Αντίδωρό στον Στέλιος Παπαντωνίου για τη φιλία και τη στήριξη σε δύσκολούς καιρούς
Βροχή μαρτιάτικη δυνάμενη και μπήκε στο ταβερνείο μοναχούλλικος.Παράγγειλε μια μιση κρασι λουβάνα σαλάτα καπήρες στα κάρβουνα και μιση χταπόδι.
Στον πάγκο ο μάστρε Θεοδόσης σιγοτραγουδούσε το τραγούδι του παλιου καιρού. Όλα είναι ένα ψέμα μια ανάσα μια πνοή.Ο ταβερνιάρης απόψε μιλούσε περισσότερο .Συνήθως οι κουβέντες του λίγες.Και επιμένει όποιος είναι μέσα απ τον πάγκοδεν τον κερνας και δεν θα δεχτει ποτε φιλοδώρημα απο την αξιότιμον πελατείαν των τακτικων και των πτωχών.
Μάστρε Θεοδόση πόσες ταβέρνες τζιαι μάειρκα έκατσες εις τη ζωή σου.Φορτηγόν που το πενήντα πέντε στον Αμίαντον δεκαοκτω χρονών.Ύστερα στα ασιέρατα τες μεταφορες που τους παλλιους τους δρόμους πριν τον Πόλεμον.Πολλά γιε μου μεσοστρατις μεσονυχτις......
Μες σε ποιες εχάρηκες πολλά.Έπνασεν η ψυσιη σου.Μες σε ποιαν ελυπήθεις πολλά.
Δαμε γι αυτόν είμαι τακτικος παρηορκούμε.
Σιερουμε να περνώ μ αδρώπους που ξηούμε .
Για τις άλλες που πκιάαν οι Τούρτζιοι εν αντέχω να σας πω.Μιαν ταβέρναν στον Άην Δεμέτην οδόν Γρηγόρη Αυξεντίου επναζα πολλά άμαν έκαμνα δρόμον Λεμεσου Τζιερύνεια.
Μα μιαν νύχταν έχασα το φως μου.
Επαράτζιηλά μιαν κοακόλαν τζιαι ήρτεν να την φέρει ένας άδρωπος γυρτος που κράτεν λοαρκασμους τζιαι αννοιέν ποτά.Καλησπέρα Φοσούιν λαλεί μου.Ζωντάνιν δύο ο μιτσης ο ροτσης με το φορτηγων τους δυναμίτες.
Εχασκιάστηκα...Έχασα το δειν μου..Εν με καταλαβες λαλει μου..
Εγιω να μεν σε καταλάβω μάστρε μου .Φειδία μου.Τσιάκκο Συμεωνίδη μου.Λεβεντη δάσκαλε μου πόσα με έμαθες.....
Εδιάταξα κοννιάκιν .Ήπιαμεν.Εν εθώρουν εγυαλίζαν τα μάθκια μου.Θκυο το πρωίν εποσιερέτησα τον.Εφίλησα τον σταυρουθκιόν.
Έκλαψεν.Είπα του .Ρε Φειδία.Εμεις επράξαμεν το κατα δύναμιν.Εσου πανω που τ αδρώπου τες αντοχάες.
Εν είπεν τίποτε.Μόνον άμαν εφκήκα πας το φορτηγόν .Εφώναξεν μου.Να προσεχεις μες τους δρόμους Φοσούιν μου.Κράει καλά Φειδία μου......Για το χατήριν του Μάστρου.
Ως τη Λεμεσον ούλλον δρόμον έκλαια.Στην Παλλιαν Λεμασον καρτζιν που την Αγια Βαρβάραν εν εθώρουν πκιον.Εζώφωσα.
Εκατέβηκα στη θάλασσαν.Επκιαν με το παραπονον.Εμιλουν μόνος μου.Μαντα ράτσα είμαστεν Θεγέ μου.
Ο Φειδίας Χριστε τζιαι Πανα ία μου Ο Φειδίας ο Συμεωνίδης να αννοίει πύρες;
Επέθανεν μόνος του ύστερα που τον Πόλεμον
Έρεσσα τζιαι θώρουν τον .Μα μες τζιεινην την ταβέρναν ήταν η ψυσιη μου των δαρκών. Αμαν σας λαλούν επλουτήσαν οι Καπετάνιοι της ΕΟΚΑ. Να τους πολοάστε.Επλουτισεν εις τον ουρανόν ο Φειδίας ο Συμεωνίδης.....
Έγραψεν του έναν ποίημαν ο Μιχάλης ο Πασιαρδής.Όπως ητουν ετραουδησεν τον ….