Ο Έλβις Ααρών Πρίσλεϊ (Elvis Aaron Presley) γεννήθηκε στο Τιούπελο της πολιτείας Μισισίπι στις 8 Ιανουαρίου 1935 και μεγάλωσε με ακούσματα της μουσικής γκόσπελ. Το 1948 η οικογένειά του μετοίκησε στο Μέμφις του Τενεσί, όπου το νεαρό παιδί ήλθε σε επαφή με τα μπλουζ και την τζαζ.
Είχε μόλις τελειώσει το γυμνάσιο, όταν η φωνή του εντυπωσίασε τον Σαμ Φίλιπς, παραγωγό και ιδιοκτήτη της δισκογραφικής εταιρείας Sun, που αναζητούσε ένα λευκό με φωνή μαύρου. Ο Φίλιπς τον ενθάρρυνε να προχωρήσει στην ηχογράφηση των τραγουδιών «That’s All Right Mamma», αφιερωμένο στα γενέθλια της μητέρας του, και «Blue Moon Of Kentucky», τον Ιούλιο του 1954. Τα πέντε τραγούδια που ηχογράφησε για λογαριασμό της Sun γνώρισαν, τοπικά, μεγάλη επιτυχία και τον επόμενο χρόνο ο Φίλιπς πούλησε το συμβόλαιό του με τον Πρίσλεϊ στην RCA Victor.
Η καριέρα του απογειώθηκε με το τραγούδι «I Forgot To Remember To Forget» το οποίο ανέβηκε στο νούμερο 1 του πίνακα επιτυχιών της κάντρι μουσικής, ενώ το «Heartbreak Hotel», μία υποβλητική μπαλάντα, έμεινε στην κορυφή για οκτώ εβδομάδες.
Σύντομα, ο Έλβις έγινε ο βασιλιάς του ροκ-εντ-ρολ και το ίνδαλμα της αμερικανικής νεολαίας. Οι πρωτοφανείς για την εποχή ρυθμοί του, το ύφος του, το χτένισμά του, ο αισθησιασμός των κινήσεων του αποτελούσαν πρόκληση για τα συντηρητικά μεσοαστικά στρώματα, αλλά ενθουσίαζαν τη νεολαία και προκαλούσαν υστερικές αντιδράσεις, ιδιαίτερα στα νεαρά κορίτσια. Κάθε εμφάνισή του σε συναυλία ή στην τηλεόραση προκαλούσε σκάνδαλο.
Ακολούθησαν μεγάλες επιτυχίες , όπως τα τραγούδια «Don’t Be Cruel», «Hound Dog», «Love Me Tender», «All Shook Up» και «Jailhouse Rock». Το 1956 γύρισε την πρώτη από τις 33 συνολικά ταινίες του, με τίτλο «Love me Tender». Η καριέρα του διακόπηκε για δύο χρόνια (1956-1960), προκειμένου να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία στη Γερμανία. Εκεί γνωρίστηκε και με την Πρισίλα Βάγκνερ, τη μέλλουσα γυναίκα του, με την οποία απέκτησε μία κόρη, τη Λίζα Μαρί.
Μετά την απόλυσή του από τον στρατό αφοσιώθηκε στη δισκογραφία και τον κινηματογράφο έως το 1968, οπότε εμφανίστηκε σε μία σειρά συναυλιών στο Λας Βέγκας και επανήλθε στην τηλεόραση. Είχε πια αλλάξει εντελώς στυλ, τραγουδούσε μπαλάντες κι έγινε ο αγαπημένος τραγουδιστής των μεσοαστικών στρωμάτων. Το κοινό του εξακολουθούσε να διευρύνεται αν και το αποτελούσαν πλέον μεγαλύτερες ηλικίες.
Ο Έλβις με τον καιρό άρχισε να καταρρέει από τα προσωπικά του προβλήματα, το άγχος της ηλικίας και την εξάρτησή του από τα ναρκωτικά.
Ο ξαφνικός θάνατός του στις 16 Αυγούστου 1977 στην Graceland, το ανάκτορό του στο Μέμφις, αποδόθηκε σε φυσικά αίτια.
Τελευταίες ηχογραφήσεις τα «In The Ghetto», «Suspicious Minds» και «Kentucky Rain».
Γύρω από το όνομά του αναπτύχθηκε μια επικερδής βιομηχανία εμπορικών προϊόντων, η οποία εξακολούθησε να είναι προσοδοφόρα ακόμη και μετά το θάνατό του.
Πολλοί προσπάθησαν να τον μιμηθούν, να πάρουν τον ρόλο του σωσία αλλά κάνεις δεν το κατάφερε.
Θεωρείται ένας από τους επιδραστικότερους τραγουδιστές του 20ου αιώνα και σίγουρα ο πιο εμπορικός τραγουδιστής όλων των εποχών, με πωλήσεις που ξεπερνούν τα 600 εκατομμύρια δίσκους. Το σπίτι του στο Μέμφις εξακολουθεί να είναι τόπος προσκυνήματος για εκατομμύρια θαυμαστών του απ’ όλο τον κόσμο, ενώ το φαινόμενο Πρίσλεϊ εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο μελέτης, αφού 43 χρόνια μετά κάνεις καλλιτέχνης δεν έχει αγαπηθεί τόσο όσο ο Έλβις!