«[…] Φριχτό καλοκαίρι για τους ανθρώπους,
μπάσαν τους νεκρούς απ’ την πίσω πόρτα στον Άη Γιάννη,
δεν τους χωρούσαν, λέει, τα φέρετρα.
Κι ο πιτσιρικάς - πήχτρα το αίμα στα ρούχα του –
άνοιγε λάκκους,
τον χτυπούσε ο ήλιος ανελέητα
στους κροτάφους, στη μνήμη,
βαθιά ως το μέλλον.
Τον ήξερες αλλιώτικα
τον κυπριώτικο ήλιο […]».
Με τους στίχους του Κύπριου λογοτέχνη Λεύκιου Ζαφειρίου από το ποίημα «15.7.1974» ανακαλούμε στη μνήμη στιγμές από την πολυτάραχη ιστορική διαδρομή της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ο μαύρος Ιούλης του 1974 είναι για τον λαό μας ένας εφιαλτικός ολέθριος σταθμός στην ιστορία και στον χρόνο.
Ήταν μια φρικτή, μελανή στιγμή απόλυτης καταστροφής και απύθμενης συμφοράς για την πατρίδα μας.
Ο εμφύλιος διχασμός, η προδοσία, το αδελφοκτόνο υποκινούμενο πραξικόπημα και η βάρβαρη τουρκική εισβολή τραυμάτισαν την πατρίδα μας, πλήγωσαν τον λαό μας και καθόρισαν και καθορίζουν την πορεία μας στο μέλλον ακόμα και σήμερα.
Μνημονεύοντας τα θύματα αυτής της οδυνηρής περιόδου, αποτίουμε τον οφειλόμενο φόρο τιμής και ευγνωμοσύνης.
Ταυτόχρονα δηλώνουμε ότι θα συνεχίσουμε τον αγώνα για να κτίσουμε την ελεύθερη πατρίδα που αξίζει στον λαό μας και για την οποία έδωσαν τη ζωή τους οι ηρωικοί πεσόντες και μαχητές της Κύπρου.
Το χρέος μας προς την πατρίδα, μας επιβάλλει να κρατήσουμε άσβεστη τη μνήμη των αδελφοκτόνων γεγονότων του μαύρου Ιούλη του 1974.
Ποτέ πια στο μέλλον η διχόνοια, η προδοσία, το μίσος και οι δόλιες μεθοδεύσεις των ξένων να μην μπουν ανάμεσα μας.
Η θλιβερή επέτειος της 15ης Ιουλίου τεκμηριώνει ότι η εκδούλευση στους ξένους, η διάσπαση και ο φανατισμός μόνο κακά φέρνουν.
Η θλιβερή αυτή επέτειος μας διδάσκει ότι η ελευθερία και η δημοκρατία είναι θεμελιώδη αγαθά που πρέπει να διαφυλάξουμε σαν κόρη οφθαλμού.
Συναισθανόμενοι, λοιπόν, το μέγεθος της προδοσίας, επιστρέφουμε νοητά στη 15η Ιουλίου, την απαρχή της κυπριακής τραγωδίας, που ολοκληρώθηκε με την τουρκική εισβολή, πέντε ημέρες αργότερα.
«Ένα αχ σα στεναγμός
ένα αχ οργή και σίδερο
στα φυλλοκάρδια του καλοκαιριού.
[…]
Με τόσες μνήμες άδικες
στα δάχτυλα μιας μέρας
που τη φοβόμασταν πριν έλθει
με τόσες μνήμες άδικες
που τις προσμέναμε να ’ρθουν».
Ο Κύπριος δημοσιογράφος και λογοτέχνης Άνθος Λυκαύγης, στο ποίημά του αναφέρεται στην αδικία, στον πικρό στεναγμό, στον θάνατο που έσπειρε η αδελφοκτόνος διαμάχη, στον παραλογισμό του διχασμού, και στον εφιάλτη που εκείνο το καταραμένο καλοκαίρι, απλώθηκε πάνω από τη Λευκωσία και κάλυψε ολόκληρη την Κύπρο.
Οι εμφύλιες διενέξεις, που αποτελούν δυστυχώς συχνό φαινόμενο της ελληνικής ιστορίας, σαν κατάρα κατασπάραξαν τα σωθικά της Κύπρου, άνοιξαν διάπλατα τις πόρτες εισόδου στην Τουρκία και διευκόλυναν την εφαρμογή των διχοτομικών της σχεδίων.
Η τουρκική εισβολή αποτέλεσε τη μοιραία και τραγική κατάληξη.
Κι η νεολαία της Κύπρου, στρατευμένη και μη, καλέστηκε για ακόμη μια φορά στα όπλα.
Οι ηρωικοί νέοι της Κύπρου καλέστηκαν για να υπερασπιστούν την ελευθερία και την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας μας, απέναντι σε ένα ποιοτικά, ποσοτικά και στρατιωτικά ανώτερο αντίπαλο.
Αν και αντίκρυσαν κατάματα την προδοσία, την ανεπάρκεια και την εγκληματική αδιαφορία, στάθηκαν με γενναιότητα απέναντι στον εισβολέα και πολέμησαν μέχρι τέλους για τα ιερά και τα όσια της πατρίδας μας.
Μπροστά στην προσφορά των ηρωικώς πεσόντων υπερασπιστών της Κύπρου μας, οφείλουμε να αναλογιστούμε και τη δική μας ευθύνη, το δικός χρέος και καθήκον έναντι της ιστορίας μας.
Οι αδάμαστες ηρωικές ψυχές όσων παιδιών μας χάθηκαν μέσα στην κόλαση και τη φωτιά του πολέμου παρευρίσκονται σήμερα εδώ, νοερά, μαζί μας.
Στις 20 Ιουλίου 1974, πέντε ημέρες μετά την παραφροσύνη του πραξικοπήματος, η Τουρκία, εισέβαλε παράνομα στις βόρειες ακτές της Κυπριακής Δημοκρατίας, κατά παράβαση του καταστατικού χάρτη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, ονομάζοντας τη βίαιη στρατιωτική επιχείρησή της ως «ειρηνευτική επέμβαση» για προστασία των Τουρκοκυπρίων.
Ο τούρκικος στρατός δεν σεβάστηκε τίποτα. Κατά παράβαση κάθε στρατιωτικής ηθικής, οι Τούρκοι αττίλες ρήμαξαν και λεηλάτησαν τις πόλεις και τα χωριά μας και έσπειραν αδιακρίτως τον θάνατο, τον όλεθρο και την καταστροφή.
Οι χιλιάδες νεκροί και τραυματίες, ο ξεριζωμός από τις πατρογονικές εστίες και η προσφυγιά, το δράμα των αγνοουμένων και των εγκλωβισμένων μας, η σύληση των χώρων λατρείας, η καταστροφή της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και ο μαζικός εποικισμός και εκτουρκισμός των κατεχόμενων περιοχών μας, με στόχο την εξάλειψη του ελληνικού στοιχείου, συνθέτουν μεταξύ άλλων, την τραγική εικόνα της καταστροφής που συντελείται μέχρι σήμερα στα κατεχόμενα εδάφη μας.
Σήμερα εδώ η μνήμη σε μια πορεία ιστορικής αναδρομής επιστρέφει στις μελανές σελίδες του παρελθόντος και στις ζοφερές μέρες του Ιουλίου και Αυγούστου του 1974.
Ψηλαφίζει τις ανεπούλωτες ακόμα πληγές μας, επιμετράει τον αβάσταχτο πόνο και γίνεται μάρτυρας σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις που η δύναμη ψυχής και η τόλμη των ηρωικών παλικαριών μας συνήργησαν με την φρόνηση και το ήθος και γέννησαν ηρωικά παραδείγματα αντρειοσύνης που μας κάνουν περήφανους.
Στις μάχες που διεξήχθησαν στη Μια Μηλιά, στην Κυθραία, στο Συγχαρί, στην Κλεπίνη, στη Λάπηθο, στην Κερύνεια, στον Λωρόβουνο, στον Κουτσοβέντη, και αλλού, οι υπερασπιστές της ελευθερίας της Κύπρου, επέδειξαν απαράμιλλο θάρρος πληρώνοντας βαρύτατο φόρο αίματος στον αγώνα προάσπισης των ιερών και οσίων του Ελληνισμού στο νησί μας και έγραψαν χρυσές σελίδες ανδρείας και μαχητικότητας στις δέλτους του Έθνους.
Στα αυτιά των μαχητών της Κύπρου και της Ελλάδας ηχούσε η προστακτική ρίμα του Παλλικαρίδη, του τελευταίου απαγχονισθέντα μαθητή την περίοδο της ΕΟΚΑ.
Για σένα Κύπρος μάνα μου,
Πατρίδα σκλαβωμένη,
Θα δώσω από το αίμα μου κάθε σταλαγματιά,
Για να σε δω ελεύθερη και χιλιοδοξασμένη,
Δεν τα διστάσω Κύπρος μου να πέσω στη φωτιά.
Σήμερα, μνημονεύουμε και εκφράζουμε την απέραντη ευγνωμοσύνη μας σ’ όλους αυτούς τους γνωστούς και άγνωστους πολεμιστές του 1974.
Ευγνωμονούμε τους μαχητές των Μονάδων Πεζικού, που κατέθεσαν μέχρι και την τελευταία ικμάδα των δυνάμεών τους στα πεδία των μαχών.
Μνημονεύουμε τους θρυλικούς Καταδρομείς, που δαμάζοντας τις δύσβατες βουνοκορφές του Πενταδακτύλου, τον Λωρόβουνο, τον Κουτσοβέντη, την Άσπρη Μούττη και τον Άγιο Ιλαρίωνα, έκαναν πράξη το «Ο Τολμών Νικά» και έγραψαν με χρυσά γράμματα το όνομά τους στις δέλτους της ιστορίας
Ευχαριστούμε τους μαυροσκούφηδες των Τεθωρακισμένων, που έδειξαν σε όλους πως η δόξα αποκτάται με την τόλμη και αποφασιστικότητα.
Ευγνωμονούμε και τους πεσόντες Πυροβολητές, που πάλεψαν γενναία στην προσπάθεια απόκρουσης της τουρκικής επιθετικότητας.
Μνημονεύουμε τους ήρωες σκαπανείς του Μηχανικού, που στην Λάπηθο, στον Καραβά και στην Αμμόχωστο, βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή στρώνοντας ναρκοπέδια εκτεθειμένοι στην τουρκική αεροπορία και υλοποιώντας καταστροφές δρομολογίων.
Ευχαριστούμε τους Διαβιβαστές που έπεσαν επιτελώντας το καθήκον και την αποστολή τους στις επικοινωνίες με τα πενιχρά και προβληματικά μέσα που διέθεταν.
Τιμούμε ξεχωριστά, ευχαριστούμε και μνημονεύουμε τους ένδοξους μαχητές της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου και της Α΄ Μοίρας Καταδρομών.
Τα τέκνα της Ελλάδος που ως γνήσιοι απόγονοι των Μακεδονομάχων και Πινδομάχων, αλλά και όλων των ηρώων του Έθνους επέδειξαν απαράμιλλο θάρρος, πληρώνοντας βαρύτατο φόρο αίματος και στολίζοντας με τη μεγαλοσύνη τους και την απαράμιλλη θυσία τους το πάνθεο των ηρώων του Έθνους.
Μνημονεύοντας σήμερα όλα αυτά τα παλικάρια που πολέμησαν ή χάθηκαν μέσα στις φλόγες του πραξικοπήματος και της εισβολής και τους δίνουμε την υπόσχεση.
Ότι δεν ξεχνούμε την προδοσία και το έγκλημα και θα δικαιώσουμε τη θυσία και τον αγώνα τους.
Ότι δεν πρόκειται να υποταχθούμε και να παραδοθούμε όπως δεν υποτάχθηκαν και δεν παραδόθηκαν εκείνοι.
Ότι δεν εκχωρούμε τα κυριαρχικά δικαιώματα της πατρίδας μας και δεν θα επιτρέψουμε τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ότι δεν αποδεχθούμε διχοτομική λύση που θα εδραιώνει τα τετελεσμένα της εισβολής και θα μετατρέπει την Κύπρο σε προτεκτοράτο της Τουρκίας.
Ότι θα συνεχίσουμε στον δρόμο της ευθύνης και της αξιοπρέπειας μέχρι να ξημερώσει η πολυπόθητη εκείνη μέρα που δεν θα πηγαίνουμε στα κατεχόμενα εδάφη μας, ως επισκέπτες, που δεν θα πηγαίνουμε στις εκκλησίες μας ως περιηγητές, αλλά θα ξαναζήσουμε εκεί, μόνιμα ριζωμένοι στους τόπους των προγόνων μας.