Στον Πιττοκόπον γιε μου εκάμνάν ούλλες τις νηστείες. Η γιαγιά εμαειρευκέν πάντα νηστίσιμά έτσι τζιαιρούς.Όι πως είχαν τούτα που είχαμεν τωρά.Μα το κοπάδιν είχαν το.Τα κτηνά τους είχαν τα.Ο Ακάμας ήτουν ένας παράδεισός για τους φτωχούς.Κανένας εν επέθανεν νηστικος μες τον Ακάμαν.Ήταν να συνάξει πάγκαλλούς,κίρταμάν ,καππάρι.Οι λαοί ήτουν αμέτρητοι.Μανιτάρκα πολλά.Ήταν τζιαι οι βροσιές καλές.Εβοηθούσαν.
Εις τη θάλασσα στον Γερόνησσόν στον Άην Κόνωνάν ήταν να συνάξεις το άλας σου τζι' ας σε βουρούσαν που πίσω οι αλατοφύλακες.Ήταν να έβρεις πεταλλίνες.Να πας εις τους καούρους εις το πυροφάνι. Οι τόποι γεμάτοι τερατσιες,αθασιές,ελιές να φκάλεις το λάιν σου το καλόν.
Εισιεν βάτους με τα δώρα τους.Είσιεν αγρέλλια στους τζιαιρούς τους αγριοτζινάρες.
Ύστερις που το τριάντα ο παππους σου που ρτεν που την Πέγειάν στον Άην Κόνωνάν έβαλλέν τζιαι κολοκάσιν.Έφερνεν τζιαι στο χωρκόν τις Κυριακάες ο,τι εγιώρκούσεν τζιαι επκιάνναμεν.
Εις την Αθκιάν είσιεν νερόν καλόν εβαλλέν ο παππους σου ο Γιαννής πο ούλλα τα καλά.Πομυλόρκα,λουβίν φασολάκιν αγγουράκια βαζάνια.Εφυτευκαμέν τζιαι τις φρακτάες.Εβάλλαμεν τζιαι κρομμύθκια δυνάμενα πιπερκά ωραία
Εφουρνιζαμεν πο ούλλα ψουμιά ποξιμάκια κουλλούρκα.
Που του Αη Φιλίππου εν ετρώαν κρέας εις τον Πιττοκόπον.Ενειστευκάν τζιαι στη Δρούσιαν πολλοι που τους παλλιούς.Μα εν τζι είσιεν τζιαι κρέατα συνέχειά πας το τραπέζιν.Ετρωαμέν αλλά φαγιά γλυτζιά μούσκος.Ψουμιν σιταρένον κρομμύθκια ελλιες κουμνιαστες ή τσακκιστές τζιαι είμαστεν αλλοσπως αρκόντοί.Φτωσιοι μα αρκόντοί στη Λαόναν μας.