Η κοφινα ,ο τζιαιρός της, ακούετουν στα αμπελια της σουλτανινας ως κάτι φοβερον, δυσκολον, ως ο δύσκολος στιβος μαχης των λοκατζηων.Δεκατεσσαρων, δεκαπέντε ετων στοχαζομουν αν θα τα κατάφερνα. Όταν ήρτεν ο τζιαιρός της κοφινας ο μαστρος μας αποκαλυψε πως κατόπιν συμφωνιας με τον εμπόρον Παπανικολην θα κοβαμεν σταφύλιν για τις φρουταριες.Ετσι το τελευταίο κομμαν δεν θα πηγαιννεν στις οινοβιομηχανιες μες το φορτηγό στιβα, σπηλακομενη. Ετσι ένα πρωί αφού κλεισαμεν και καθαρισαμεν το συσκευαστηριον μας ούλλοι μαζί. Φυλαξαμεν τις κασιες μας ξυλενες τζιαι πλαστικές στη θέση τους για το άλλον θερος, την άλλην εξαγωγην επιτραπέζιας σουλτανινας. Επηαμεν οι τρεις κουβαλητες τζιαι ο μαστρος στο τελευταίο συσκευαστηριον πριν την θάλασσααν του Πισσουρκου τζιαι επαραλαβαμεν θκιακοσιες η θκιακοσιες πενήντα κασιες μεγάλες πλαστικές της φρουταριας για να αρκεψουμεν το δεύτερον κομμμα για την αγορά την Κεντρικήν, την φθαρταγοραν του Δημου στη βιομηχανικην περιοχην.
Επήαμε εις τα αμπελια μας τα οψιμα οπλισαμεν σειρές,εκατεβασαμεν κασιες τζιαι οι γεναίτζες που μας επεριμέναν επκιααν δουλειάν. Μαντησμενες για την πυραν,με γερά παπούτσια για τες κουφαες χαμογελουσαν για την νεαν μας συνάντησην .Σε δεκαπέντε λεπτά ηβραμεν την ρουτίνα μας. Επνασετε καλά πέντε μέρες ελάλεν η κύρια Φωτεινη. Ηρταν δουλειάν πριν να φαν τα μεροκαματα χαμογελουσεν η κύρια Αγγέλα.
Το σταφύλι ήταν δυναμενον,δεν χρειάζοταν πολλήν καθάρισμα. Ηταν για το εμπόριο. Δεν ήταν για εξαγωγην επιτραπεζιον. Ετσι οι κασιες γεμωννναν γληορηττερα τζιαι το βουρος ήτουν πολλύν. Στα γρηγόρα έφευκε το πρώτον φορτιον. Κατεβαζαμεν χωρίς μεγάλους έλεγχους. Φορτωνναμεν νέες κασιες τζιαι βουρος στο χωράφι μας το καλον.
Γύρω στις δύο τελειωναν οι κασιες. Κατεβαζαμεν στο συσκευαστηριον. Και μέχρι να τελειωσουν ζυασματα, συμφωνιες του μαστρου μας με τον εμπόρον πεταγομαστε στο απέναντι του δρόμου καφενείο με την ωραιοτατη καλυφην τζιαι επινναμεν τζιαι οι τρεις κουβαλητες που μιαν διπλην ΚΕΑΝ με το ποτήρι το νερον τσακριν προσφορά του εξοχικου καταστηματος.
Έτσι περνούμε η νέα περίοδος για τους νεανιες κουβαλητες....
Εν έτει 1981. Επτα χρόνια μετά την εισβολήν. Ο αγών επιβιωσεως συνεχίζεν για την ταπεινην φτωχολογια .
Ατε τραππηατε Παστην κασιάν του αυτοκινήτου. Ετελειωσαμεν φεύκουμεν φωνάζεν ο μαστρος γελοντα.Ρε μα εκατσετε στες κοκακολες. Ελπιζω να μεν με εφορτωσετε κανέναν λοαρκασμόν να με παττησετε.
Τα χαμογελα τα πονηρα ξεκαθαριζαν πως αυριον θα επκιερωννεν τέσσερις διπλες που ηπίαν οι μιτσιοι.....