξιακών και παιδαγωγικών προκλήσεων ο καταγόμενος από την Αμμόχωστο δάσκαλος κατέθεσε την ψυχή τε και σώματι μαρτυρία του. Πρότεινε το συνεργατισμό ως απόκριση στην ανέχεια και την οικονομική δυσπραγία των αγροτών της ορεινής Κύπρου, αγάπησε τη γη και πρότεινε την πρωτοποριακή δενδροκομία ως αναπτυξιακή επένδυση στο μέλλον, αλλά και ως τρόπον βίου, με εγγύτητα στην όμορφη φύση και του Κυρίου την Κτίση.
Ήταν ο άνθρωπος της θετικής διακινδύνευσης και της αντιστασιακής δυναμικής. Οι χριστιανοί της πόλης, οι Έλληνες Ορθόδοξοι χριστιανοί νέοι της Κύπρου, γνώρισαν κοντά του τον μπροστάρη των θετικών υποδομών, τον οραματικό λευίτη που επέμενε πως ο χριστιανισμός, η Ορθοδοξία είχε παρακαταθήκη και κληρονομιά προτάσεων φωτεινών, βιωματική απόκριση στα δύσκολα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οράματα για τον μεταπολεμικό ελληνικό βίο, για την μεταπολεμική Κύπρο, τα παιδιά, τους νέους και τη μόρφωση τους, την επαγγελματική τους πορεία στη Λεμεσό.
Είναι πλήθος οι μαρτυρίες, τα δημοσιεύματα, οι αυτοτελείς τόμοι, τα αφιερώματα, οι καταγραφές που αμέσως μετά τον πρόωρο θάνατο του επέμειναν να φωτίζουν το πολυπρόσωπο των δραστηριοτήτων του, την πολυεπίπεδη πνευματική στήριξη των εν Χριστώ τέκνων του, την ανόρθωση της μαθητικής κοινότητας της επαρχίας Λεμεσού, τη
γαλούχηση της εργαζόμενης νεολαίας, της μορφοποίηση της φοιτητικής πρωτοπορίας εκείνων των ετών.
Ο οικονόμος Σολ. Παναγίδης συνέλαβε περί τα μέσα της δεκαετίας των ετών του τριάντα ,την μεγάλη ευκαιρία που προσέφερε η κάθοδος των απλών και αγνών τέκνων της υπαίθρου στην πόλη της Λεμεσού για λόγους παιδαγωγικούς ή και βιοποριστικούς. Τα κατηχητικά σχολεία, οι κατασκηνώσεις, η ΟΧΕΝ και ο αγώνας της, η νυκτερινή σχολή, η σπουδή στα φυσιογνωστικά και τη Γεωγραφία. Η μελέτη της Αγίας Γραφής, η ανάπτυξη της φιλαναγνωσίας ,ήταν η ρωμαλέα και η οργανωμένη απάντηση σε αυτή την ευλογημένη ευκαιρία και τη θετική συγκυρία.
Το πατέρα Σολομώντα Παναγίδη εξυμνεί περίτεχνα και ο πρόωρα χαμένος ποιητής και πεζογράφος Γιάννης Κ. Παπαδόπουλος σε ένα από τα διηγήματα του, πλέκοντας συνάμα και
το εγκώμιο των μαθητών και των ακολούθων του: Σημείωνε τα παρακάτω περιεκτικά.
«Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος είχε ξυπνήσει τις συνειδήσεις και κυλούσε και στην Κύπρο ένα ρεύμα δροσερό να ξεδιψάσει τα αποσταμένα αγρινά, τα κυνηγημένα από τους λύκους του υλισμού. Δροσίζονταν πολλοί σε μια «στραταρκά» που άπλωνε πάνω στις κληματίδες η παλιά, η αληθινή άμπελος, το περιφρονημένο γεράμπελο που πετάει ψαλίδια και βλαστούς και τσαμπιά σαν αστερισμούς.
Φτιάχναν ακόμα τότε στα χωριά μας ασκούς και τους γέμιζαν όχι με ανέμους κι αιολικούς λόγους μα με κρασί. Εκείνο το καινούριο κρασί που δεν το βάζουν στα παλιά με το σκισμένο, πισσωμένο πετσί μα σε καινούρια κι ήταν το κρασί θεϊκή κοινωνία, αίμα Θεού και ο πρωτομάστορας ασκάς ήταν στην πόλη ένας παπάς σοφός που μεγάλωνε μια γενιά να δεχτεί να μεταφέρει τον υγρό θησαυρό να πιούνε οι πάντες απ’ αυτόν και να ζήσουν κι αν ακόμα πεθάνουν.
Τέτοιο ζυμάρι βρέθηκε έτοιμο στην Κύπρο να κάνει η Λευτεριά τες πασχαλιάτικες φλαούνες της. Νέοι και νέες θρησκευτικών συλλόγων στελέχωσαν τες περισσότερες ομάδες, ανέβηκαν στην αγχόνη, περιγελούσαν το θάνατο και τα βασανιστήρια.
Ότι μεγάλο πιστέψανε δεν ήτανε μόνο να ενωθούνε με μια στεριά, όσο φωτεινή, ό,τι παλαβό, πιστέψανε αυτοί οι μικροί, οι «μωροί δια Χριστόν» ήταν πως μπορούσανε να αλλάξουνε τον κόσμο πουλώντας ένα περιοδικό, τραγουδώντας στους τραυματίες και τους φυματικούς, για μια πράξη μυστική καλοσύνης, δίνοντας μάχες, για να βρούνε την ανθρωπιά τους.
Τον πατέρα Σολομώντα Παναγίδη σκιαγραφεί και το έντυπο «Ρήματα ζωής» εκφραστικό όργανο του γραφείου θρησκευτικής Διαφωτίσεως της ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου που
διεύθυνε τότε ο επιφανής Ιεράρχης Τριμυθούντος Γεώργιος Παυλίδης Σημείωνε τότε το 1965 κάτω από τον τίτλο «ΦΩΤΕΙΝΕΣ ΜΟΡΦΕΣ».
Ο ΕΡΓΑΤΗΣ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΩΝΟΣ
Ο π. Σολομών Παναγίδης γεννήθηκε στις 15 Αυγούστου 1893 στα Βαρώσια. Από την παιδική κι εφηβική του ηλικία έδειχνε μια ασυνήθιστη δίψα για τα γράμματα και τον εμπλουτισμό του πνεύματος και της ψυχής του. Ήταν γεμάτος με συναισθήματα και ιδανικά.
Φοίτησε στα θρανία του Ιεροδιδασκαλείου της Λάρνακος, για να γίνη έπειτα ο δάσκαλος της Πιτσιλιάς. Ο θερμός πατριώτης μετά τους Βαλκανικούς πολέμους, δίδαξε στο χωριό Κρίβα της Μακεδονίας. Επέστρεψε στην Κύπρο το 1921, για να συνεχίσει το διδασκαλικό και μαζί ιεραποστολικό του έργο. Το 1928 χειροτονείται διάκονος στη Ζωοπηγή Λεμεσού. Το 1931 γίνεται αρχιερατικός επίτροπος Κιτίου και το 1933 εφημέριος της Αγ. Τριάδος Λεμεσού.
Εδώ ο φωτισμένος εργάτης του αμπελώνος του Χριστού ιδρύει το πρώτο κατηχητικό της Κύπρου. Το 1937 διοργανώνει την πρώτη χριστιανική κατασκήνωση στην Κύπρο, στον Αη
Γιάννη Αγρού και το 1947 στον Κακομάλλη.
Σαν κληρικός εμπνέει την γαλήνη και την αγάπη. Είναι εχθρός της τυπολατρίας και της φιλαργυρίας. Τον διακρίνει η ασκητικότητα κι η αυτοσυγκέντρωση. Είναι ο κοινωνικός εργάτης κι ο λαμπρός εξομολόγος, που κλαίει για τον πόνο των πνευματικών παιδιών του. Είναι ο εμπνευσμένος εθνικός αγωνιστής. Ο ιδρυτής της πρώτης ΟΧΕΝ στην Κύπρο, που έδρασε στην πόλη της Λεμεσού.
Η πολλή δουλειά, ο πολύς ιδρώτας του φέρει τελικά την υπερκόπωση για να του κλείσει για πάντα τα μάτια στις 15 Αυγούστου 1964».
Τα βήματα του φωτισμένου πνευματικού ηγέτη ακολούθησαν η οικογένεια, οι μαθητές και μαθήτριες του. Στα πέρατα της οικουμένης τα πνευματικά παιδιά και εγγόνια του συνέχισαν και συνεχίζουν το έργο του ως ακόλουθοι πιστοί του Κυρίου και των διδαχών του. Στα χρόνια του εξήντα η οικογένεια και οι μαθητές του που ζούσαν σε ολόκληρη την Κύπρο ίδρυσαν το Ίδρυμα Σολομώντος Παναγίδη και τη Λέσχη Νέων υλοποιώντας το όραμα μιας αισιόδοξης στρατηγικής για συνέχιση του έργου του αγαπητού και θυσιαστικού λευϊτη σε μια αναπτυσσόμενη περιοχή της πόλης μας.
Όσοι νέοι και νέες ευτύχησαν να περάσουν τα παιδικά και νεανικά τους χρόνια στο φιλόξενο εκείνο πολυχώρο έχουν μόνο αγαθές αναμνήσεις. Από τα χρόνια του εξήντα μέχρι την πρώτη δεκαετία του νέου αιώνα εκατοντάδες παιδιά και νέοι της πόλης και επαρχίας μας ευεργετήθηκαν από μια σειρά προγραμμάτων, από τη φιλοξενία, τις φωτισμένες
δραστηριότητες, τον αθλητισμό σε πολλές τους εκφράσεις.
Προσωπικά έζησα τα έτη της τρίτης ακμής. Από το 1978 μέχρι το 1985 και 86 χάρηκαν τον ενθουσιασμό των χριστιανών αυτής της πόλης, το πλήθος των μορφωτικών εμπειριών, τις γιορτές, τις εκδρομές, τις επισκέψεις σε ναούς και μοναστήρια, την αθλητική πρωτοπορία, τις διαλέξεις επιφανών επιστημόνων, καθηγητών Πανεπιστημίου και αγιορειτών μοναχών.
Ο καλός παππούς Σολομών Παναγίδης έβλεπε από ψηλά τους κήπους του να καρποφορούν στο βίο των εγγόνων και των δισέγγονων του. Από τα χρόνια εκείνα το Ίδρυμα Παναγίδη δώρισε στην κοινωνία επιφανείς ακαδημαϊκούς ερευνητές, κοινωνικούς εργάτες, παιδιά τίμια του μόχθου, συνειδητούς Ορθόδοξους Χριστιανούς με Ελληνικό φιλότιμο.