Ήταν ένας γάμος τζιαμε στο Σίνε Βόλος κοντά.Επαντρευκετουν ο Χριστάκης ο πασιής ρωμαλέος αρκάτης του Κεραμείου Συκοπετρίτη.Ήταν κοντα στο ογδόντα .Όλο το Κεραμίο
Συκοπετρίτη ήταν εκεί.Ο Χριστάκης ήταν τα μέγιστα αγαπητός .Οι θερμαστές ,οι οδηγοί των φορκ λιφτ οι στιβαδώροι οι καπαλιτζήνες που εκάμναν τις φίλες οι εργάτριές της πρέσας, οι οδηγοί που εμπαίναν μες τους πυρωμένους φούρνους του Κεραμείου να βάλουν τζιαι να φκάλουν τις φύλες..Όλοι και όλες αγνώριστοι και ομορφα ντυμένοι με τα καλά τους με τις χαρές τους που επανρεύκαν τον φίλον τους τον χρυσόν.
Ήταν που τζείνους τους γαμούς τους αληθινούς με δρόμους κλειστούς με βαρέλλια τραπέζια στρωμένα καρέκλες ποτα παγωμένα μες τον πάγο .Φαίν μελένιον μακαρόνια του
φούρνου ψητά κλέφτικόν πατάτες καλοψημένες.Με ορχήστραν κανονικήν φκιολάρην πουζούκκιν τζάσπαν παλλιάν κιθάραν .Ούλλα τα τραούθκιά ...Ξαφνικά κατά τις δέκα
ύστερα που το αντρόυνόν ο φκιολάρης αδρωπός βαρής σαν να ταν ττεμπισιασμένος εφκερωσεν την πίσταν που ούλλους τζιαι έβάλεν τα δυνατά του τζιαι έπαιξέν τους
καλλιττερούς καρτσιηλαμάές που άκιυσα εις τη ζωήν μου.Ήταν καθαρόν πως ήταν να παίξει ύστερα του τσιαττισμάτου...Τζιαι ξαφνικά εξαίφνής που λαλούν οι ποιητές σα μεν το
περίμενέν κανένας για το χαττήρίν του Χριστάκη του χρύσού οι θκυό αδρώποι της φωθκιάς του Κεραμείου ο Αντρέας Πρωτοπαπάς ο Κύριός Αντρέας του Κεραμείου εσηκόστηκέν πάνω ο άρκοντας του οπλίσματός των φούρνων μαζίν με τον αρχηγόν των Θερμαστών τον κουμπάρον του τον Νεόφυτόν τζιαι εστάθησαν μες τη μέσην της πίστας όπως τους παλιούς τζιαιρούς. Έναν ζευκάρίν τζιαι ο φκιολάρής .Ο φκιολάρής εστάθην επηρέν μιαν βαθκιάν αναπνοήν τζιαι έβαλεν ξαναπαρκης καρτσιηλαμάές κυπριακούς.Πρώτον,Δεύτερόν....
Ύστερις εγενειν μια στραπή μες την πίστα εχορευκάν τζιαι οι θκυο με σσέναν δίσκόν με τα παλλιά τα αληθινά πατήματα της Τζιύπρού.Ο Χριστάκης ο Γαμπρός εσηκωστείν τζιαι
εμεινεν ξηστικός.Εκαταλαβέν πως τουτοι οι αδρώποι οι βαρετοί εχορεύκαν για το μεάλον του χαττήριν.Ήτουν έναν θαύμάν .Να χορεύκει ο Πρωτοπαπάς τζιαι ο Πεγειώτης οι
αδρώποι της φωθκιάς τζιαι της καλοσύνης της αγάπης τζιαι της νούσιμής βιωτής.Ήταν ένας χορός μάνας χορός Θεέ μου Εσιωπήσαν ούλλοι μες το Γάμόν μα ταν πολλά χαρούμενοι
πολλά ευκαριστημένοι που ακούαν έτσι χαβάν τζιαι εβλέπαν έτσι καρτσιλαμάες πρωτινούς. Εχορευκέν η Ορεινή Λεμεσός τζιαι η Ορεινή Πάφός .Θκυο πρωτοχορευτές χωσμένοι
ταπεινοί που εχορεύκαν που αγάπην στες χαρές του μιτσή του φίλου τους που ταν παλληκάριν αψευτόν μες το Κεραμείον .Μαν ήταν ως δαμέ ήτουν καλά κουτσα στραβά
ανέχετούν να μεν κλάψεις.
Άμαν ετελειώσαν οι καρτσιηλαμάές εδιατάξαν να τους παίξει του Τσιαττισμάτου.Άλλον που εν έθελέν ο παλλιος θκιολάρης.Εσειρνεν πκιον τα φέσια του.Τζι είπαν να τσιαττισούν τ
αντρούνου τζιαι του γαμπρού του φίλου τους τζιαι ύστερα του τόπου τους τζιαι των χωρκών τους....
Ήταν που τα αλήθκειά μια νύχτά που ταν τα ουράνιά ανοιχτά τζιαι καηλήσαν οι αγγέλοι να χορέψούν σαν πρέπει των αδρώπων του πρεπού της Κύπρου .Εκαήλησεν ο Ύψιστός να μας χορέψουν χαριτωμένά σαν τους παλιούς τζιαιρούς δίχα ψέμάν .Σαν ετελειώσαν είπασείν πως ο γαμπρός εφίλησεν τους κλάμοντα τζιαι ούλλοι οι καλεσμένοί ελαλούσαν πως τον
καλόν χορόν εφυλάξαν τον οι νούσιμοι αδρώποι της φωθκιάς για το τέλος.
Άμάν εκάτσαν να πνάσούν ευτυχισμένοι μες τη χαράν τους γυρον γυρόν οι γεναιτζιες τους τα παιθκιά τους οι αδρώποι τζιαι οι κορασιες του Κεραμείου ούλλοι χαρούμενοι ο Τζιύρης
μου ελάλέν γελόντα Ο κουμπάρος ο Αντρέας χορεύκεί καλλυττερα μου τζι ο μαστρε Αντρέας εύχαρής γελαστός αρνιέτουν ντροπαλά τζιαι ελάλεν Εχορέψαμεν ωραία για το
Χριστάκην μας. Τζείνην τη νύχτάν ούλλος Ο Αης Γιάννης εχόρτασεν χορόν τζιαι τραουθκιάν αδρωπινήν του τόπου του.Ασσεν καλά οι θκυο εκείνοι πολλοπλούμιστοι άρκοντες της αλήθκειας τζιαι της αγάπης .....