Την εκτίμηση ότι είναι ακόμα πολύ νωρίς για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα ως προς την άρση των μέτρων που είναι σε ισχύ αυτή την περίοδο, εξέφρασαν σήμερα ο Επικεφαλής της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής Καθηγητής Κωνσταντίνος Τσιούτης, η Σύμβουλος του Υπουργού Υγείας και μέλος της ΣΕΕ κα Ζωή-Δωροθέα Πανά και ο Πρόεδρος της Τεχνικής Επιτροπής για την κατηγοριοποίηση των χωρών και μέλος της ΣΕΕ κ. Γιώργος Νικολόπουλος.
Μιλώντας κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, ο κ. Τσιούτης υπενθύμισε ότι τα μέτρα που βρίσκονται τώρα σε ισχύ «είναι στοχευμένα και βάσει των δεδομένων που είχαμε μελετήσει τις προηγούμενες εβδομάδες». Η κατάσταση σε ολόκληρη την Κύπρο, είπε, «ήταν και φαίνεται να είναι ακόμη, αρκετά βεβαρημένη και τότε που λήφθηκαν τα μέτρα ήταν πολύ βεβαρημένη ειδικά στις δύο Επαρχίες». Αυτή τη στιγμή, τόνισε, «είναι δύσκολο σε μια μόνο εβδομάδα να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα, ώστε να αποφασίσουμε για κάποια αλλαγή ή άρση των μέτρων».
«Αυτό που χρειάζεται, είναι ένα καλό χρονοδιάγραμμα και μια σταδιακή αποκλιμάκωση των μέτρων, εάν φυσικά με ασφάλεια διαπιστώσουμε ότι πρέπει να πάμε σε χαλάρωση των μέτρων, διότι δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τι θα έχουμε μπροστά μας την επόμενη εβδομάδα», σημείωσε.
Τα μέτρα που έχουν ληφθεί, «είχαν στόχο τη μείωση των επαφών, τη μείωση της μετάδοσης μεταξύ Επαρχιών, ειδικά από τις πολύ βεβαρημένες Επαρχίες στις υπόλοιπες, ενώ συνέβαλε και η ενίσχυση των εργαστηριακών ελέγχων είτε με τα ταχείας διάγνωσης τεστ, είτε με μοριακές εξετάσεις». Ταυτόχρονα, συνέχισε, «είχαμε στόχο την προστασία των ευπαθών και τη προστασία του συστήματος υγείας».
Για τις μετακινήσεις μεταξύ των Επαρχιών και τις εξαιρέσεις που έχουν δοθεί, ο κ. Τσιούτης ανέφερε ότι «οι μετακινήσεις πρέπει να γίνονται όταν είναι εντελώς απαραίτητες. Αυτό σημαίνει ότι επιπλέον του ελέγχου, στον οποίο υποβάλλεται ο κάθε πολίτης για να μετακινηθεί, πρέπει και να αξιολογεί αν πρέπει να μετακινείται και όταν μετακινείται, πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός στις κινήσεις του».
Ο κ. Τσιούτης, έκανε ιδιαίτερη αναφορά στους χώρους εργασίας, αφού όπως υπογράμμισε, «δυστυχώς συνεχίζουμε και βλέπουμε κρούσματα στους χώρους εργασίας και κυρίως στις Επαρχίες που έχουν λιγότερο βεβαρημένη εικόνα. Άρα επιβάλλεται πιο αυστηρή τήρηση των μέτρων και των σχετικών πρωτοκόλλων».
Επιπρόσθετα, «από αυτά που έχουμε παρατηρήσει, άτομα με συμπτώματα δεν πρέπει να πηγαίνουν στη δουλειά τους μέχρι να επικοινωνήσουν με τον Προσωπικό τους Ιατρό και να λάβουν οδηγίες. Αυτό το λέω επειδή συνεχίζουμε να βλέπουμε άτομα με συμπτώματα να πηγαίνουν δουλειά».
Για τα rapid tests, ο κ. Τσιούτης ανέφερε ότι «σε πρώτη φάση, χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο του πληθυσμού και σιγά σιγά θα μπουν για τον έλεγχο συγκεκριμένων ομάδων, δομών αυξημένου κινδύνου. Τώρα, τα προγράμματα έχουν την μορφή του γενικού ελέγχου για να αποτυπώσουμε την κατάσταση, να εντοπίζουμε έγκαιρα άτομα τα οποία είναι θετικά και πρέπει να περιοριστούν. Υπάρχει μια σαφής διαδικασία και η Κύπρος είναι από τις λίγες χώρες που επιβεβαιώνει στη συνέχεια τα αποτελέσματα αυτών των τεστ και με μοριακή εξέταση».
Τέλος, «για τα νοσηλευτήρια να υπενθυμίσω ότι υπάρχει ένα σχέδιο δράσης. Στόχος είναι η παροχή φροντίδας, αλλά και η προστασία της λειτουργίας των νοσοκομείων, διότι όσο πιο πολύ επιβαρύνονται οι κλίνες, τόσο θα δυσκολεύει η λειτουργία άλλων τμημάτων. Μέχρι τώρα βλέπουμε μια σταθερή εικόνα στις νοσηλείες. Αλλά είναι πολύ νωρίς, επαναλαμβάνω, για να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα και για τις νοσηλείες και για τις ΜΕΘ».
Διαφορετικός ο δείκτης μεταδοτικότητας στις Επαρχίες
Από πλευράς του ο Καθηγητής Γιώργος Νικολόπουλος, παρουσίασε τα αποτελέσματα της επικαιροποιημένης εθνικής αναφοράς για την πανδημία, η οποία καλύπτει το διάστημα μέχρι και την 16η Νοεμβρίου.
«Παρατηρούμε ότι είναι μεγάλο το κύμα αυτής της 2ης φάσης της πανδημίας. Φαίνεται να έχουμε φθάσει σε κάποια κορυφή, αλλά εξακολουθούμε να βρισκόμαστε σε ψηλά επίπεδα. Ο μέσος όρος εφτά ημερών της επιδημικής καμπύλης, φαίνεται να αρχίζει να κινείται κάπως πτωτικά», εξήγησε.
Ωστόσο, «και έχουμε εξηγήσει ότι πάνω από 150 κρούσματα ανά 100.000 πληθυσμού ορίζουν μια περιοχή βεβαρημένη, βλέπουμε ότι αυτός ο δείκτης συνεχίζει να κινείται ψηλά, αλλά ίσως ο ρυθμός που παρουσιάζει να είναι κάπως μικρότερος».
Η κατανομή των νέων περιστατικών κορωνοϊού, με βάση την ηλικία, «μας δείχνει τα 36 χρόνια». Το 15% είναι τα νεαρά άτομα και ένα 15% είναι άτομα άνω των 60 χρόνων. «Το τι συμβαίνει στην ομάδα των ατόμων που είναι άνω των 60 ετών, μας απασχολεί ιδιαίτερα. Είχε σημειωθεί μια αύξηση, τώρα φαίνεται κάπως να σταθεροποιείται».
Σε ό,τι αφορά την επιδημιολογική εικόνα που παρουσιάζουν οι διάφορες Επαρχίες, ο κ. Νικολόπουλος ανέφερε ότι «στην Πάφο φαίνεται καθαρά μια μείωση στην επιδημική καμπύλη, λίγη βελτίωση δείχνει η Λεμεσός και οι άλλες Επαρχίες φαίνεται να έχουν μια επιβάρυνση αυτή τη στιγμή. Δεν μπορούμε όμως να έχουμε πλήρη εικόνα, πρέπει να περιμένουμε να έχουμε και τα δεδομένα αυτής της εβδομάδας, για να έχουμε πιο καθαρή αποτύπωση της κατάστασης».
«Τα δεδομένα αυτή τη στιγμή μας δείχνουν ότι υπάρχει επιβάρυνση στην Αμμόχωστο και ακολουθούν η Λάρνακα με την Λευκωσία. Παρατηρείται αυξητική τάση αλλά δεν είναι απότομη και αυτό είναι ενθαρρυντικό», επεσήμανε ο κ. Νικολόπουλος.
Σε ό,τι αφορά το ποσοστό νοσηλείας, ο κ. Νικολόπουλος εξήγησε ότι «έχει πέσει στο 6%». Πρόσθεσε, παράλληλα, ότι «έχει δημιουργηθεί ένα 2ο κύμα εισαγωγών, φαίνεται να φτάσαμε σε ένα υψηλό κατά μέσο όρο, εννέα εισαγωγές την ημέρα. Τώρα αρχίζει να κατεβαίνει κάπως, αλλά αυτό δεν σημαίνει τίποτα, όμως το κρατάμε στα θετικά. Την πορεία του από εδώ και πέρα δεν μπορούμε να την πούμε».
Για τους θανάτους ασθενών με κορωνοϊό, ο κ. Νικολόπουλος ανέφερε ότι «η προηγούμενη εβδομάδα, ήταν η χειρότερη στην Κυπριακή Δημοκρατία». Παρόλα αυτά όμως, «ακόμα και τώρα η Κύπρος διατηρεί καλή πρωτιά σε σχέση με τις άλλες χώρες».
Για τον δείκτη μεταδοτικότητας, ο κ. Νικολόπουλος ανέφερε ότι σε παγκυπρία κλίμακα βρίσκεται κάτω από το 1. Ωστόσο, διαφέρει στις διάφορες Επαρχίες. Στη Λεμεσό είναι κοντά στο 1, η Πάφος κινείται πολύ χαμηλά, οι άλλες τρεις επαρχίες βρίσκονται μεταξύ του 1:1.1 και του 1:1.2, δείχνει δηλαδή αυξητική τάση.
«Σε ό,τι αφορά τις προβλέψεις για τις επόμενες ημέρες, θα εξακολουθούμε να βλέπουμε τριψήφιους αριθμούς και αυτό μπορεί να σημαίνει και αλλαγή στις νοσηλείες», είπε τέλος ο κ. Νικολόπουλος.
Ίσως στο πρώτο κύμα να εντοπίσαμε μόνο το 1/3 των θετικών
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση σχετικά με την επιδημική καμπύλη που παρουσιάζει η Κύπρος στο 1ο και 2ο κύμα της πανδημίας, ο κ. Τσιούτης ανέφερε ότι «είναι πολύ πιθανό το ύψος του 1ου κύματος, όπως απεικονίζεται, να μην αντανακλά την πραγματικότητα. Μην ξεχνάτε ότι οι δυνατότητές μας τότε για ελέγχους ήταν κάπως περιορισμένες».
Ο κ. Νικολόπουλος με τη σειρά του ανέφερε ότι «στο 1ο πανδημικό κύμα προφανώς, επειδή οι δυνατότητες σε τεστ ήταν περιορισμένες, όπως έχουμε δει στη βάση κάποιων μοντέλων, φαίνεται ότι διαγνώσαμε το 1/3 των περιστατικών».
Σε ερώτηση για το ενδεχόμενο ενός 3ου κύματος της πανδημίας, ο κ. Τσιούτης εκτίμησε ότι «αν καταφέρουμε και το ελέγξουμε τις επόμενες εβδομάδες αυτό που υπάρχει τώρα, υπάρχει περίπτωση να ξαναδούμε κάτι τέτοιο Ιανουάριο ή τον Φεβρουάριο. Βέβαια η ετοιμότητα πρέπει να είναι πιο αυξημένη, αλλά δεν αποκλείεται να έχουμε κάτι άλλο ξανά στις αρχές του 2021».
Προσθέτοντας στα λεγόμενα του κ. Τσιούτη, ο κ. Νικολόπουλος είπε ότι «τώρα έχουμε το ελπιδοφόρο μήνυμα για το εμβόλια. Αλλά αυτό που θα έλεγα είναι ότι πλέον πρέπει δίνουμε μεγαλύτερη έμφαση στο κύμα των νοσηλειών παρά το κύμα των εργαστηριακών διαγνώσεων, γιατί στην Κύπρο οι εργαστηριακές διαγνώσεις λόγω του όγκου, είχαν πρόβλημα στην ιχνηλάτηση και κατά πάσα πιθανότητα χάσαμε κάποια θετικά περιστατικά».
Πρόωρο να βγάλουμε συμπεράσματα για άρση μέτρων
Σε ερώτηση για την περίπτωση της επαρχίας Πάφου, ο κ. Τσιούτης ανέφερε ότι «κατά την απόφαση για λήψη μέτρων, η Πάφος ήταν βεβαρημένη σε ό,τι αφορά στους επιδημιολογικούς δείκτες αλλά και κάποιες άλλες παραμέτρους. Ήταν αρκετά ψηλά και ψηλότερα της αναλογίας 150/100.000». Άρα, «ακριβώς λόγω αυτών των παρατηρήσεων, κρίναμε ότι έπρεπε να ήταν και στην Πάφο αυστηρά τα μέτρα όπως και στη Λεμεσό όπου βέβαια οι δείκτες ήταν πολύ ψηλότεροι. Παρόλα αυτά, είδαμε μια αισθητή βελτίωση στην Πάφο, είδαμε ένα ποσοστό από των ταχείας διάγνωσης αρκετά χαμηλό. Παραμένει ακόμα οριακά και επειδή ακριβώς έχει περάσει μόνο μια εβδομάδα δεν είναι πολύ ασφαλές να βγάλουμε συμπέρασμα και να πούμε ότι πάμε τώρα στην άρση μέτρων».
«Για να είμαστε πιο ασφαλείς», πρόσθεσε, «θα περιμένουμε άλλη μια εβδομάδα, έτσι κι αλλιώς πλησιάζουμε στο χρονοδιάγραμμα της 30ης Νοεμβρίου και ήδη συζητάμε ποια θα μπορεί να είναι η πορεία των μέτρων είτε πιο αυστηρά είτε πιο χαλαρά ανάλογα των συμπερασμάτων μας», υπογράμμισε ο κ. Τσιούτης.
Για την Επαρχία Λευκωσίας, απάντηση έδωσε ο κ.Νικολόπουλος αναφέροντας ότι «δείχνει αυξητική τάση και η Λευκωσία, όπως και η Λάρνακα και η Αμμόχωστος και με τα στοιχεία που έχουμε διαπιστώνουμε ότι ευτυχώς δεν έχουμε μια απότομη αύξηση, αλλά είναι σταδιακή. Από εκεί και πέρα, όταν μελετάς μια επιδημία βλέπεις και τα επιμέρους. Η ανάλυση, η οποία θα επηρεάσει και τις παρεμβάσεις στη συνέχεια, θα είναι την επόμενη εβδομάδα στις αρχές της, ώστε να ολοκληρωθεί αυτή η εβδομάδα και να δούμε που κινήθηκε».
Βάσει των δεδομένων που θα προκύψουν οι επόμενες εισηγήσεις
Απαντώντας σε ερωτήσεις για τις σκέψεις των επιστημόνων σε σχέση με την συνέχιση ή όχι των μέτρων και περιορισμών και μετά την λήξη των υφιστάμενων διαταγμάτων στις 30 Νοεμβρίου, ο κ. Τσιούτης ανέφερε πως «φτιάχνουμε ένα σχέδιο για το τι θα εισηγηθούμε εμείς για τις 30 Νοεμβρίου. Ο ορίζοντας είναι να μπορέσουμε να είμαστε σε καλή κατάσταση την περίοδο των Χριστουγέννων, αλλά να τονίσω ότι δεν πρέπει να διατηρούμε την εντύπωση ότι τα Χριστούγεννα θα είμαστε χαλαρά και χωρίς μέτρα. Θα είναι μια περίοδος εξαιρετικού κινδύνου, κυρίως στο θέμα των συναθροίσεων του αριθμού των ατόμων, κλπ. Μπορεί να αποτελέσει αφετηρία για ένα νέο κύμα αυτή η περίοδος. Σίγουρα στον χρονικό μας ορίζοντα είναι να είμαστε σε πολύ καλύτερη κατάσταση. Όλα αυτά εξαρτώνται από το πόσο θα καταφέρουμε να τηρήσουμε αυτά που εφαρμόζονται τώρα. Εμείς, σαν επιστημονική επιτροπή, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε τίποτα και δεν μπορούμε να βλέπουμε οικονομικές παραμέτρους και για αυτό οι αποφάσεις λαμβάνονται από την Κυβέρνηση. Εάν υπάρξει κάποιο σοβαρό πρόβλημα στην Λευκωσία εμείς δεν αποκλείουμε τίποτα. Δεν ξέρω αν θα ήταν εφικτό να γίνει κάτι τέτοιο».
«Το καθολικό απαγορευτικό είναι κάτι το οποίο ξέρουμε ότι λειτούργησε και θα είναι και μια εύκολη λύση που θα αποδώσει», είπε από πλευράς του κ. Νικολόπουλος, προσθέτοντας ότι «το δύσκολο είναι να διατηρήσεις την οικονομική δραστηριότητα, την κοινωνική ζωή και την επιδημία σε έλεγχο την ίδια ώρα».
Καταλήγοντας ο κ. Νικολόπουλος τόνισε ότι «δεν είναι μόνο τα απαγορευτικά και οι περιορισμοί είναι και άλλα μέτρα τα οποία μπορούν να μας βοηθήσουν όπως για παράδειγμα η χρήση μάσκας. Το έχω πει ξανά, η μάσκα μπορεί να μειώσει τους θανάτους κατά 50%».
Αυξημένα κρούσματα σε γηροκομεία και σχολικές μονάδες
Τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής χαρακτήρισαν ανησυχητικό το γεγονός ότι τις τελευταίες ημέρες αυξάνεται ο αριθμός των κρουσμάτων σε γηροκομεία και άλλες παρόμοιες δομές.
«Το τι συμβαίνει στα γηροκομεία είναι σοβαρό, το τι μπορεί να γίνει σε μια κλειστή δομή μεταναστών, ή στις κεντρικές φυλακές, είναι επίσης πολύ σοβαρό», ανέφερε ο κ. Νικολόπουλος, προσθέτοντας ότι «αυτές οι δομές είναι προτεραιότητά μας και πρέπει να προστατευθούν».
Από πλευράς της και απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με τον πολύ μεγάλο αριθμό κρουσμάτων σε εργαζόμενους και ένοικους γηροκομείου στην Κυπερούντα, η Λειτουργός Τύπου του Γραφείου του Υπουργού Υγείας κα Μαργαρίτα Κυριάκου αναφέρθηκε στο ιστορικό των ελέγχων από τους οποίους προέκυψαν τα 33 περιστατικά. Όπως ανέφερε, στις 29 Οκτωβρίου πραγματοποιήθηκε εργαστηριακός έλεγχος σε 500 κατοίκους στην Κυπερούντα, συμπεριλαμβανομένων και των ατόμων που διαμένουν και εργάζονται στον οίκο ευγηρίας, με τα αποτελέσματα να ήταν αρνητικά. Στη συνέχεια, στις 15 Νοεμβρίου, εργαζόμενη στο γηροκομείο ανέπτυξε συμπτώματα και διαγνώστηκε θετική στον ιό. Μέσω της ιχνηλάτησης των επαφών της από τον εργασιακό της χώρο, εντοπίστηκαν 33 άτομα θετικά στον ιό, γεγονός, όπως επεσήμανε, που δείχνει ότι υπήρξε διασπορά απόρροια της μη πιστής τήρησης των πρωτοκόλλων.
«Η διασπορά δείχνει ότι δεν έχουν τηρηθεί επακριβώς οι διαδικασίες και τα πρωτόκολλα. Αυτό δείχνει ότι κάποια άτομα ίσως να μην έχουν ακόμη κατανοήσει ότι στους συγκεκριμένους χώρους που εργάζονται, υπάρχουν άτομα με πολύ αυξημένο κίνδυνο βαριάς νόσησης, που πιθανόν να χρειαστούν νοσηλεία γεγονός που θα επιβαρύνει το Σύστημα Υγείας. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Νοσοκομείο Αμμοχώστου νοσηλεύονται σήμερα 16 άτομα από διάφορους οίκους ευγηρίας διότι υπήρξε μετάδοση εντός των χώρων αυτών, επειδή κάποιοι δεν πρόσεξαν αρκετά και δεν τήρησαν τα πρωτόκολλα», είπε η κα Κυριάκου.
Έχουν, συνέχισε, ληφθεί διάφορα μέτρα, «έχουν απαγορευθεί οι επισκέψεις με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ψυχολογία των ατόμων που ζουν εκεί. Είναι άτομα ηλικιωμένα που έχουν ανάγκη να βλέπουν τους συγγενείς τους, τα παιδιά τους και τα εγγόνιά τους. Έχουν απαγορευτεί οι επισκέψεις, με στόχο ακριβώς, όχι να τους επιβαρύνουμε ψυχολογικά, αλλά να περιορίσουμε τις πιθανότητες να μπει ο ιός από άτομα που έρχονται από έξω. Και πάλι βλέπουμε να αρχίζουν αλυσίδες μετάδοσης, με μεγάλο αριθμό επιμολύνσεων από άτομα που εργάζονται στους χώρους αυτούς. Πρέπει όλοι αυτοί εργαζόμενοι να αντιληφθούν ότι έχουν στα χέρια τους τις ζωές των αγαπημένων ανθρώπων, του πατέρα και της μητέρας, του παππού και της γιαγιάς κάποιων άλλων, που σε περίπτωση που νοσήσουν βαριά θα νοσηλευτούν και κάποιοι από αυτούς θα καταλήξουν».
Τόνισε δε πως η συμπεριφορά και η υπευθυνότητα που δείχνει ο καθένας από εμάς επηρεάζει τους υπόλοιπους, είτε αυτοί βρίσκονται στον εργασιακό χώρο είτε είναι στην οικογένειά μας. Αναφέρθηκε στο πρόγραμμα που για 3η φορά διεξάγεται για τον εργαστηριακό έλεγχο των εργαζομένων σε γηροκομεία, κέντρα αποκατάστασης και άλλες κλειστές δομές, καθώς και στον έλεγχο με rapid test που θα γίνεται εβδομαδιαία στο προσωπικό των γηροκομείων. «Αν όμως το διάστημα που μεσολαβεί από τον ένα έλεγχο στον άλλο, τα άτομα αυτά δεν συμπεριφέρονται υπεύθυνα έξω από τους χώρους αυτούς, τότε είναι πολύ εύκολο να επιμολυνθούν, να μεταφέρουν τον ιό εντός αυτών των χώρων και να επιμολύνουν άλλα άτομα που είναι στις ευάλωτες ομάδες», υπογράμμισε η κα Κυριάκου. Τέλος, σημείωσε ότι οι διάφορες οδηγίες, τα πρωτόκολλα, το πλάνο διαχείρισης των περιστατικών πρέπει να εφαρμόζονται διπλά προσεκτικά σε αυτές τις δομές, «γιατί έχουμε να κάνουμε με τις ζωές άλλων ατόμων που πιθανόν δεν μπορούν μόνοι τους να τις προστατεύσουν».
Σε ό,τι αφορά τα αυξημένα κρούσματα σε σχολεία της Λευκωσίας το τελευταίο διάστημα, η Καθηγήτρια Ζωή-Δωροθέα Πανά επανέλαβε ότι «τα σχολεία ακολουθούν τη διασπορά του ιού στην κοινότητα, άρα λοιπόν ενδεχομένως να έχουμε και στη συνέχεια αλυσίδες εντός του σχολικού χώρου». Η πρόκληση, πρόσθεσε, «είναι το να μην επιτρέψουμε να έχουμε μεγάλες αλυσίδες εντός του σχολικού χώρου, διότι σημαίνει ότι επιτρέπουμε εμείς να μπει ο ιός εντός του σχολικού χώρου. Σίγουρα το τελευταίο διάστημα γνωρίζουμε ότι είχαμε και στην περιοχή της Λευκωσίας αλυσίδες για αυτό θερμή παράκληση μας είναι η αυστηρή τήρηση των μέτρων και των πρωτοκόλλων όπως επίσης και ένας τακτικός έλεγχος εντός του σχολικού χώρου».
Εμβόλια
Η Κύπρος ακολουθεί όλες τις κεντρικές διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που υπάρχουν όσον αφορά αρχικά το κομμάτι των συμβολαίων, σημείωσε η δρ Πανά, απαντώντας σε σχετική ερώτηση. «Ο στόχος μας είναι να πάμε δια της ασφαλούς οδού. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι από όλα τα επίσημα συμβόλαια που είναι διαθέσιμα, θα συμμετέχουμε και θα προσπαθήσουμε στη χώρα μας να έχουμε και τις τρεις τεχνολογίες των εμβολίων, οι οποίες θα είναι διαθέσιμες και από εκεί και πέρα ανάλογα με τα χρονοδιαγράμματα που θα εξαρτηθούν και από τις αξιολογήσεις των εγκεκριμένων Οργανισμών του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων, θα έχουμε αντιστοίχως του πληθυσμού μας τις ποσότητες των εμβολίων σε σεβαστά χρονικά διαστήματα», δήλωσε.
Τα χρονοδιαγράμματα και οι προβλέψεις που δίνονται από τις ίδιες τις εταιρείες, θα εξαρτηθούν από την τελική αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας που θα γίνεται κεντρικά, επεσήμανε. Ανάλογα, είπε, και με την ιεράρχηση που θα γίνει για τον πληθυσμό, θα αρχίσει βαθμιαία και ο εμβολιασμός. Έχει καταρτιστεί πλάνο και έχει γίνει ιεράρχηση των ομάδων του πληθυσμού που θα χρειαστεί να λάβουν πρώτες το εμβόλιο, σημείωσε η κα Πανά, προσθέτοντας πως εκείνοι που θα έχουν προτεραιότητα είναι το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό, τα άτομα που εργάζονται σε κλειστές δομές και έχουν ενασχόληση με ευπαθείς ομάδες, ενώ σε ό,τι αφορά στις ευπαθείς ομάδες, είναι μεν στις προτεραιότητες ωστόσο αναμένονται τα αποτελέσματα των κλινικών μελετών. Σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό, θα γίνει ιεράρχηση και οργάνωση σύμφωνα με τις κλινικές μελέτες. «Μέχρι τώρα, τα δεδομένα από τις κλινικές μελέτες λένε ότι δεν θα εντάξουν στην αρχική φάση των κλινικών μελετών Φάσης 3, μεγάλο αριθμό παιδιών και παιδιά μικρής ηλικίας», εξήγησε.