Την ανάγκη για κοινή ευρωπαϊκή απάντηση για μετριασμό των αρνητικών κοινωνικών επιπτώσεων από την αύξηση των τιμών ενέργειας σε πολλά κράτη-μέλη, τόνισε ο Ευρωβουλευτής Κώστας Μαυρίδης (ΔΗΚΟ, S&D) σε παρέμβασή του σε συζήτηση στην Ομάδα των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών. Ο κ. Μαυρίδης υποστήριξε επίσης την
συμπερίληψη του θέματος στην ατζέντα της ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου την επόμενη εβδομάδα για έκδοση σχετικού ψηφίσματος, καθώς το Ευρωπαϊκό Κοινοβουλίου
δεν μπορεί να μείνει αμέτοχο σε ένα σημαντικό ζήτημα που αφορά την καθημερινότητα των ευρωπαίων πολιτών.
Στην παρέμβασή του ο κ. Μαυρίδης υπογράμμισε ότι η αύξηση των τιμών ενέργειας χρήζει άμεσης και δραστικής απάντησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο αφού σε κάποια κράτη-μέλη η
αύξηση των τιμών υπήρξε μέχρι και 40% σε μικρό χρονικό διάστημα. Όπως σημείωσε ο Κύπριος Ευρωβουλευτής, η αύξηση αυτή σημειώθηκε εν μέσω της πανδημίας, καθιστώντας
ακόμη πιο αρνητικό τον οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο για τα νοικοκυριά αλλά και για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που υποφέρουν ήδη από την υφιστάμενη κατάσταση. Γι’
αυτό, επεσήμανε, θα πρέπει ως ΕΕ να αναζητούσαμε στοχευμένους τρόπους περιορισμού των δυσμενών επιπτώσεων το συντομότερο.
Συνεχίζοντας ο κ. Μαυρίδης εξήγησε ότι η παρούσα κατάσταση κάνει ακόμα πιο επιτακτική και επείγουσα την ανάγκη να προχωρήσουμε για διασφάλιση της στρατηγικής αυτονομία της ΕΕ και στον τομέα της ενεργειακής ασφάλειας (π.χ. αξιοποίηση του ευρωπαϊκού ενεργειακού πλούτου στην Αν. Μεσόγειο). Κλείνοντας, ο κ. Μαυρίδης υπογράμμισε ότι ο ευρωπαϊκός σχεδιασμός για μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα μέσω της «Πράσινης Συμφωνίας», πρέπει να συμπεριλαμβάνει μέτρα περιορισμού των κοινωνικών επιπτώσεων στους ευρωπαίους πολίτες -ιδιαίτερα απομονωμένων ενεργειακά και νησιώτικων περιοχών- οι οποίοι θα πρέπει να αποτελούν το επίκεντρο των πολιτικών μας.
Σε δήλωσή του για την Κύπρο, ο κ. Κ. Μαυρίδης ανέφερε ότι δεν μπορεί το κράτος να εξαγγέλλει κοινωνική πολιτική ανακούφισης των νοικοκυριών με χρήση των αποθεματικών
ταμείων της ΑΗΚ (που εισπράχθηκαν από τις εισφορές των καταναλωτών), καθώς την ίδια ώρα το κράτος θα εισπράξει για το 2021 πέραν των 20 εκατομμυρίων ευρώ από το αυξημένο ΦΠΑ, από τα οποία δεν θα εκταμιεύσει ούτε ένα ευρώ!