Μια φωτεινή πρωτινή μαρτυρία της άλλης Κύπρου
Διαβάζω το πρώτο βιβλίο της τριλογίας του Στέφανου Κωσταντινίδη. Τόγραψα και παλαιότερα. Πάρα τις πολλές συνεργασίες με έντυπα για βιβλιοπαρουσιάσεις από το 1989, τα τελευταία έτη δυσκολίες ποικίλες δεν μου επέτρεψαν ούτε έγκαιρες αναγνώσεις, ούτε σύντομες ανταποκρίσεις παρουσίασης, ούτε δυστυχώς γράμματα ευχαριστήρια σε αποστολές βιβλίων. Αυτά
ως μια απολογία και μια εξομολόγηση.
Στο βιβλίο τώρα. «Νομάδας» Έλλην εκ Πενταλιάς Κύπρου. Γραφή θαρραλέα και ενδιαφέρουσα που φωτίζει. Παρά την εν μέρει προσχηματική προμετωπίδα του μυθιστορήματος δεν κρύβει την αυτοβιογραφική της δυναμική.
Η τριλογία του Κωνσταντινίδη, αναμφίβολα ικανού πεζογράφου με αρετές πρόσμιξης τεχνικών ποικίλων και μορφών λόγου.
Διήγηση, παρεμβολή ημερολογιακών σημειώσεων, επιστολών και διαλόγων.
Η τριλογία αυτή έχει αξιωθεί του άρτιου αναγνώστη, κριτικού και ξεναγού στο πρόσωπο του δάσκαλου και φιλόλογου Στέλιου Παπαντωνίου.
Αυτές οι πρότερες αναγνώσεις με βοηθήσαν να διαβάσω το βιβλίο ολίγον υποψιασμένος στην πρώτη ανάγνωση του βιβλίου.
Τον Κωνσταντινίδη τον ξαναδιάβασα σε αλλά εργόχειρά του έτσι δεν μου ήτο άγνωστος. Παρά ταύτα, ο «Νομάδας» με συνεπήρε. Για πολλούς λόγους. Με πρώτο έναν προσωπικό.
Καταγόμενος από αντιζυριχική οικογένεια που ζούσε στη Λεμεσό, δεν γνώριζα εις βάθος τους αντιζυριχικούς νέους της Πάφου και την οδύσσεια κάποιων από αυτούς. Ανάμεσα σε άλλες αρετές, το βιβλίο εικονογραφεί με πλούτο την πορεία, τις αναζητήσεις ενός νέου της εποχής, εξερχόμενου από τον αγώνα της ΕΟΚΑ με κριτική δυνατότητα και πόθο για μόρφωση.
Ταξιδεύει εις την Ελλάδα για σπουδές και ακολουθεί με θάρρος την πολιτικοκοινωνικήν πορεία της Κύπρου, ανεξάρτητης πλέον, μέσα από την αλληλεπίδρασή της με τον ελλαδικό πολιτικό βίο.
Ο συγγραφέας, πέρα από την πρωτινή του αρετή και ηθική βγαλμένη από τον αγώνα επιβίωσης και προόδου στην παφιακή ύπαιθρο και στο Κτήμα, την αρετή της διερώτησης επί ανθρώπων και πραγμάτων, έχει και έναν σύμμαχο. Δεν παραμένει στο νησί πολύ μεγάλο διάστημα κατά την κρίσιμη μετανεξαρτησιακή δεκαετία. Αυτό τού χαρίζει τη δυνατότητα να παρακολουθεί την Κύπρο από ευλογημένη απόσταση και με ψυχραιμία. Αυτή η απόσταση έσωσε αρκετούς αντιζυριχικούς από τη βαλτώδη πραγματικότητα της Κύπρου και τους πολιτικούς της διαλόγους εκείνων των δύσκολων καιρών.
Οι σελίδες του βιβλίου έχουν Πλούτο, όπως και ο νεανικός βίος του συγγραφέως. Επιπρόσθετα, καθώς η γραφή αληθεύει εμβαθύνοντας, δεν διαλέγεται με την ιστορίαν μονόχνοτα και φανατικά. Διακριτικά επίσης εικονογραφεί τις κοινωνικές ομάδες εξουσίας που επηρέαζαν την τύχη της Κύπρου στη Λευκωσία και αλλαχού εκείνα τα έτη.
Μια δεύτερη ανάγνωση
Η Πενταλιά και η πρωτινή Κύπρος ως φιλότιμη συνοδοιπορία ενός χαρισματικού πεζογράφου. Η Πενταλιά είναι εν χωρίον της Πάφου αξιωμένο μυθιστορηματικής τριλογίας. Στο πρώτον μέρος της τριλογίας αξιώνεται περιγραφών περιτέχνων, ανάδειξης
των τοπωνυμίων της και ενός ύμνου διά το ήθος των ανθρώπων της με προμετωπίδα τους γονείς του συγγραφέως.
Σε μια δεύτερη ανάγνωση του πρώτου μέρους της τριλογίας «Νομάδας», χάρηκα το πρωτινόν φωτεινό ήθος που προβάλλει ρείθροις μυστικοίς όσο κι αν ο συγγραφέας επιχειρεί να το αναλύσει, να ανιχνεύσει αιτία και αιτιατά. Αρκεί ένας πρώτεϊκός διάλογος στην ντοπιολαλιά να τα υπερβεί και να απογειώσει το βιβλίο και τον αναγνώστη εις άλλες ατραπούς. Ενώ ο
συγγραφέας περιγράφει τον άλλο κόσμο, την Αθήνα, την Λευκωσία, τις πολιτικές διεργασίες, εξαίφνης εισβάλλει η Πενταλιά. τα αδέρφια, οι χωρκανοί, οι φωτεινοί γονείς, η ΜΑΝΑ και όλα τα σύγχρονα σχεδόν χάνονται μπροστά στην ομηρική, φτωχή μεν, βασανισμένη, αλλά κρύβουσα θησαυρόν αγροτική ορεινή Κύπρο. Ιδιαίτερα η ορεινή Πάφος και πρωτίστως οι αισιόδοξοί της, της αγάπης και του καλού γρουσαφένου λόγου.
Ο Κωνσταντινίδης είναι πεζογράφος και στοχαστής με ώριμη κατασταλαγμένη και ελκυστική γραφή. Η αρετή του όμως είναι η ριζιμιά σχεδόν αυτονόητη ροπή στο αληθεύειν. Αν όλες οι γραφές στην Κύπρο αλήθευαν όπως οι γραφές του Κωνσταντινίδη και του ομότεχνού του Παπαντωνίου… Δυο φωνές που μου δίνουν πολύ κουράγιο τα τελευταία έτη.
Όμως η κατάρδευση του μυθιστορήματος από την Πενταλιά, την αγροτική Πάφο του πενήντα, του εξήντα, το όμορφο Κτήμα των ετών από το πενήντα πέντε ως τα έτη του εβδομήντα είναι η κεκρυμμένη του φλόγα, ένας μηχανισμός ανάφλεξης που φωτίζει το μυθιστόρημα οπότε οδεύει στην επίμονη ανάλυση.
Αρετή κι αυτή του συγγραφέα που ευτυχώς δεν υπερβαίνει τα όρια.
Τολμώ ακροβατικά να ερμηνεύσω και μιαν άλλη δυναμική της γραφής. Καθώς ο συγγραφέας προχωρεί, αγωνίζεται να προκόψει, να επιβιώσει, να συμβάλει στο κοινό καλό, δεν παύει να ναι το πρωτοπαλλήκαρο της οικογένειας, ο θεριστής, ο ακάματος καλλιεργητής, ο φιλότιμος Πενταλιώτης που αγαπά τον κάματο για το χατίρι των αδερφιών του, των γονιών του, της ανάγκης για προκοπή, αρετή, μα πρωτίστως επιβίωση σε δύσκολους καιρούς.
Το αρχαίον ήθος και κάλλος των καλής πάστας γεωργών μας, όπως πλειστάκις το περίγραψε ο Μιχάλης Πασιαρδής, δεν απολείπει από την ψυχήν και την γραφήν και την καρδιάν του Κωνσταντινίδη. Και πού να το κρύψεις έστω και αν συγγράφεις τριλογίαν με κατοχή όλων των τεχνικών και των εργαλείων της μυθιστορίας. Ευτυχώς τούτον αποκαλύπτεται, ξεπροβάλλει αβίαστα πίσω από τις λέξεις, τις προτάσεις, τις σελίδες του βιβλίου.
Η Κύπρος είχε και έχει ανάγκη ανθρώπους με το ήθος και το κάλλος βίου του Στέφανου Κωνσταντινίδη.