Ένα Καλοκαίρι κορυφαίος γιατρός της πόλεως απεφάνθει σφάλλοντας πως η υγεία της γιαγιάς μου της Αννεζούς κινδύνευε. Έτσι ο πατέρας μου με ανέβαζε στην μικρή Γιαμαχα και με άφηνέ όρθρού βαθέως στον Μονοβόλικο να την προσέχω μέχρι να επιστρέψει η θεία μου η Φανού που εργαζόταν.
Από το πρωινό εκείνο του Ιούνη μέχρι να πκιάμεν δουλειάν στα σταφύλια με πρόσεχε η γιαγιά μου με εκείνο τον τρόπο που οι γυναίκες οι πρωτινές του Ακάμα ήξεραν.
Βασιλικόν πρόγευμαν πουκάτω που τον πασιήν νοσιόν. Φροντίδα για τα κουνέλια μας Σοβαρές αποφάσεις για το φα ίν του μεσομερκού. Καθαριότητες ποτίσματα στο ποστανούιν ομπρός που τα βοηθητικά. Κουβέντες για τα παλιά μας. Μαζίν της περνούσα μέρες στα κράσπεδα της Λεμεσού από το 1972 μπορεί και κανέναν χρόνον νωρίτερα.
Συχνά οι ιστορήσεις της επέστρεφαν που αλλού στον Ακάμα τζιαι τη Δρούσιαν μας. Κάποτε γλυκόπικρα στον Άην Νικόλαν τ Ακάμα μα και στους καιρούς των βασάνων όταν ο πατέρας ήταν καταζητούμενος και της έβγαζαν όύλλον το σπίτιν έξω κόμα τζιαι τις κασαρόλλες. Eλάλεν τους. Μα φορεί τον γιε μου μες την κασαρόλλαν. Εβασανίζαν με γιατί εν τους άφηκά νάβρουν ούτε μιαν φωτογραφίαν του.
Η γιαγιά μου η Αννεζού ο άλλος μου θυσαυρός των παιδικών μου χρόνων. Αυτή με συνέδεσε ρύθροις μυστικοίς με την Αγίαν Άνναν. Πόσον την αγαπούσεν ο πατέρας μου. Την μέραν που θα έφκαιννεν εις το βουνόν αντάρτης μιαν έννοιαν είσιεν μόνον. Να μηνύσει της βασανισμένης της μάνας του της ηρωικής βόσιενας τΑκάμα πως εν καλά. Τζιαι ο Θεός εν του χάλασεν χαττήριν. Έπεψεν πόξω που την κρύπτην του ναν θκειόν του που μόλις εφκαίειν που τα κρατητήρια. Έτσι εμπόρεσεν να της μηνύσει πως ήτουν ζωντανός τζιαι έφκαιννέν τζιει που ξέρεν να ζιει να κρολοέται εις τα δάση τα ελεύτερα ασσέν τζιαι φευκός για το χαττήριν μιας αγάπης τζιαι της δεύτερης του μάνας που την ελαλούσαν τζιαι Ελευθερίαν.
Η γιαγιά μου η Αννεζού αλλή μεάλη μου αγάπη.