Οι απαγγελιες εις την ΤΡΑΠΕΖΑΝ δειπνου εορταστικου ητο αναμνήσις μέγιστη παιδιοθεν. Οι δε εκπλήξεις πολλαι. Απο στίχους του Παλαισιη εως ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ Σολωμου. Εις ταβερνειον .ομως αι απαγγελιαι ητο.και είναι σπανιοτεραι και ομολογουμενως δυσευρεται.
Όυτω επίστευα εως οτου έδωκεν πάνω μου ο ογδοηκοντουτης διδασκαλος,παλαιος συνάδελφος που ξωμεινε τα τελευταία ετη εις οικιαν κληρονομηθησαν υπο της αδερφης του εις τα περιχωρα της Λεμεσου. Μονος μονοτατος τας πρωτας ημέρας ανεζητησεν τον παλαιον του φίλον και αφού ηρωτησεν εις τρία ταβερνεια μιαν εσπεραν συναντησας φίλον οδηγόν ταξι
απεφασισαν να εκδραμουν εις αναζητησιν μου. Με εσυναντησαν εις λα ι κον ταβερνειον με παγκον και ο ηρωικος διδασκαλος κυριολεκτικά εξαναγεννηθειν ανακάλυψας ακολουθούς του Παπαδιαμαντη παρα την ΝΕΑΝ Αμαθουνταν . Έτσι απεκαλει ολους ημας μετά του ταβερνιαρη μας.
Αφού το κρασίν μας εσυντροφεψεν δίπλα εις την νησκιαν του οινομαγειριου ευχαρης και συδδακρης ο εναρετος δημοδιδασκαλος τροφοδοτης παλαιων ανταρτων ηρχισε να απαγγελλει...,
" Σα βλέπω με στον κάμπο το σιτάρι
και στα ξερά κλαδιά το χελιδόνι,
τη μέλισσα στο ευωδιαστό κλωνάρι
μέλι γλυκό να παίρνει απ’ το στημόνι.
Σα βλέπω τους σκαφτιάδες, το γιδάρη
το γεωργό που εργάζεται στ’ αλώνι,
την όμορφη κοπέλλα που με χάρη
στην πόρτα της κεντάει το σεντόνι.
Σα βλέπω τα παιδάκια ευτυχισμένα
να τρέχουνε στης μάνας την αγκάλη,
κι’ άλλα να παίζουνε, λέω κι εγώ σε σένα:
«Μέσ’ της ζωής την απονιά και την οδύνη
και στου καιρού την άγρια ανεμοζάλη
Χωριό μου, εσύ μου δίνεις τη γαλήνη"
Μιχαλακης Παριδης παρακαλώ ανεφωνει και το μαγαζί της λα ι κης γειτονιάς έλαμπεν αλλοκοσμικα. Δεν ήθελε να επιστρέψει εις τας φυλακας ο ήρωας ημων, ο τομεαρχης ημων φτωχε μου διδασκαλε μου εψιθύριζεν με το περάς της απαγγελιας.
Στραφεις δε εις τον λιαν αγαπητόν οδηγόν , τον ιχνηλατην που με ανεκαλυψεν ,τον ξεναγόν του εις Λεμεσον και Παφον. Ετσι με ονομαζεν χα ι δευτικα όλα τα ετη της οικονομικής κρισης που συναντομεθα προς παρηγοριαν και αναψυχην.
Ξέρεις τι είπεν εις τον τροφοδοτης του αγαπητε μου μικρέ δημοδιδασκαλε έναν βράδυ κάθως τον ορμηνευεν πως να πορευτει εις τον νεανικον του βιον αφού εφηβος ητο ο μικρός με τους γυλιους τζιαι τις βουρκες. "Τους αγώνες μας, τους κόπους μας θα τους τρων άλλοι και θα μαλώνουν μέρα-νύχτα για τα δικά τους συμφέροντα"
Και εδακρυζεν ο ογδοηκοντουτης διδασκαλος.Ο ταβερνιαρης αμηχανος επεχειρει να σασει το λαμπρον.Εν κρυάδα πόψε κοπελλια ελάλεν σαν τοτες π άλλασσαν λημερκα μες το παος,το σιόνι το παος ολονυχτις....
Έτσι ελάλεν ο τζιυρης πουτούν τροφοδοτης εις τα δάση της Παφου. Τζει πουτούν ο Παλληκαριδης τζιαι τα Στενιωτικα. Ουλλον ετραγουδούσα κλέφτικα...
Τζι άρκεψεν να τραουδά πέρνει μαλαθκιανοτν παρηορηθουν οι μάρκες μας...
Μάνα μου τα κλεφτοπουλα...