Ο Νικολης ο Κωμοδρόμος της Δρουσιας, ο Νικολής του Γιωρκή του Κολά νομίζω, ήτουν θκειος του πατέρα μου.
Μια από τις συγκινητικές ιστορίες που σπάνια ιστορούσε ο μακαριστός ο τζιύρης μου για την πρόνοιαν του Θεού ήτο η εξής:
Μέτα την τρίτη προσέγγιση του καταφυγίου του που τους Εγγλέζους φυγαδεύτηκέ στα δωμάτια του Ψεύτη του Καφετζή...
Απέναντι στην άκρα του περβολιού του Λανιτείου έμενεν η αγαπητή του θεία, η γιαγιά η Κυριακού.
Και μόνον που ένοιωθεν την παρουσίαν της ένοιωθεν μιαν ζεστασιάν.
Μέχρι αργά το απόγευμα υπήρχε οδηγία να τον οδηγήσουν σε ανταρτική ομάδα.
Ήταν καιρό καταζητούμενος φορτωμένος υλικά και ένα περίστροφο για ασφάλεια.
Η μόνη του έγνοια τζιαι προσευχή να έβρει έναν τρόπον να ειδοποιήσει την μάναν του την βασανισμένην πως εν ζωντανός.
Άξαφνα έναν λεωφορείον που την Χώραν άφηκεν έναν αδρωπον δυνάμενον με τους ποξιάες του τζιαι μιαν βαλιτσούαν.
Επέζεψεν ο άδρωπος τζιαι έκατσεν στον καφενέν του Ευριπίδη του Ψεύτη, μυθικού φύλακα αγγέλου των σαμποτέρ μα και στηρίγματος πολλών παφιτουθκιών που έφτανναν στην Λεμεσόν μόνοι μονότατοι.
Ο τζιύρης μου έμεινεν τζιαι εθώρεν τον.
Ούλλα του ήτουν Παφίτικα.
Άμαν εδιάταξεν τον καφέν άκουσεν τον που την κράνηχτην την πόρταν είδεν τον καλάν.
Τούτον το πλάσμαν του Θεού εν που την Λαόναν, εν Δρουσιώτης.
Εκοντοστάθειν εις την πόρταν... Να δει να τον δει κατα πρόσωπον...
Χριστέ μου ήτουν ο θκειος του πού 'ταν εις τα κρατητήρια.
Σαν έρεσσεν ο Ευριπίδης να πάρει τον καφέν λαλεί του μάστρε Ευριπίδη "Θκειε πε τζειν' του αδρώπου να ρτει να του πώ "Ε Νεόφυτε ήνταπου'παθες;" "Με φοάσαι Ευριπίδη εν ο Θκειός μου εν της ΕΟΚΑ ήτουν εις τα Κρατητήρια."
Η συνέχεια εν περιγράφετε.
Ο γίγαντας των σιδέρων που μόλις εφκέειν που τα Κρατητήρια τζιαι επάεννεν εις το χωρκόν με την γραμμήν εσφιχταγκάλιασεν το γαίμαν του. "Νηόφυτε μου γιούλλη μου. Είσαι καλά...;"
Έτσι έμαθεν η γιαγιά μου η Αννεζου η πολλοβασανισμένη πως ο γιος της σώος έφκαιννεν εις τα βουνά αντάρτης ύστερα που τόσες καταδιώξεις.
Γερός τζιαι δυνατός.
Ο θκειος του ο Νικολής άννοιξεν ξανά την άλλην μέραν στο κωμοδρομιόν.
Άντεξεν τα βασανα τις ανακρισεις τις κρατήσεις τα Κρατητήρια τα μαρτυρικά βράδυα μακρά που το χωρκόν του μες τες παρακκες φυλακες για να ζήσει τζιαι η Λαόνα ελεύθερη που τους αλύσους.
Τούτοι ήτουν οι αδρώποι της φωθκιάς τζιαι των μετάλλων που ταν αγκωνάρκα της ελευθερίας.
Ένας γίγαντας σιδεράς πολλοτεχνίτης κωμοδρόμος Ήφαιστος κανονικός τζιαι έναν κοπέλλιν θερμαστής μάστρος της φωθκιάς τζιαι των υλικών δολιοφθοράς.
Περιττόν να γράψω πως εν εκαταδεκτήκαν έναν μιλίμιν για όσα εθυσιάσαν.
Επολλήναν όμως μιαν αρκογκιάν περίτου.
Ήτουν το δώρον των βασάνων τζιαι της χάρης τ Άη Πιφάνη που τους έγλεπεν....