Την παραβίαση του πλαισίου παροχής οικονομικής βοήθειας από την ΕΕ προς την τ/κ κοινότητα στα κατεχόμενα από τον εγκάθετο της Τουρκίας και την ανάγκη επανεξέτασης του ως εργαλείου για προώθηση της επίλυσης του κυπριακού προβλήματος και τερματισμού του παράνομου εποικισμού και των ενεργειών στην Αμμόχωστο, έθεσε ο Ευρωβουλευτής Κώστας Μαυρίδης (ΔΗΚΟ, S&D), σε γραπτή παρέμβασή του στη συζήτηση για τις προτεραιότητες της Σλοβενικής Προεδρίας του Συμβουλίου (τους επόμενους 6 μήνες) στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Στην παρέμβασή του ο κ. Μαυρίδης αναφέρει τα εξής: «Το Πρόγραμμα Οικονομικής Βοήθειας της ΕΕ προς την τουρκοκυπριακή κοινότητα βασίστηκε στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του 2004 και τέθηκε σε εφαρμογή με τον Κανονισμό 389/2006 με σκοπό τη διευκόλυνση των διαπραγματεύσεων για συνολική διευθέτηση του Κυπριακού προβλήματος στη βάση ενός λειτουργικού και επανενωμένου κράτους εντός της ΕΕ. Αυτό προϋποθέτει τη δέσμευση και ανάλογη ανταπόκριση του εκάστοτε τουρκοκύπριου ηγέτη, που δεν υπάρχει.
Ο λεγόμενος «τουρκοκύπριος ηγέτης» κ. Τατάρ:
α) έχει επιβληθεί στην τουρκοκυπριακή κοινότητα μέσω μιας παράνομης εκλογικής διαδικασίας, κατόπιν πρωτόγνωρων παρεμβάσεων της Τουρκίας και ιδιαίτερα της οργανωμένης στήριξης των Τούρκων εποίκων που μεταφέρθηκαν παράνομα στο κατεχόμενο μέρος της Κυπριακής Δημοκρατίας
και
β) έχει ανατρέψει τον συμφωνημένο σκοπό των διαπραγματεύσεων για ένα επανενωμένο κράτος εντός της ΕΕ, το οποίο αποτελεί ουσιαστικά προϋπόθεση για παροχή της οικονομικής βοήθειας από την ΕΕ.»
Καταλήγοντας ο Κύπριος Ευρωβουλευτής επισημαίνει:
«Τα πιο πάνω καταδεικνύουν ότι ο κ. Τατάρ δεν εκπροσωπεί την τουρκοκυπριακή κοινότητα, αλλά αποτελεί εγκάθετο της Τουρκίας, ο οποίος εμμένει στην ανατροπή του συμφωνηθέντος πλαισίου για επανενωμένο κράτος εντός της ΕΕ. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή οφείλουν να επανεξετάσουν το Πρόγραμμα βοήθειας με απώτερο στόχο την επαναφορά των διαπραγματεύσεων στο Κυπριακό με σεβασμό των αποφάσεων και ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας και του ΟΗΕ, και ενδυνάμωσή τους προς τον σκοπό συνολικής διευθέτησης για ένα επανενωμένο κράτος εντός της ΕΕ».