الأربعاء, تشرين2 6, 2024

ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΑΓΝΩΣΤΟ ΜΑΧΗΤΗ ΠΟΛΕΩΝ

ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΑΓΝΩΣΤΟ ΜΑΧΗΤΗ ΠΟΛΕΩΝ

Για το χαττήριν των προσευχων του Μάρκου Δράκου

Πεζά πρωτινά
Α

Και να μου λες βουρκώνοντας.Έμεινε μόνος πάνω απο την κρύπτη.Να τρέχει στους δικηγόρους να προκάμει την ανακοίνωση.Επιχειρήσας να δραπετεύσει επυροβολήθει υπο των δυνάμεων ασφαλείας.

Ο δικηγόρος των τιμών του ζήτησε πενέντα λίρες το πενήντα οκτώ.Έγραψε μιαν επιστολή .Μου δώσαν αριθμό ντι ππι στο Πολέμι. Εσώθηκα.
Ύστερα καταζητηθείς εφυγαδεύθει εις τον τομέαν....
Επούλησεν τζιαι το κρεββάτιν του για να με σώσει.Εππεφτεν πάνω που την κρύπτην σε θκυο πατανίες.
Και να μου λες τες νύχτες μεθυσμένος.Εν επκιασεν τίποτε.Τα δισέγγονα του δικηγόρου κόμα διοικούν.Ακριβώσαν μόνο οι επιστολές....

Β
Ηντα που πες του Μέρλιν τζιαι έδερνεν σε αλλό τρεις ημέρες;
" Να μεν μιλάς ελληνικά.Ξημαρίζεις τις λέξεις μας"
Δεν συμφωνούσε με όλες του τις πράξεις μετά το αντάρτικο.Μα τις νύχτες μόνος θυμόταν τις κραυγές του στο Ρετ Χάους .Τον πόνο της στεφάνης ανάμικτο με εκείνο το σκοτώστε με στον Αστυνομικόν Σταθμόν Ομορφίτας...
Τις νύχτες στο σκοτεινό της Ομορφίτας δωμάτιο μετα τους βασανισμούς.Περίμεναν να κλείσουν οι πληγές πριν να τους φορτώσουν για την Πύλα.Σαν του έβαζε το βρεμένο παλλιόρουχο στο τσακκισμένο μέτωπο ερώταν.Ηντα που πες του Μέρλιν τζιαι έδερνεν σε αλλό τρεις ημέρες;
" Να μεν μιλάς ελληνικά.Ξημαρίζεις τις λέξεις μας".
Πάντα εχαμογέλας αμαν τ άκουες."Είσαι καλός πελλός ρε παφιτούιν"
Μες το φορτηγόν για την Πύλαν εδάκρυσεν.Αντέξαμεν αδέρφιν ..
Οδηγός διαφυγής .Ματσ λεςς καλή.Σε οκτώ επιθέσεις.Η δική μου ήταν μπι ες έι.
Εφτα διαφυγές δώδεκα μέρες βασανιστήρια.
Τις νύχτες θυμηση η τραουθκιά του.Α τζιαι νάχα θκυο καρκιές τη μια να σου χαρίσω....

Γ
ΕΙΣ ΠΡΟΔΟΣΑΝΤΑ ΗΜΑΣ

Όταν ήμουν στις Κεντρικές βαρυποινίτης.Φώναξε ο διπλανός πως εσκοτώσαν το Δράκο.Πόψε εννα τον θάψουν.Ήταν ομαδάρχης μου στη Χώραν.Ύστερα αντάρτης στο βουνό.
Εκείνην την νύχταν θαρκούμε άκουσα τον όπως τότες τον πρώτον Απρίλην.Όσοι ζήσετε μεν περιμένετε τίποτε .Μόνον να μεν μας βάλουν φυλακήν πως την αγαπήσαμεν πολλά.
Ετραούδουν του ούλλη νύχτα τζι ας μου φώναζεν ο βαριάνος.Εσιει που τότε εθέλω νάρκεται Γενάρης.Έκλεψεν μου το μάστρον μου τον καλοσυνάτον...
Δ
Μια μοτόρα της ελευθερίας λαμπάα του καλουλοου για τον Λυκούργο μας...
Τες λέξεις είχα τες να σε στολίσωΤις πρεπούμενες.Νύχτες που βασανίστηκα για να τες ράψω για τη γούνναν σου την προδοτραν.Ύστερις ελέφτηνα, τες εκλάδεψα τες.Είχα εφτα στόματα να θρέψω στο χωρκόν.
Ωσπού μιαν νύχταν εν άντεξα.Έκαψα την μότοραν μου τη γαλσνόλευκην πόξω που το Υπουργείον σας.Ναι την μοτόραν που σε κουβάλησεν την νύχταν που σε κοντέψαν οι Εγγλέζοι.Την ματσλες που σε πήρεν στο βουνόν που ξήασες για τες μόστρες.
Τις λέξεις είχα τες.Μαν εχρειάστησαν.Είπεν τες μια φωθκιά πόξω που το Υπουργείον σας μιαν νύχταν του εξήντα πέντε.Μιαν νύχταν στους οκτω γρόνους του Δράκου...Μια μοτόρα της ελευθερίας λαμπάα του καλουλοου για τον Λυκούργο μας...
Ακούεις για το Λυκούργο μας....
Ε
ΕΜΑΘΕΣ ΤΟ ΜΑΡΚΟ

Και ο χαφιές του Ειδικού Κλάδου οστις διέφυγε λόγω αμφιβολιών.
Βασανιει μας κόμα
Που πάππον ως αγγόνιν..
Γιατί εκλείσαμεν την Ομορφίταν ..
Τζιαι έχασεν τους παρέες του
τα κοπέλια του Αμπασαντερ....
ΣΤ
ΔΕΚΑΟΚΤΩ ΜΕΡΕΣ ΣΤΗΝ ΟΜΟΡΦΙΤΑΝ
Άμαν άντεξεν δεκαοχτώ μέρες εις την Ομορφίταν πρέπει του τζιαι το τζιερίν πρέπει τζι ατζοιμητόν καντήλιν...
Τζιαι να σιωπάς εσού πον άφηκες Μπαρ της Ρηγαίνης τις μέρες τζείνες.Τζιαι μια ζωήν ετζυνήας τον.
Λιπέρτην πόθελεν να σε στολίσει .
Ζ
Για ένανν αγρινόν τζιαι ένανν βρακαν Μακρυυγιάννην
Μεσάνυχτα .Ξημερώνει πρώτη τ Απρίλη.Ούτε που εκαταλάβαμεν σε ήντα αγώναν εμπαίναμεν.Αθθυμούμε έβαλα τον σταυρόν μου πρίν να φορτωθώ την πόμπαν που ταν να την πάρω ούλλον χωράφκια.Εσού ξέρεις τα μονοπάθκια τα παραδρόμια.Θκιαβάζεις το δάσος τα χωράφκια ούλλα της Λαόνας. Έτσι μου είπεν ο μάστρος.
Γέννημαν του τριάντα οκτώ ήμουν εις το Γυμνάσιον Πόλεως Χρυσοχούς άμαν άρκεψαν οι ωραιόττεροι τζιαι οι δυσκολλόττεροι καρτσιλαμάες της ζωής μου.
Εδούλεψα με πολλούς.Με τα κοπέλλια του Νιοχώρκου τους τρεις που πεθάναν σε τζείνην την ενέδραν με το κοντόν το σύρμαν.
Έκλαψα τους.Έφυα που κοντά τους άμαν εσκοτώσαν τον Λισανήν το ζαφτιέν με το νάμιν .Εβασάνισεν πολλά τον Παλληκαρίδην.
Ήρταν οι Εγγλέζοι έσσω τζιαι εγυρέψαν με.Είσιεν με αλόπως δηλωμένον ο Λισανής πως τους εβοήθουν.Η αρφή μου αρνήστειν ετραππήδησα πίσω που το ανώιν.Τζείνον ήταν.Έφυα για τη ΛέμεσόνΕλάλουν το παρατσούκλιν μας για επίθετον Ταυτότηταν εν είχαμεν .Που να μας έβρουν βοσκούς εις τον Ακάμαν.
Στη Λεμεσόν επαράλαβεν με ο καλαδερφός μου ο Νεοκλής.Εξαναορκίστηκα.Εδούλεψα που το πενηντα εφτά με τον Αντρέαν που το Προδρόμιν.Όστι τζιαι συλλάβαν τον συπτωματικά στο αθρωπομάζωμαν του πενήντα οκτώ Έμεινά μόνος μου με την κρύπτην .Τζιαι τις θκυο βαλίτσες για τις μεταφορές όπλων.Τά άλλα ξέρεις τα.Που βοσκαρέτιν καταζητούμενος.Που μαθητής δολιοφθορέας.Που θερμαστής αντάρτης.
Εφάαν τη Λεμεσόν να με έβρουν Μα έγλεπεν με η Αγία Αννα.Ο Άης Νικόλας τ Ακάμα .Ο Άης Κόνωνας.Τζιαι οι Δρουσιώτες.Η γεννιά του Πελλογιαννου οι γιαγιάες μου ο θκειος μου ο Αριστος ο Ήφαιστος.η στιασια του σπιθκιου της Νίκης.Βάλλλεις τα με τους αδρώπους της Λαόνας.Ήταν τζιαι η γιαγιά η Κυριακου ούλλον εγονάταν τζιαι επροσευχετούν για λλέου μου.
Εις το βουνόν έναν όνομαν είχα .Πέλπης.
Μόνον μιαν φοράν είπεν ο μάστρος μου "Ξέρω είσαι ο μιτσης της οδού Ευριπίδου Σσίλιοι κοτσινοσκούφηες τζιαι σου άφαντος.Πριν νάρτουν εσού έφευκες. Οοι μάστρε.Έτο μόνον πόμπες έκαμνα για δολιοφθορες......
Αγάπαν με.Έδωκέν μου τον γηλλιον του ήρωα Δημήτρη Χαραλάμπους να τον φορώ τις νύχτες που αλλάσαμεν κρύπτες.
Μυρίζει τίποτε ρε Πέλπη...Αρώταν με
Ελευθερόν αέρα μάστρε επολοούμουν
Εβασανίστεις ρε τρεις μήνες σπιτιν του σπιθκιου.
Εθκιάβαζα μάστρε τζιαι έλπιζα .Ελάλουν.Πέρκει μας αξιώσει ο Θεός τζιαι γλυτώσουμεν ως του χρόνου πουννα πάμεν εις την Μάναν μας.Εθκιάβαζα τζιαι επροσεύχουμουν.Εγλύτωσεν με πολλές φορές ο Θεός.........
Άμαν εκατεβήκαμεν που το βουνόν αρρώστησα έχαννα βάρος.Ήτουν τα βάσανα.Επαρηόραν με μόνον η μουσική.Είσιεν έναν τζουποξ πόξω που το Φωτο Μάτικ.Έβαλλά τραούθκια.Πάντα τελευταίον.Η ΚΥΠΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ.
Ακουά το .Έκλαια τζιαι επήαιννα στην καμαρουα μου τζιαι εθκιάβαζα.Έμεινεν μου συνήθεια που το βουνόν.Η Ζωή του Χριστου του Τζιοβάνι Παπίνι.Αθθύμιον που τα βουνά.Που το αντάρτικον.
Στο χρόνον έγισνεν το κορμίν που τες κακουχίες τους κατατρεγμούς.
Λείπουν μου όμως.Τα κοπέλλια.Η μάνα μας .Το όνειρον.
Εκάμαμεν το καθήκον μας γιε μου.
Τζιαι τους τροφοδότες μας εν τους εξήασα.Επάεννα τζιαι θώρουν τους.Με τη μοτόραν εις το χωρκον.Ο γέρος ο λεβέντης άμαν εμπάινα του Καφενέ.Εφώναζεν .Καλώς τον γιον μου .Καλως ήρταν οι αντάρτες μας.Καλως τους αδρώπους του Ακάμα.Αγκάλιαζεν με τζιαι εκλέαμεν.
Έθελά άλλον παράσημον;
Πάντα εφίλουν το σιέριν του.Επείναν για να τρώμεν εμείς.
Έκαμνεν μου το τρσπέζιν.Άρεσκεν του να του τραουδώ τη φωνήν τ Ακάμα.Ετραούδουν του τζιαι τον Λέναν.
Ελάλεν ευτύς.Έρεξεν πόσσω μας.Έφαεν το ψουμίν μας.Τζι ο Δράκος γιε μου.Ο Λύκούργος.
Έππεσεν εις τη μονήν μου μιαν νύχταν εις το σώσπιτον.
Είπαν τζειντην νύχταν πως εννάρτει το Παφιτούιν των εκρήξεων.Άμαν εφκαίναμεν το μονοπάτιν τζιαι είπες μου.Στάθου θκειε να κρολοηθούμεν.Είπα που μέσα μου.Γι αυτόν εγένετουν άφαντος.Εν του δάσους τούτος ,εν άγρινόν νούσιμον......
Έτσι ελάλεν ο δεύτερος μου τζιύρης.Μακρυγιάννην τον ελαλούσαν εις την Οργάνωσην.Με τη βράκαν του λεβέντης.....

ΥΓ.Τα ανωτέρω αντιγράφησαν υπο ουτιδανου τέκνου μαχητου πολεων και αντάρτου της ΕΟΚΑ

Listen Live