Του Δρα Αντώνη Στ. Στυλιανού, Λέκτορα Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, LL.B Law (Bristol), Ph.D in Law – International Law and Human Rights (Kent), Διευθυντής Μονάδας Νομικής Κλινικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας.
Στις 24 Φεβρουαρίου συμπληρώθηκαν δυο χρόνια εχθροπραξιών στην Ουκρανία και οι επιπτώσεις τους μπορούν να αποτυπωθούν με περισσότερη βεβαιότητα σήμερα. Το παρόν επικεντρώνεται στην διατάραξη των εμπορικών ροών και ειδικότερα στην μεταφορά αργού πετρελαίου και διυλισμένων προϊόντων, όσο και σχετικών ζητημάτων που αφορούν τη ναυτιλία, με την αύξηση των ναύλων και της χρήσης παλαιότερης κατασκευής δεξαμενοπλοίων για την μεταφορά πετρελαίου.
Το ρωσικό πετρέλαιο και τα προϊόντα του, όπως και το φυσικό αέριο, επείχαν μεγάλης σημασίας ειδικά για τις ευρωπαϊκές αγορές. Η επιβολή κυρώσεων από την Δύση και ειδικότερα τα 13 πακέτα κυρώσεων από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης διατάραξαν την εξαγωγή από τη Ρωσία πετρελαίου, διυλισμένων προϊόντων και φυσικού αερίου. Διέρρηξαν, επίσης, τις εμπορικές σχέσεις μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας, που ξεκίνησαν ουσιαστικά 50 χρόνια πριν, με την συνομολόγηση εμπορικών συμφωνιών, την δημιουργία ενός εκτενούς δικτύου υποδομών μεταφοράς ενεργειακών πόρων και μια ενεργειακή κρίση που επηρέασε την ποιότητα ζωής των Ευρωπαίων, με αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων, μεταξύ άλλων, και πληθωριστικές πιέσεις.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία αποτέλεσε, για την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία, μια κολοσσιαία τεκτονική μετακίνηση και σημαντικότατη γεωπολιτική εξέλιξη, με παγκόσμιες προεκτάσεις. Αυτές αποτυπώνονται με ιδιαίτερο τρόπο στις μεταφορές πετρελαίου και διυλισμένων προϊόντων και στον τομέα της ναυτιλίας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση σταμάτησε πλήρως τις εμπορικές ροές πετρελαίου και προϊόντων διύλισης από τη Ρωσία, διατηρώντας την παραγωγή ενεργειακών πόρων στη Βόρεια Θάλασσα και αυξάνοντας την εισαγωγή αργού πετρελαίου από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, με αυξημένο κόστος γενικά συγκρινόμενο με την προτέρα τάξη πραγμάτων. Η επιβολή κυρώσεων σε ιδιοκτήτες δεξαμενοπλοίων και διαχειριστές τους οδήγησε σε μια μετατόπιση των εμπορικών ροών από την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική προς την Τουρκία, την Ινδία και την Κίνα και ουσιαστικά δεν έπληξαν, ως στόχευαν, την ρωσική οικονομία. Στον τομέα της διαχείρισης και ναύλωσης δεξαμενοπλοίων παρατηρήθηκε, μάλιστα, το εξής παράδοξο: παρά τις κυρώσεις και διακοπή των ροών προς την Ευρώπη, ο τομέας δεξαμενοπλοίων μεγέθους Aframax (νεκρού βάρους / DWT:120,000) / Suezmax (νεκρού βάρους / DWT: 120,000 – 200,000) αυξήθηκε, αφού οι υποδομές της Ρωσίας στη Βαλτική Θάλασσα, τη Μαύρη Θάλασσα και τη ρωσική Άπω Ανατολή μπορούν να φιλοξενήσουν μόνο δεξαμενόπλοια τέτοιων μεγεθών και το γεγονός αυτό μεταφράζεται σε
περισσότερα κέρδη, ιδιαίτερα για πλοία μεσαίου μεγέθους (MR tankers).
Η επιβολή ανώτατου ορίου για το πετρέλαιο από τις χώρες των G7 (ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Καναδάς, Ιαπωνία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία + Ευρωπαϊκή Ένωση) σε δυτικής ιδιοκτησίας δεξαμενοπλοίων και παρόχους υπηρεσιών, όπως, για παράδειγμα, ασφαλιστικές εταιρείες σε μεταφορά ρωσικού πετρελαίου μόνο αν το προϊόν πωλείται κάτω από μια συγκεκριμένη τιμή (60$ / ανά βαρέλι για το αργό πετρέλαιο), οδήγησε στην χρήση ενός «σκιώδους» στόλου που
εμπλέκεται για μεταφορά πετρελαίου από το Ιράν, τη Βενεζουέλα και τη Ρωσία. Τέτοια δεξαμενόπλοια είναι, προφανώς, παλιά, κακοσυντηρημένα, με πληρώματα χωρίς πείρα και άρα μη ασφαλή, ενώ το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς και οι ασφαλιστικές τους καλύψεις παραμένουν αδιαφανείς. Η εκτίμηση, μάλιστα, για το μέγεθος αυτού του στόλου είναι ότι έχει διπλασιαστεί
και ενδεχομένως τριπλασιαστεί λόγω των κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Η αγορά μεταχειρισμένων πλοίων μεγέθους Aframax και Suezmax έχουν αυξηθεί κατ’ εκτίμηση κατά 50% και 25% αντίστοιχα σε διάστημα ενός μόνο χρόνου, με το 75% των πράξεων να αφορούν πλοία ηλικίας άνω των 15 ετών και τις τιμές τους να έχουν υπερδιπλασιαστεί από την εισβολή
της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Καταληκτικά, αναφέρεται ότι οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας όσον αφορά, για τους σκοπούς του παρόντος, το πετρέλαιο και τα διυλισμένα προϊόντα δεν επηρέασαν σε ουσιαστικό βαθμό τις εξαγωγές των προϊόντων αυτών, αν και έχει αλλάξει η πελατειακή βάση της Ρωσίας και η χρήση σκιώδους στόλου δεξαμενοπλοίων μεγέθους Aframax και Suezmax και αυτό δεν αναμένεται να αλλάξει μέχρι το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία.