Το ακόλουθο άρθρο του Προέδρου της Ρωσικής Ομοσπονδίας δημοσιεύθηκε στη γερμανική εβδομαδιαία εφημερίδα Die Zeit στις 22 Ιουνίου, 80ή επέτειο από την έναρξη του Μεγάλου Πατριωτικού πολέμου.
Με ελεύθερη σκέψη, παρά το παρελθόν
Στις 22 Ιουνίου 1941, ακριβώς πριν από 80 χρόνια, οι Ναζί, έχοντας κατακτήσει σχεδόν ολόκληρη την Ευρώπη, επιτέθηκαν στην ΕΣΣΔ. Για τον σοβιετικό λαό ξεκίνησε ο Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος – ο πιο αιματηρός στην ιστορία της χώρας μας. Δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, το οικονομικό δυναμικό της χώρας και η πολιτιστική της περιουσία υπέστησαν σοβαρές ζημιές.
Είμαστε υπερήφανοι για το θάρρος και την αφοσίωση των ηρώων του Κόκκινου Στρατού και των εργατών στο εσωτερικό μέτωπο, που όχι μόνο υπερασπίστηκαν την ανεξαρτησία και την αξιοπρέπεια της πατρίδας μας, αλλά έσωσαν επίσης την Ευρώπη και τον κόσμο από την υποδούλωση. Παρά τις προσπάθειες που γίνονται σήμερα να ξαναγράψουν τις σελίδες του παρελθόντος, η αλήθεια είναι ότι σοβιετικοί στρατιώτες ήρθαν στη Γερμανία όχι για να εκδικηθούν τους Γερμανούς, αλλά με μια ευγενή και μεγάλη αποστολή απελευθέρωσης. Θεωρούμε ιερή τη μνήμη των ηρώων που πολέμησαν κατά του ναζισμού. Θυμόμαστε με ευγνωμοσύνη τους συμμάχους μας στον συνασπισμό κατά του Χίτλερ, τους συμμετέχοντες στο κίνημα της Αντίστασης και τους Γερμανούς αντιφασίστες που έφεραν την κοινή μας νίκη πιο κοντά.
Έχοντας ζήσει τη φρίκη του παγκόσμιου πολέμου, οι λαοί της Ευρώπης ήταν ωστόσο σε θέση να ξεπεράσουν την αποξένωση και να αποκαταστήσουν την αμοιβαία εμπιστοσύνη και σεβασμό. Επέλεξαν μια πορεία ενωτική προκειμένου να χαράξουν μια γραμμή τέλους στις ευρωπαϊκές τραγωδίες του πρώτου μισού του περασμένου αιώνα. Και θα ήθελα να τονίσω ότι η ιστορική συμφιλίωση του λαού μας με τους Γερμανούς που ζουν τόσο στην ανατολή όσο και στην δύση της σύγχρονης ενωμένης Γερμανίας διαδραμάτισε τεράστιο ρόλο στη διαμόρφωση μιας τέτοιας Ευρώπης.
Θα ήθελα επίσης να υπενθυμίσω ότι οι Γερμανοί επιχειρηματίες ήταν αυτοί που έγιναν «πρωτοπόροι» της συνεργασίας με τη χώρα μας στα μεταπολεμικά χρόνια. Το 1970, η ΕΣΣΔ και η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας συνήψαν μια «συμφωνία του αιώνα» για τον μακροπρόθεσμο εφοδιασμό με φυσικό αέριο στην Ευρώπη, η οποία έθεσε τα θεμέλια για εποικοδομητική αλληλεξάρτηση και δρομολόγησε πολλά μελλοντικά μεγάλα έργα, συμπεριλαμβανομένης της κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream.
Ελπίζαμε ότι το τέλος του Ψυχρού Πολέμου θα ήταν μια κοινή νίκη για την Ευρώπη. Φαινόταν ότι χρειαζόταν λίγο περισσότερη προσπάθεια για να γίνει πραγματικότητα το όνειρο του Charles de Gaulle για μια ήπειρο – όχι μόνο γεωγραφικά «από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια», αλλά πολιτιστικά και πολιτισμικά «από τη Λισαβόνα μέχρι το Βλαδιβοστόκ».
Με αυτή ακριβώς τη λογική κατά νου – τη λογική της οικοδόμησης μιας Ευρύτερης Ευρώπης, ενωμένης με κοινές αξίες και συμφέροντα – η Ρωσία προσπάθησε να αναπτύξει τις σχέσεις της με τους Ευρωπαίους. Τόσο η Ρωσία όσο και η ΕΕ έχουν κάνει πολλά σε αυτήν την κατεύθυνση.
Αλλά μια διαφορετική προσέγγιση επικράτησε. Βασίστηκε στην επέκταση της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, η οποία ήταν από μόνη της κατάλοιπο του Ψυχρού Πολέμου. Είχε εξάλλου, συγκροτηθεί ειδικά για την αντιπαράθεση εκείνης της εποχής.
Η κίνηση του μπλοκ προς ανατολάς – η οποία, παρεμπιπτόντως, ξεκίνησε όταν η σοβιετική ηγεσία πείστηκε πραγματικά να αποδεχθεί την ένταξη της ενωμένης Γερμανίας στο ΝΑΤΟ – ήταν αυτή που προκάλεσε την γοργή αύξηση της αμοιβαίας δυσπιστίας στην Ευρώπη. Λεκτικές υποσχέσεις που δόθηκαν σε αυτό το διάστημα, όπως «αυτό δεν στρέφεται εναντίον σας» ή «τα σύνορα του μπλοκ δεν θα έρθουν πιο κοντά σας» ξεχάστηκαν γρήγορα. Αλλά ένα προηγούμενο είχε δημιουργηθεί..
Και από το 1999, έχουν ακολουθήσει άλλα πέντε «κύματα» επέκτασης του ΝΑΤΟ. Δεκατέσσερις νέες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των δημοκρατιών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, εντάχθηκαν στην οργάνωση, διαψεύδοντας ουσιαστικά τις ελπίδες για μια ήπειρο χωρίς διαχωριστικές γραμμές. Είναι ενδιαφέρον ότι γι’ αυτό υπήρξε προειδοποίηση, στα μέσα της δεκαετίας του 1980, από τον Έγκον Μπαρ, έναν από τους ηγέτες του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Γερμανίας,, ο οποίος πρότεινε μια ριζική αναδιάρθρωση ολόκληρου του ευρωπαϊκού συστήματος ασφαλείας μετά τη γερμανική ενοποίηση, στην οποία συμμετείχαν τόσο η ΕΣΣΔ όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά κανείς στην ΕΣΣΔ, στις ΗΠΑ ή στην Ευρώπη δεν ήταν πρόθυμος να τον ακούσει εκείνη την εποχή.
Επιπλέον, πολλές χώρες τέθηκαν μπροστά στην τεχνητή επιλογή να είναι είτε με τη συλλογική Δύση είτε με τη Ρωσία. Στην πραγματικότητα, επρόκειτο για τελεσίγραφο. Η ουκρανική τραγωδία του 2014 αποτελεί παράδειγμα των συνεπειών στις οποία οδήγησε αυτή η επιθετική πολιτική. Η Ευρώπη υποστήριξε ενεργά το αντισυνταγματικό ένοπλο πραξικόπημα στην Ουκρανία. Εδώ ξεκίνησαν όλα. Γιατί ήταν απαραίτητο να γίνει αυτό; Ο τότε πρόεδρος Γιανουκόβιτς είχε ήδη αποδεχθεί όλα τα αιτήματα της αντιπολίτευσης. Γιατί οι ΗΠΑ οργάνωσαν το πραξικόπημα και οι ευρωπαϊκές χώρες λιπόψυχα το υποστήριξαν, προκαλώντας διχασμό στο εσωτερικό της Ουκρανίας και την απόσυρση της Κριμαίας;
Ολόκληρο το σύστημα της ευρωπαϊκής ασφάλειας έχει πλέον υποβαθμιστεί σημαντικά. Οι εντάσεις αυξάνονται και οι κίνδυνοι μιας νέας κούρσας εξοπλισμών γίνονται πραγματικοί. Χάνουμε τις τεράστιες ευκαιρίες που προσφέρει η συνεργασία – ακόμη πιο σημαντική τώρα που όλοι αντιμετωπίζουμε κοινές προκλήσεις, όπως η πανδημία και οι ολέθριες κοινωνικές και οικονομικές συνέπειές της.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Και το πιο σημαντικό, τι συμπεράσματα οφείλουμε να βγάλουμε μαζί; Τι μαθήματα ιστορίας πρέπει να θυμηθούμε; Πιστεύω, πρωτίστως, ότι ολόκληρη η μεταπολεμική ιστορία της Μεγάλης Ευρώπης επιβεβαιώνει ότι η ευημερία και η ασφάλεια της κοινής μας ηπείρου είναι δυνατή μόνο μέσω των κοινών προσπαθειών όλων των χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας. Επειδή η Ρωσία είναι μία από τις μεγαλύτερες χώρες της Ευρώπης. Και γνωρίζουμε τους άρρηκτους πολιτιστικούς και ιστορικούς δεσμούς μας με την Ευρώπη.
Είμαστε ανοιχτοί σε ειλικρινή και εποικοδομητική αλληλεπίδραση. Αυτό επιβεβαιώνεται από την ιδέα μας για τη δημιουργία ενός κοινού χώρου συνεργασίας και ασφάλειας από τον Ατλαντικό έως τον Ειρηνικό Ωκεανό, ο οποίος θα περιλαμβάνει διάφορα σχήματα ολοκλήρωσης, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης.
Επαναλαμβάνω ότι η Ρωσία τάσσεται υπέρ της αποκατάστασης μιας συνολικής εταιρικής σχέσης με την Ευρώπη. Έχουμε πολλά θέματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος. Αυτά περιλαμβάνουν την ασφάλεια και τη στρατηγική σταθερότητα, την υγειονομική περίθαλψη και την εκπαίδευση, την ψηφιοποίηση, την ενέργεια, τον πολιτισμό, την επιστήμη και την τεχνολογία, την επίλυση κλιματικών και περιβαλλοντικών ζητημάτων.
Ο κόσμος είναι ένα δυναμικό μέρος, που αντιμετωπίζει νέες προκλήσεις και απειλές. Απλά δεν έχουμε την πολυτέλεια να κουβαλάμε το βάρος των παρεξηγήσεων του παρελθόντος , των κακών συναισθημάτων, των συγκρούσεων και των λαθών. Είναι ένα βάρος που θα μας εμποδίσει να επικεντρωθούμε στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε. Είμαστε πεπεισμένοι ότι όλοι πρέπει να αναγνωρίσουμε αυτά τα λάθη και να τα διορθώσουμε. Κοινός και αδιαμφισβήτητος στόχος μας είναι να διασφαλίσουμε την ασφάλεια στην ήπειρο χωρίς διαχωριστικές γραμμές, έναν κοινό χώρο για δίκαιη συνεργασία και ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς για την ευημερία της Ευρώπης και του κόσμου στο σύνολό του.